Η τέχνη της μελιτζανοσαλάτας

-Αυτό με τη φράκταλ γεωμετρία δεν τό’πιασα, είπε το τζίνι. Τι σημαίνει κλασματική γεωμετρία; -Φαντάσου ότι κοιτάς μια ακτογραμμή από ψηλά, ας πούμε πετώντας με το μαγικό χαλί. Μπορείς τότε να τη μετρήσεις και να βρεις ότι το μήκος της είναι ας πούμε ένα μίλι, σύμφωνοι; είπε ο Μάρκους Αλαν. -Ναι… -Ωραία. Τώρα πετάς χαμηλότερα και ξανακοιτάς την ακτογραμμή. Διακρίνεις πλέον μερικά γυρίσματα της άμμου που δεν διέκρινες από ψηλότερα. Αν μετρήσεις τώρα, το μήκος θα ισούται με ένα μίλι συν το κλάσμα που σου διέφευγε. Όσο χαμηλότερα κατεβαίνεις, τόσα περισσότερα γυρίσματα, κλάσματα, εντοπίζεις που δεν φαίνονταν από ψηλά. Στο τέλος φαντάσου ότι είσαι ένα μυρμήγκι, που περπατά κατά μήκος της ακτογραμμής. Αυτό το ίδιο πράγμα που από ψηλά είχε μήκος ένα μίλι, τώρα είναι πρακτικά άπειρο για σένα. Που σημαίνει ότι τα πάντα είναι θέμα κλίμακας, έτσι; -Έτσι. -Οπότε τώρα φαντάσου την πεταλούδα που λέγαμε πριν, να φτερουγίζει σε μια εξοχή στο Τόκιο. Σηκώνει ένα απειροελάχιστο κύμα αέρα. Αν όμως τύχει εκείνη τη στιγμή αυτό το απειροελάχιστο κύμα να συναντήσει ένα ρεύμα και να ενδυναμωθεί και ταξιδεύοντας να συναντήσει ακόμα ένα, κι ακόμα ένα, κι ακόμα ένα, αυτή η φαινομενικά ασήμαντη τυχαιότητα, αυτό το απειροελάχιστο πετάρισμα, μπορεί να δημιουργήσει τέτοια εντροπία, ας πούμε...μμμ...τέτοιο ανακάτεμα στο καιρικό σύστημα, που να προκαλέσει θύελλα στην άλλη άκρη του ωκεανού. Όλα είναι θέμα κλίμακας, τυχαιότητας, συμπτώσεων, εντροπίας και κυρίως, του συνδυασμού όλων αυτών. Ε, αυτό είναι συνοπτικά το χάος. -Μάλιστα, τώρα το έπιασα σε γενικές γραμμές. Βέβαια δεν μπορώ να καταλάβω τι ακριβώς σχέση έχουν όλα αυτά με το χάος στη ζωή του προκατόχου σου, αλλά μου αρκεί η εξήγηση που έδωσες γιατί το θέμα είναι βαρετό, είπε το τζίνι.
-Πολύ ωραία λοιπόν, συνέχισε, ας πάμε και στην τελική μου επιθυμία. Ο Άλαν είχε βρει το λυχνάρι όταν πήγε στο σπίτι του παππού του να ξεκαθαρίσει λίγο τα πράγματα προτού αναλάβουν οι μεσίτες. Ο γέρος, ο Τζόνας Αλαν, είχε αφήσει πέραν των άλλων και μια σοφίτα γεμάτη διάφορες παλιατζούρες, που έπρεπε να ξεκαθαρίσει ο Αλαν ο νεώτερος πριν από την πώληση του σπιτιού. Αιώνες συσσώρευσης εκεί μέσα. Βρήκε το λυχνάρι μέσα σε ένα παλιό σεντούκι κι αμέσως σκέφτηκε ότι έτσι και το έτριβε θα πεταγόταν ένα τζίνι, τόσο χαρακτηριστικό ήταν. Τώρα το τζίνι τον κοιτούσε βλοσυρό, μετέωρο στη σοφίτα, κι αντί για το λυχνάρι έτριβε τη σκούρα μπλε κοιλιά του.
-Είσαι έτοιμος λοιπόν για την τρίτη επιθυμία; τον ρώτησε. Όταν το τζίνι ξεπετάχτηκε από το λυχνάρι, ο Μάρκους Αλαν δεν τρόμαξε. Δεκαετίες ορθολογισμού στο πανεπιστήμιο όπου τώρα ήταν πλέον κοσμήτορας στη σχολή Θεωρητικής Φυσικής τον είχαν ασκήσει τόσο, ώστε ακόμα κι η έξοδος ενός τζίνι από λυχνάρι να μην μπορεί να γκρεμίσει τις πεποιθήσεις του περί απουσίας της μεταφυσικής. Ο Αλαν πίστευε πως ακόμα κι όσα δεν μπορούσαν να εξηγηθούν παρά μόνο μεταφυσικά, απλώς δεν είχαν ακόμα αναλυθεί επαρκώς για να προκύψει η ορθολογική εξήγηση. Έτσι εξεπλάγην όσο αν έβλεπε το βόρειο σέλας στον τροπικό. Στο μέτρο του επιστήμονα. -Μάλιστα, είχε πει το τζίνι. Άλλος ένας που με ξύπνησε. Λοιπόν αγαπητέ, έχω βαρεθεί με αυτή την ιστορία. Κάθε τρεις και λίγο έρχεται κι ένας από σας και με ταράζει. Δε μου αρέσει να με ενοχλούν. Γι αυτό θέλω να είσαι σύντομος. Παρακαλώ να ικανοποιήσεις αμέσως τις τρεις μου επιθυμίες γιατί βαριέμαι θανάσιμα εδώ έξω!, είπε αιωρούμενο πέρα-δώθε με τα χέρια σταυρωμένα στην φουσκωτή κοιλιά του. -Τι είπες; ρώτησε για πρώτη φορά έκπληκτος ο Αλαν. Να ικανοποιήσω τις επιθυμίες σου; -Φυσικά, νόμιζες ότι θα τη γλίτωνες; -Μα είναι δυνατόν; Εσύ πρέπει να ικανοποιήσεις τις τρεις επιθυμίες μου, όχι εγώ τις δικές σου! -Αυτά είναι παραμύθια της χαλιμάς αγαπητέ. Τις ίδιες αηδίες μου είπαν κι οι υπόλοιποι. Μα δε μου λέτε, είστε σοβαροί όλοι σας; Δε φτάνει που με ενοχλείτε, με θέλετε και δουλάκι σας; Εμπρός τελείωνε, φέρε μου μια μελιτζανοσαλάτα γι αρχή! -Τι; Είπε γουρλώνοντας τα μάτια ο Αλαν. Μια τι; -Μια μελιτζανοσαλάτα ανόητε! Αυτή είναι η πρώτη μου επιθυμία. Μου έχει μείνει απωθημένο από τότε που είχε τρίψει το λυχνάρι εκείνος ο…ο… τέλος πάντων, δε θυμάμαι πως τον λέγανε…Έτρωγε όμως μια καταπληκτική μελιτζανοσαλάτα εκείνη την ώρα και δοκίμασα λίγη. Έκτοτε το μόνο που μου αρέσει στον ηλίθιο κόσμο σας είναι αυτή η γεύση. Κάθε φορά που βγαίνω, η πρώτη μου επιθυμία είναι πάντα η ίδια. Σπεύσε! -Δεν είμαστε καλά! είπε θυμωμένος ο Αλαν. Τότε τα τζάμια της σοφίτας έτριξαν γερά, μερικά στοιβαγμένα έπιπλα έπεσαν κάτω, από το ισόγειο ακούστηκε σαματάς ξύλων και γυαλιών που σπάνε κι ένα κύμα σκόνης σηκώθηκε και τον έκανε να βήξει. -Κοίτα, είπε το τζίνι, δεν θα κάθομαι εδώ να παίζω. Τελείωνε γιατί βαριέμαι σου είπα. Αν δεν εκτελέσεις άμεσα τις επιθυμίες μου θα διαλύσω το αχούρι και κατόπιν θα βγω λίγο να παίξω στο δρόμο, εντάξει; Δεν έχω κανένα κέφι να σου φορτωθώ, αλλά δεν μας επιτρέπουν να επιστρέφουμε στα λυχνάρια αν δεν μας ικανοποιείτε πλήρως γιατί χαλάμε την πιάτσα. Κι αυτό είναι εντολή απαράβατη για μας. Άντε λοιπόν να τελειώνουμε! Ο Αλαν βρισκόταν στα όρια να αναθεωρήσει την πίστη του στον ορθολογισμό, αλλά δεν έκανε πίσω. Εντάξει λοιπόν, είχε μπλέξει με ένα σαματατζίδικο και απαιτητικό τζίνι. Κάποτε η επιστήμη θα το εξηγούσε και αυτό. Τώρα όμως προείχε να βρει μια μελιτζανοσαλάτα. Κατέβηκε από τη σοφίτα και κοίταξε τριγύρω. Στα κοντινά σουπερ μαρκετ δεν υπήρχε συσκευασμένη μελιτζανοσαλάτα, το ήξερε. Η ελληνική καταγωγή του τον έσπρωξε να οδηγήσει σιωπηλός μέχρι το κοντινό εστιατόριο «Σαντορίνη» όπου αγόρασε μια μελιτζανοσαλάτα, παρότι ο μαγαζάτορας επέμενε ότι είχε καλύτερη φάβα εκείνη τη μέρα. Λίγη ώρα αργότερα βρισκόταν πάλι στη σοφίτα. Το τζίνι είχε γίνει πράσινο και είχε προκαλέσει ανακατωσούρα βομβαρδισμένου τοπίου. -Επιτέλους! είπε Άρχιζα να χάνω την υπομονή μου. Λίγο ακόμα και θα έβγαινα έξω. Την έφερες; Ο Αλαν του έδωσε το κεσεδάκι. Το τζίνι μύρισε τη μελιτζανοσαλάτα κι έδειξε ικανοποιημένο. Έβαλε το δάχτυλό του στο κεσεδάκι κι άρχισε να τρώει. Ο Μάρκους Αλαν καθόταν στο πάτωμα και κοιτούσε. Σε λίγο το τζίνι είχε γίνει πάλι μπλε. -Μμμμμ…ωραία, είπε τελικά και ρεύτηκε δυνατά. Καιρό είχα να το φάω αυτό. Είναι από τα λίγα καλά στον κόσμο σας, αν και τούτη εδώ δεν ήταν γευστική σαν την προηγούμενη. Έχε χάρη που την είχα επιθυμήσει πολύ, αλλιώς θα σε έστελνα να μου βρεις κάποια της προκοπής. Νομίζω πως ο κόσμος σας όσο περνάνε τα χρόνια γίνεται λιγότερο νόστιμος. Πάμε στη δεύτερη επιθυμία; -Πάμε…είπε μοιρολατρικά ο Αλαν. -Θέλω να μου πεις τι σημαίνει χάος. Ο προηγούμενος ενοχλητικός τύπος που έτριψε το λυχνάρι, μου είπε λίγο πριν ξαναμπώ μέσα ότι είχα κάνει τη ζωή του ένα χάος. Τι εννοούσε; -Θεέ μου, έπιασε τον εαυτό του να λέει από μέσα του ο Αλαν κι αμέσως ο ορθολογισμός του επαναστάτησε. Όχι, ούτε σε αυτή την περίσταση είχε τη θέση της τέτοια μεταφυσική επίκληση. Εξάλλου αν υπήρχε θεός, αυτό το τζίνι θα έπρεπε να βρίσκεται στα τρίσβαθα της κόλασης κι όχι στη σοφίτα του παππού του. Θα καθάριζε με τον ορθολογισμό. -Λοιπόν άκουσε, αν το θες λαϊκά, χάος είναι όλη αυτή η φριχτή ανακατωσούρα που δημιούργησες τριγύρω μας. Μιλώντας πιο επιστημονικά...
Ο Αλαν του εξήγησε το χάος αρκετά αναλυτικά, τόσο που έπιασε το τζίνι να χασμουριέται. -Πολύ ωραία λοιπόν, ας πάμε και στην τελική μου επιθυμία. -Σε ακούω… -Θέλω να μάθω τι σημαίνει αγάπη. Ο Αλαν μαρμάρωσε. -Ναι, τι σημαίνει αγάπη; Δεν μπόρεσα να το καταλάβω ποτέ αυτό. Ο προηγούμενος που ρώτησα μου έλεγε κάτι αρλούμπες κι αναγκάστηκα να του κάνω παρέα μέχρι που πέθανε. Άσε, δράμα… Ξέρεις τι είναι να μένεις 20 χρόνια σ’ αυτό τον παλιόκοσμο; Τα άλλα τζίνι γελούσαν όταν επέστρεψα, είχα γίνει τελείως διάφανος από το θυμό μου. Να σκεφτείς ότι για να περάσω την ώρα μου προκάλεσα δυό πολέμους και μια πολιορκία, αλλά ούτε κι αυτά με συγκίνησαν. Όλο τα ίδια και τα ίδια κάνετε εσείς οι άνθρωποι, πυροβολείτε ο ένας τον άλλον και πεθαίνετε πολύ γρήγορα. Γι αυτό βάλε τα δυνατά σου και σε παρακαλώ μη μιλήσεις πάλι…πως το είπες… ακαδημαϊκά; Γιατί το προηγούμενο με το ζόρι το κατάλαβα, άσε που μιλάς βαρετά!
Ο Αλαν σκεφτόταν. Πώς να εξηγήσει σε ένα τζίνι την έννοια της αγάπης; Εδώ δεν την ήξερε ο ίδιος καλά-καλά. Δεν είχε αγαπήσει ποτέ. Θυμόταν αμυδρά την αγάπη που ένοιωθε για τη μητέρα του, μα είχαν πια περάσει πάνω από 25 χρόνια που είχε πεθάνει. Τον πατέρα του δεν τον είχε αγαπήσει ποτέ κι όλες του οι ερωτικές σχέσεις ήταν καθαρά σαρκικές, ποτέ δε βρήκε καιρό για συναισθήματα ανάμεσα στην καριέρα του. -Έχετε θηλυκά τζίνι; ρώτησε. -Δεν έχουμε φύλα εμείς, τι μας πέρασες; Είπε το τζίνι. Γαμώτο… Τελικά ο Αλαν προσπάθησε να χρησιμοποιήσει και πάλι τον ορθολογισμό. -Αγάπη λοιπόν…Πως να σου το πω…Πρέπει να καταλάβεις τους ανθρώπους και την ανασφάλειά τους…τις φοβίες τους…Νομίζω πως αγαπάμε γιατί στη μάχη ο δεξιός μας ώμος μένει ακάλυπτος και μια διπλανή ασπίδα πρέπει να τον καλύπτει... Αγαπάμε για να κοιμόμαστε ξέγνοιαστα, ανάσκελα τα βράδια, για να υπάρχει κάποιος να μας προσέχει τις ώρες που είμαστε ευάλωτοι. Για να έχουμε πάντα κάποιον καλεσμένο στις γιορτές μας… -Αυτό που λες δεν ξέρω αν ισχύει, πάντως δεν απαντά στην ερώτηση μου, τον διέκοψε το τζίνι. Η ερώτησή μου δεν είναι για ποιό λόγο αγαπάτε εσείς, αλλά τι είναι αγάπη. Οι άνθρωποι τελικά είστε σίγουρα ανώμαλοι, αλλιώς δεν θα μου ανέλυες την έννοια της αγάπης, που από όσα έχω καταλάβει πρέπει να είναι κάτι όμορφο, σα να μου αναλύεις τον φόβο και την ιδιοτέλεια. Αυτά τα συναισθήματα τα ξέρω από άλλους που έχουνε τρίψει το λυχνάρι μου. Ξέρω την οσμή του φόβου κι έχω δει το βλέμμα της ιδιοτέλειας. Τίποτα από αυτά δεν μου εξηγεί την αγάπη. Ίσως το να τα συνδυάζεις είναι δικά σας κόλπα, ανθρώπινα, αλλά εγώ ξέρω ότι και τα ζώα αγαπούνε. Το ξέρω γιατί μια φορά έτυχε να τρίψει κατά λάθος το λυχνάρι μου ένα λιοντάρι που προσπαθούσε να ξυστεί. Αυτό λοιπόν, αγαπούσε χωρίς να περιμένει κανέναν να του φυλάξει τον ώμο. Το ένοιωθα αυτό. Σου είπα ότι δεν ξέρω τι σημαίνει η αγάπη, όχι πως δεν μπορώ να τη δω στα πλάσματα. Αλλά δεν την κατανοώ. Γιατί υπάρχει; Άσε που το λιοντάρι ξάπλωνε ανάσκελα συνεχώς. Λυπάμαι ότι δε το ρώτησα να μου την εξηγήσει, αλλά χαίρομαι γιατί μου έμαθε το βρυχηθμό (το τζίνι έβγαλε ένα τρομερό βρυχηθμό που έκανε τα τζάμια να τρίξουν) τον ύπνο και την ηδονή, όχι αυτή τη λειψή γεμάτη σκέψεις ηδονή που ζείτε εσείς τα ατελή όντα, αλλά την αληθινή ηδονή του λιονταριού. Κρίμα ότι έκτοτε δεν έτυχε να πέσει το λυχνάρι μου σε ζώο. Λοιπόν, τι είναι αγάπη; Ο Αλαν κοιτούσε αποσβολωμένος το τζίνι. Πως διάβολο να εξηγήσει τώρα; Απόρησε με τις ίδιες του τις σκέψεις. Σκέφτηκε ότι μέσα σε λίγα λεπτά, ο ορθολογιστής έφτασε από τον θεό στον διάβολο εξαιτίας της αγάπης. -Κοίτα, ψέλλισε τελικά, νομίζω ότι αυτή η έννοια εξηγείται μόνο βιωματικά και δεν θα καταφέρω να σου δώσω να καταλάβεις… -Τότε κι εγώ θα κάτσω εδώ! -Καλά-καλά, ας κάνω άλλη μια προσπάθεια. Αγάπη λοιπόν… Νομίζω πως είναι κάτι που όταν συμβαίνει το βιώνουμε ως συναίσθημα, όμως δεν μπορεί να αναλυθεί λογικά γιατί λειτουργεί στο υποσυνείδητο. Έχω την αίσθηση ότι νοηματοδοτεί τον κόσμο μέσα μας, χωρίς όμως να το αντιλαμβανόμαστε συνειδητά. Ναι, ναι, πρέπει να είναι έτσι. Αλλιώς σκέφτομαι ότι εγώ ο ίδιος, με τόσες επιτυχίες και μια καριέρα αξιοζήλευτη, δεν έχω λόγο να νοιώθω τόσο...χμ... άδειος, τόσο κενός…Πρέπει να είναι αυτή απουσία νοήματος… είπε ο Αλαν κι ένοιωσε έκπληκτος με τα λόγια του. Αλλά το τζίνι δεν τον άφησε να το σκεφτεί περισσότερο.
-Μμ…είπε, ναι, αυτό το καταλαβαίνω, όμως και πάλι δεν εξηγεί τι είναι η αγάπη. Μου εξήγησες τι σου προκαλεί, μου είπες ότι σου δίνει ένα μη εκλογικεύσιμο νόημα στη ζωή σου, αλλά δε μου είπες από πού πηγάζει η ουσία της. Μα τόσο δύσκολο είναι να καταλάβεις τι σε ρωτάω; Φαντάσου να σου έβαζα και καμιά δύσκολη τρίτη επιθυμία... Ο Αλαν έπιασε το κεφάλι του με τα δυό χέρια. Προσπάθησε να σκεφτεί για λίγο. Ανάθεμα την τύχη μου, σκεφτόταν αλλά για την αγάπη δε σκεφτόταν τίποτα. -Λοιπόν; είπε μετά από λίγο το τζίνι. Καθυστερείς και με κάνεις να βαριέμαι. Αν είναι να σου πάρει ώρα πέσ’ το μου, τουλάχιστον να βγω λίγο να φτιάξω κανέναν πόλεμο και να ξανάρθω. Ο Αλαν τινάχτηκε. -Περίμενε, είπε. Είπες για πόλεμο ε; Και πριν μου είπες ότι και τα ζώα αγαπούνε. Λοιπόν έχεις δίκιο, άκουσε, αγάπη σημαίνει θυσία. Να σου δώσω ένα παράδειγμα από την ιστορία των προγόνων μου -ξέρεις κατάγομαι από μια μακρινή χώρα που τη λένε Ελλάδα. Εκεί να δεις μελιτζανοσαλάτες! -Α, έκτακτα! είπε το τζίνι. Τότε να ζητήσω από τον επόμενο να με πάει εκεί! -Ε, παλιά τις έφτιαχναν, τώρα τις έχουν καταργήσει γιατί δεν υπάρχουν πια μελιτζάνες στην Ελλάδα... -Κρίμα... -Ναι πολύ κρίμα. Άκουσε όμως μια ιστορία που μου είχε πει ο πατέρας μου. Ήταν Σεπτέμβρης του 480 πΧ. Ένας Πέρσης πολέμαρχος που λεγόταν Ξέρξης με τον τεράστιο στρατό του, έχει μόλις νικήσει τον αρχηγό των Σπαρτιατών, μιας από τις Ελληνικές φυλές, τον Λεωνίδα, σε μια μεγάλη μάχη που έγινε σε ένα σημείο αυτής της χώρας που και σήμερα λέγεται Θερμοπύλες. Η μάχη ήταν πολύ δύσκολη για τον Ξέρξη, παρότι οι δυνάμεις του αντιπάλου του δεν αριθμούσαν πάνω από χίλιους στρατιώτες. Ένα εκατομμύριο Πέρσες λοιπόν προελαύνουν προς την Αθήνα, την μεγαλύτερη πόλη τότε, που είχε ζητήσει βοήθεια της Σπάρτης, ενώ ο Περσικός στόλος κατευθύνεται προς το λιμάνι της. Μέσα στη σκόνη και τη λάσπη, χιλιάδες Αθηναίοι εγκαταλείπουν άρον-άρον την πόλη, εκτός από ελάχιστους που έχουν οχυρωθεί στην Ακρόπολή της, γιατί έχουν πάρει κατά γράμμα τον χρησμό από ένα αρχαίο μαντείο που υπήρχε στους Δελφούς, ότι τα "ξύλινα τείχη θα σώσουν την πόλη". Με τα πόδια, με ζώα και άμαξες, οι Αθηναίοι κατεβαίνουν στο Φάληρο για να μπούνε στα πραγματικά "ξύλινα τείχη", που κατόπιν θα αποδειχθεί πως ήταν τα πλοία τους. Από πίσω τους όμως ακολουθούν χιλιάδες ζώα, σκύλοι, κατσίκες, άλογα, γαϊδούρια. Βγάζοντας γοερές κραυγές όταν οι Αθηναίοι επιβιβάζονται στα πλοία, πολλά από τα ζώα επιχειρούν να μπουν κι εκείνα μαζί τους. Όμως ο πόλεμος όπως έχεις ήδη διαπιστώσει είναι υπόθεση ανθρώπων κι έτσι οι Αθηναίοι που βιάζονται πολύ, τα αφήνουν στο Φάληρο και σαλπάρουν για τη Σαλαμίνα, ενώ οι Πέρσες αχνοφαίνονται από μακριά να σηκώνουν σύννεφα σκόνης. Τα ζώα αποδέχτηκαν τη μοίρα τους κι έμειναν στο λιμάνι.
-Χεχε! Ναι, ο πόλεμος είναι πράγματι δική σας υπόθεση κι έχει μεγάλη πλάκα, είπε γελώντας το τζίνι. Ο Αλαν του έριξε ένα βλοσυρό βλέμμα και συνέχισε.
-Τότε, ένα μοναδικό σκυλί που η ιστορία κατέγραψε με το όνομά του ιδιοκτήτη του, ο σκύλος του Ξάνθιππου, του πατέρα του Περικλή που ήταν αρχηγός των Αθηναίων, δεν το έβαλε κάτω. Βλέποντας το πλοίο που παίρνει τον κύριό του, πέφτει στη θάλασσα και το ακολουθεί κολυμπώντας. Οι Αθηναίοι βλέπουν το σκυλί αλλά δεν μπορούν να σταματήσουν. Πρέπει επειγόντως να φτάσουν στη Σαλαμίνα για να πιάσουν τα στενά προτού εμφανιστεί ο Περσικός στόλος. Ο Αθηναϊκός στόλος συνεχίζει λοιπόν, αλλά το σκυλί δεν επιστρέφει. Επιμένει και κολυμπάει, ώσπου λίγο έξω από τη Σαλαμίνα εξαντλημένος χάνει πια τις αισθήσεις του και βυθίζεται, λίγη ώρα προτού ξεκινήσει η ναυμαχία που έκρινε την τύχη της Ελλάδας. Ο Ξάνθιππος, μόλις ο περσικός στόλος βυθίστηκε κι επιτέλους οι πολεμιστές μπόρεσαν να ανασάνουν, κατέβηκε στη Σαλαμίνα κι έσκαψε έναν κενό τάφο, στο σημείο όπου θα έβγαινε το σκυλί αν άντεχε. Από τότε οι Σαλαμίνιοι για πολλά χρόνια, έδειχναν τον τάφο του πρώτου πεσόντα ήρωα της ναυμαχίας, που ονομάστηκε "Κυνός Σήμα" για να θυμίζει στους μεταγενέστερους ότι αν υπάρχει άλαλη αγάπη, τα ζώα την ξέρουνε καλύτερα από τους ανθρώπους. Γιατί την εγκαθιστούνε στο κέντρο της ζωής, στο χώρο των ενστίκτων. Σκέψου τώρα ότι ο πόλεμος έχει τελειώσει κι είσαι άνθρωπος. Είναι καλοκαίρι κι ακολουθείς το αλαλάζον πλήθος στις παραλίες και τις αποβάθρες και φεύγει το καράβι, εκείνο το καράβι της θυσίας, που παίρνει μαζί του έναν άλλο άνθρωπο, που νομίζεις πως αγαπάς. Τον παίρνει για πάντα. Όσο ήσουν νέος, φανταζόσουν ότι είσαι ικανός να αγαπάς. Ανέμιζες μια κόκκινη σημαία που την είχες βαφτίσει αγάπη. Αλλά τώρα διαπιστώνεις ότι δεν είσαι έτοιμος να βουτήξεις και να ακολουθήσεις το καράβι της αγάπης όπως ο σκύλος. Φοβάσαι ότι κι αυτό, όπως ο στόλος των Αθηναίων, δε θα σταματήσει. Φοβάσαι τον θάνατο. Φοβάσαι τη θυσία. Κι έτσι καταλαβαίνεις ότι μαζί του φεύγει η παιδική σου αντίληψη κι ότι η καινούργια σου η σημαία δεν έχει το μεθυστικό ανέμισμα της προηγούμενης. Αλλά ξέρεις επίσης πως η σημαία που ανέμιζες παιδί ήταν ένα διανοητικό κατασκεύασμα -γιατί οι σκύλοι δεν έχουνε σημαίες αλλά ένστικτα. Το ένστικτο της αγάπης. Εκεί οι δρόμοι σου χωρίζουνε. Μπροστά η θάλασσα, η Σαλαμίνα, το Σήμα, το μόνο ένστικτο που υπερτερεί της αυτοσυντήρησης, ο τάφος, η Ιστορία. Πίσω σου η επίγνωση πως για να ζήσεις πρέπει να μείνεις ανάμεσα στο πλήθος και πως αν η Ιστορία θα σε καταγράψει στα ανώνυμα ηρωικά σκυλιά, σημαίνει πως θα’ χεις πεθάνει απ’ αυτό το ένστικτο. Είσαι έτοιμος για τη θυσία; Έτοιμος για την αγάπη; Κατάλαβες τώρα;
Το τζίνι τον κοίταξε παραξενεμένο. -Δε μου λες κύριε...πως το΄πες...κοσμήτορα; Όλοι οι καθηγητές έτσι είστε; Μιλάς τόση ώρα, τα λόγια σου μου ακούγονται πολύ όμορφα, αλλά δε μου λένε τίποτα. Τι θυσία μου λες; Δεν το καταλαβαίνω αυτό. Εμείς δεν έχουμε τέτοια πράγματα. Δεν υπάρχει λόγος να θυσιαστούμε για κάτι, πόσο μάλλον για κάτι που δεν κατανοούμε. Εντάξει, κατάλαβα ότι μου λες πως η αγάπη είναι κάτι για το οποίο οι λίγοι θα έφταναν στο σημείο να αποδεχτούν ακόμα και να πεθάνουν ενώ οι πολλοί κόβουνε το δρόμο ανάποδα, αλλά τι είναι αυτό το κάτι; Από τι αποτελείται; Πως προκύπτει; Πως μοιάζει; Γιατί όλοι γι αυτήν μιλάνε; Πως μυρίζει; Τι γεύση έχει η αγάπη;
Ο Αλαν είχε μπλοκάρει. Κοιτούσε σχεδόν απελπισμένος το άδειο κεσεδάκι της μελιτζανοσαλάτας στο πάτωμα και οι σκέψεις του χάνονταν μέσα εκεί. Μπερδεμένος ανάμεσα στον ορθολογισμό του, την ξαφνική συνειδητοποίηση του κενού που ένοιωθε τόσα χρόνια και της αναγκαιότητας να εξηγήσει κάτι που αγνοούσε, σε ένα δαιμονικό μπλε τζίνι… Ξαφνικά το μάτι του άστραψε. Έπιασε το κεσεδάκι και το ξανακοίταξε. Με το δάχτυλο δοκίμασε λίγο από το υπόλειμμα της μελιτζανοσαλάτας. Τι γεύση έχει η αγάπη; -Νομίζω πως το βρήκα! είπε. -Σε ακούω λοιπόν, απάντησε το τζίνι. Ελπίζω να τελειώνουμε πια, με κούρασες. -Σου άρεσε είπες η μελιτζανοσαλάτα, έτσι; Σου άρεσε μάλιστα εκείνη πρώτη που είχες φάει περισσότερο από τις επόμενες και μάλιστα διαπίστωσες πως ο κόσμος μας όσο πάει γίνεται και λιγότερο νόστιμος, έτσι; -Έτσι…είπε παραξενεμένο το τζίνι. Αλλά τι σχέση έχει η μελιτζανοσαλάτα με την αγάπη; -Έχει! Γιατί για να σου αρέσει η μελιτζανοσαλάτα εσένα, κάποιος άλλος την αγάπησε δημιουργώντας την. Κοίτα, δεν ξέρω πως ακριβώς γίνεται, αλλά μπορώ να καταλάβω πως περιέχει μελιτζάνα, σκόρδο, λάδι, ξύδι, μαϊντανό καρότο και μερτικές φορές κρεμμύδι κατά βάση. Φαντάσου λοιπόν: για να γίνει μια νόστιμη μελιτζανοσαλάτα που να σε κάνει να την ποθείς μια ζωή, πρέπει ο μάγειρας να αγαπάει το αποτέλεσμα της δουλειάς του. Να το έχει ορματιστεί προτού υπάρξει. Να θέλει να μυρίσει στο τέλος αυτή τη συγκεκριμένη μυρωδιά. Να γευτεί την πρώτη γεύση που είχες δοκιμάσει. Και να δώσει όσο χρόνο και υλικά χρειάζεται για να συμβεί αυτό, χωρίς να τσιγκουνευτεί αλλά ούτε να υπερβάλει. Να ψήνει με αγάπη τη μελιτζάνα, να της αφαιρεί ένα προς ένα τα σπόρια, να τη λιώνει πολύ προσεκτικά στο γουδί. Έπειτα πρέπει αυτή τη σκληρή σάρκα να τη δουλέψει μαζί με τα υπόλοιπα υλικά για ώρα, με το χέρι, ώστε να γίνει ένα μείγμα πραγματικά καλοδεμένο και νόστιμο. Η πρώτη μελιτζανοσαλάτα σου άρεσε γιατί φαντάζομαι πως ο μάγειρας την είχε φτιάξει σιγά-σιγά, με αγάπη για το αποτέλεσμα. Αυτή που σου έφερα τώρα είχε μάλλον χτυπηθεί σε μίξερ. -Να θυμηθώ να ρωτήσω τον επόμενο τι είναι μίξερ, είπε το τζίνι. -Δε χρειάζεται, θα σου πω εγώ. Μίξερ είναι ένα μηχάνημα χωρίς αγάπη. Βάζεις τα υλικά μέσα και φτιάχνει ένα χυλό στα γρήγορα. Αγάπη λοιπόν είναι το αντίθετο του μίξερ. Δεν είναι ένα μηχάνημα που βάζεις όλα τα υλικά μέσα και βγάζεις πελτέ. Είναι αυτό το σχεδόν...πως να το πω... μεταφυσικό κίνητρο που, με τη βοήθεια του χρόνου και του εθελοντικού σου κόπου, σε κάνει να προκαλείς την κατάλληλη ζύμωση, την ένωση των υλικών σε ένα μείγμα αξεχώριστο, όπου κάθε υλικό δένει αρμονικά με τα άλλα και συγκροτούν μια ουσία, ένα νέο κοινό υλικό. Νόστιμο. Ναι, νομίζω πως η αγάπη είναι πρώτα απ όλα νόστιμη. Πρέπει να αγαπάς για να φτιάξεις καλή μελιτζανοσαλάτα. Και νομίζω ότι πρέπει να είχε και λίγες σταγόνες ιδρώτα μέσα η πρώτη συνταγή που δοκίμασες. Κι αν κάποτε τελειώνει, εαν πραγματικά ήταν νόστιμη θα την ξαναφτιάξεις. Αρα ότι συγκροτείται με αγάπη δεν τελειώνει ποτέ. Το τζίνι χαμογέλασε.
-Βλακείες λες, είπε, αλλά τις λες χαριτωμένα. Εχε χάρη που η μελιτζανοσαλάτα είναι πράγματι νόστιμη. Και που βαριέμαι.
Ο Μάρκους Αλαν το κοιτούσε όπως το απορροφούσε το λυχνάρι σα γαλάζιο καπνό. Για πρώτη φορά είχε αφήσει τον ορθολογισμό κατά μέρος κι είχε χρησιμοποιήσει τη μαγειρική για να εξηγήσει στο τζίνι, μα ίσως πρώτα-πρώτα στον εαυτό του, μια έννοια. Όταν είπε τις λέξεις ‘μεταφυσικό κίνητρο’ του φάνηκε πως μιλούσε άλλος. Ωστόσο δεν είχε βρει καλύτερη έκφραση. -Hey, Allan Dean! φώναξε το τζίνι όπως εξαφανιζόταν. -Ναι; -Την εξήγηση που μου έδωσες για το χάος να την ξανασκεφτείς. Νομίζω πως χάος είναι απλά η μελιτζανοσαλάτα στο μίξερ, είπε και χάθηκε.
~~
*διασκευή απο έντυπο, κλπ μπλα μπλα.

buzz it!

16 σχόλια:

Σελιτσάνος είπε...

Τώρα κατάλαβα τι εννοούσε η γυναίκα μου όταν,ξεδιαλέγοντας τα δώρα του γάμου μας,μού΄δεξε ένα υπερμέγθες μίξερ και μου είπε:
"Αυτό ή το αλλάζουμε ή το χώνουμε στην αποθήκη στο υπόγειο!".

Σώσατε την οικογενειακή μου ευτυχία!

Nomad είπε...

Σελιτσάνε,

μαλλον η σύζυγος την έσωσε.

:)))

ΥΓ. Αδημονώ να μπει ο φίλος μας ο κΚΚΜ, να μου γκρινιάξει ότι είναι μεγάλο και οπως παντα το τύπωσε για να το διαβάσει, προκειμένου να του πω ότι είναι κατ αρχην και αν μη τι άλλο, ανηθ-οικολόγος.

:ΡΡΡ

nelly είπε...

Δεν ξερω ρε γαμωτο... δε γινομαι εσκεμμενα προκλητικη αλλα η αγαπη ειναι εφευρεση. Η αγαπη ερχεται να καλυψει το φοβο του κενου, οχι το ιδιο το κενο. Ερχεται να αποκαταστησει την ανησυχια, να υποσχεθει αθανασια και λυτρωση.

Κοιμαμαι μπρουμυτα ξερεις κι ας με κουραζει καποιες φορες. Ανασκελα δε μπορω. Μπρουμυτα παντως κανεις ελαφρυ υπνο και με τον παραμικρο θορυβο αρπαζεις το σπαθι κατω απ το στρωμα σου. (Αν δεν ημασταν φτιαγμενοι να χρειαζομαστε σπαθια δεν θα τα ειχαμε εφευρει. Αυτο, για να προλαβω την απαντοερωτηση σου "τι να το κανεις το σπαθι?")


ΥΓ:απο ποτε δεν εχουμε μελιτζανες στην Ελλαδα?

Nomad είπε...

Νέλλυ,

ΥΓ. απο τότε που θέλουν να μας επισκεφθούν φασαριόζικα τζίνια

:ΡΡΡ

Για τα σοβαρά που λες, εγώ νομίζω πάλι οτι δεν είναι εφεύρεση. Κι οτι το κίνητρο δεν είναι ο φόβος, ενώ οταν το κίνητρο είναι ο φόβος δεν πρόκειται περί αγαπης. Τελος παντων, θεωρητικά ολα αυτα είναι, ο καθένας βιώνει τα πράγματα και τις καταστάσεις και φυσικά τα συναισθήματα με τον δικό του τρόπο. Σκέπτομαι οτι κάποιος μπορεί να κατανοήσει όλη την εκταση της αγαπης οταν κάνει παιδιά. Η ερωτική αγάπη είναι υποδεέστερη, επειδή ενδέχεται να εκπέσει. Η γονική ομως σπανίως εκπίπτει -οκ, μήδειες και αυστριακοί που φυλακίζουν παιδιά θα εμφανίζονται κατά καιρούς.
Αλλα αν με ρωτάς, βρίσκω οτι ο φόβος είναι κίνητρο κυρίως στην εμμονή κάποιου να μην πιστευει στους ερωτες, παρά την αποδοχή του αγαπητικού συναισθήματος. Η αληθεια είναι πως η αγαπη σε καθιστά αυτομάτως ευάλωτο και άοπλο. Ε ναι, αυτό φοβίζει γιατί έχουμε μάθει να κοιμόμαστε πανω απο σπαθιά και σκεπασμένοι με ασπίδες.

:)

Σελιτσάνος είπε...

Προς το παρόν είναι απασχολημένος.Αποφάσισε να κάνει total makeover...

δεν_ερωτεύομαι_που_να_χτυπιέστε_κάτω είπε...

Τα σπαθιά και οι ασπίδες σας μοιάζουν πολύ με το μίξερ. Λεπίδες που κομματιάζουν ορμητικά την τροφή (ή το όνειρο) και της αφαιρούν όσα η αγάπη θα της έδινε δώρα για την πολυπόθητη νοστιμιά της.
Τρώτε τζανκ επειδή φοβάστε να φάτε πραγματικό φαγητό, λέτε.
Αυτή την καημένη τη γεύση σας την σκεφτήκατε? Νεκρή από τώρα? Ίσα για να επιβιώνετε μασάτε και ποτέ για να ευφρανθείτε?...

Λυπάμαι, διαφωνώ. Το φαστ φουντ το σιχαίνομαι. Είναι βλαβερό, πρόχειρο, χωρίς θρεπτική αξία, μίζερο και λίγο. Προτιμώ να μαγειρεύω αγαπονοστιμιές και να τρατάρω φίλους κι αγαπημένους, μοιραζόμενη μαζί τους τη μαγεία αυτή. Αλλιώς, μπορώ και να πεινάσω για λίγο, το προτιμώ σαφέστατα.
Μερικές φορές από το να έχω κάτι ανούσιο ή ελάχιστο προτιμώ ένα μεγαλειώδες τίποτα. Μου φαίνεται σαφώς πιο συγκινητικό.
Οκ, γνώμες...

mamma είπε...

Ωραίο κλπ μπλα μπλα :)))

rosie είπε...

Η αγάπη, επίμονος κηπουρός..

Ο μόνος ρόλος που μπορεί να έχει ο οποιοσδήποτε σε μια σχέση, είναι αυτός του "επίμονου" κηπουρού (constant gardener). Είναι μια άλλη εκδοχή από τη δική σας του επίμονου μάγειρα. :)

Μπορείς να ποτίζεις, να κλαδεύεις, να λιπαίνεις, να μεταφυτεύεις και να προστατεύεις από τα ζιζάνια. Να δίνεις χώρο. Να ανέχεσαι τις κακές χρονιές και να ελπίζεις σε καλό κλίμα εν ευθέτω χρόνω. Μπορείς να θεραπεύεις, θα έλεγαν οι αρχαίοι, δλδ. να φροντίζεις. Ενίοτε, μπορείς και να καρπούσαι.

Θέλει κόπο, υπομονή, τέχνη και τεχνική. Εχει χαρές και λύπες. Επειδή σε ενδιαφέρει το συγκεκριμένο άτομο, όχι κάποιο άλλο που θα είναι σαν αυτό, αλλά αλλιώς.

kopoloso είπε...

(Επίσης έχω να σχολιάσω ότι και στη νησιώτικη σκορδαλιά με πατάτα, η χρήση του γουδιού είναι απολύτως απαραίτητη, προκειμένου να επιτευχθεί η μαστιχωτή υφή, η οποία είναι και το κύριο χαρακτηριστικό της παραδοσιακής αλιάδας.)

Επιπλέον να προσθέσω ότι κατατάσσω ασυζητητί τη μελιτζανοσαλάτα -όπως και τη σκορδαλιά και γενικά όλες αυτές τις "αλοιφές" που περιέχουν σκόρδο- στην κατηγορία των Τροφών Που Προάγουν Την Τρυφερότητα Και Την Κατανόηση Μεταξύ Του Ζεύγους (ΤΠΠΤΤΚΤΚΜΤΖ), διότι συνήθως, είτε καταναλώνεται και από τα δύο μέλη συγχρόνως, είτε δεν καταναλώνεται καθόλου.

aKanonisti είπε...

Δεν είναι μεγάλο...διαβάζεται πολύ ευχάριστα..
Ευγε!!!!

Γαι μένα αγάπη είναι... να προσπαθείς να μαντέψεις την γεύση του φαγητού... που θα χαρίσει μεγαλύτερη ηδονή στον αγαπημένο σου...

:-))))

Nomad είπε...

Σελιτσάνε,

οχι χωρίς ντροπή, ομολογώ πως εχασα κάποια επεισόδια του φίλου μας. Παω να εξομολογηθώ και να αναπληρώσω.

:)

δεν ερωτευεσαι που να χτυπιόμαστε κάτω,

μπιγκ νόθινγκ, αν το καλοσκεφτούμε, είναι τα πάντα. Εξίσου όσο ένα απλό πετραδάκι μπορεί να είναι μπιγκ σαμθινγκ, εφόσον βαφτιστεί με κάποια σημασία.
Εχω την εντύπωση πως η σημασία είναι κάτι που αποδίδεται απο εμας και δεν υπάρχει εσωτερικά στα πράγματα, κάτι σαν προστιθέμενη αξία δηλαδή. Η σημασία που εχει για εμάς κάποιος/κάτι, αν/όταν φτάσει στο σημείο να υπερβεί η έστω να πλησιάσει τη σημασία του εαυτού τότε το φαγητό είναι φρέσκο ακόμα κι αν έχουν περάσει αιώνες καταψυξης.

:)

Μάμμα,

κι εμένα αυτό μου άρεσε περισσότερο!

:ΡΡ

Ρόζι,

οπως τα λετε, πλην επειδή δεν μπορώ να σχολιάσω στα σοβαρά (δεν ξερω τι κουσουρι ειναι αυτό που εχω, αλλα μου ειναι σχεδόν αδυνατο να παραμείνω στο ύφος ενός σοβαρού ποστ οταν απαντω σε σχόλια, συγνώμη) εμένα στο μυαλό μου ερχεται αυτομάτως ο Πητερ Σελλερς στο Μπινγκ Δερ, που εκανε τον απόλυτο κηπουρό. Τοχετε δει;;;;

:ΡΡΡ

Κοπολόσο,

να τώρα ιδέα, να κάνουμε εναν καταλογο ΤΠΠΤΤΚΤΚΜΤΖ και να τον εφαρμόσουμε σε νεο γκουρμεδάδικο ειδικευμένο σε ΖΜΣΜΗΧΠ (ζευγάρια μακρας συμβίωσης με η χωρίς παιδιά) (αντε, και τρίο δεκτά μέχρι κουαρτέτα, απο κει και πανω να πανε στο κουκλάκι οι ανωμαλοι :ΡΡ ). Για τις βραδινές εξόδους έχω να προτείνω και τσίχλα σκόρδου.

:ΡΡΡΡΡΡ

Ακανόνιστη,

τι;;; Δεν το βρήκατε μεγαλο;;;;
Θα σας κανονίσω!

:ΡΡΡΡΡ

Δεν_ερωτεύομαι_που_να_χτιπιέστε_κάτω είπε...

"...τότε το φαγητό είναι φρέσκο ακόμα κι αν έχουν περάσει αιώνες καταψυξης."

Βαφτίζουμε το κρέας ψάρι για να λέμε πως νηστεύουμε... Οκ, πάσο. Είναι κι αυτή μια άποψη.

:-)

Ιωάννα είπε...

Λέτε:
"Η ερωτική αγάπη είναι υποδεέστερη επειδή ενδέχεται να εκπέσει.
Η γονική όμως σπανίως εκπίπτει."

Συμφωνώ.

Υπάρχει όμως και αυτή η πλευρά -που όσο περνάνε τα χρόνια την "διακρίνω" καθαρότερα- και που ίσως καθιστά την ερωτική αγάπη "ανώτερη" από αυτήν της γονικής.

Στη γονική αγάπη είσαι αυτός που "δημιούργησε" το παιδί. Το παιδί υπάρχει χάριν της δικής σου ύπαρξης.

Ίσως μέσα από την αγάπη προς το παιδί μας να αγαπάμε και ένα κομμάτι του δικού μας εαυτού-"δημιουργού".

Στη γονική αγάπη δεν επιλέγεις να αγαπήσεις το παιδί σου.
Απλά το αγαπάς.

Στην ερωτική αγάπη όμως συναντιούνται δύο άνθρωποι που έχουν άλλα βιώματα, άλλες συνήθειες, άλλους χαρακτήρες.

Κανένας από τους δύο δε "χρωστά" στον άλλο τίποτα.
Ούτε την ύπαρξή του ούτε και τη συνέχειά του.

Αγαπάς ενώ δεν είναι υποχρεωτικό, εννοώ δεν περιμένει κανείς να αγαπήσεις αυτόν ή αυτήν, δένεσαι με έναν άνθρωπο ενώ δεν "εμπίμπει" στις υποχρεώσεις σου.

Είναι μία επιλογή και όταν αυτή η επιλογή μέσα στο χρόνο συνεχίζει να είναι επιλογή και όχι συνήθεια ή ρουτίνα, τότε η ερωτική αγάπη δεν είναι καθόλου υποδεέστερη, τείνει κατά τη γνώμη μου να καταδείξει πως οι άνθρωποι μπορούν να παράξουν μαγεία κι ας μην είναι ...μάγοι!

Μεταξύ μας και όταν δεν αντέχει στο χρόνο πάλι μαγική είναι για όσο κρατήσει!

υ.γ. Σας έχω συνηθίσει νομίζω να σχολιάζω "κατόπιν εορτής"

υ.γ. Και από σήμερα χωρίς "δανεικές" λέξεις ή φράσεις. "Το όνομά μου είναι Σαμ" Συγγνώμη...

Πάμε από την αρχή: "Το όνομά μου είναι Ιωάννα!"

Καλώς ήλθα!;

nomad είπε...

Ιωάννα,

καλώς ήλθατε λοιπόν

:)))

Συμφωνώ σε όλα όσα λέτε, ισως η λέξη που χρησιμοποίησα δεν ήταν η πιο καταλληλη. Παντως με την εννοια του πλησιέστερου στο απόλυτο η γονική αγάπη έστω κι αν είναι εγωιστική, κόβει το νήμα. Βεβαίως η ερωτική αγάπη είναι οπως την περιγράφετε. Ισως να μην έπρεπε καν να συγκρίνονται αφου η εξωγενής ομοιότητα κρύβει τις εσωτερικές διαφορές. Ομως οταν η ερωτική αγάπη καταλαγιάσει και περάσει ο καιρός, δεν μεταβαλλεται σε οικογενειακη πολλές φορές; Παιδί σου δεν γίνεται κατα μια εννοια και ο συντροφος;

:Ρ + :)

Ιωάννα είπε...

Αυτό κατά τη γνώμη μου είναι και το πρόβλημα...

Δηλαδή ενώ από τη φύση της η ερωτική αγάπη περιέχει το απόλυτο, το πάθος, την έμπνευση να φτάνει να καταλαγιάζει όταν περνάει ο καιρός και ναι να μεταβάλλεται (στις καλές περιπτώσεις, γιατί υπάρχουν και άλλες που γίνονται μέχρι και εχθρικές) σε μία εκδοχή οικογενεικής σχέσης.

Παιδί σου, αδελφός σου, πατέρας σου οκ, αλλά φτάνει αυτό;

Θα μου πεις από κάποιον που αδιαφορεί πλήρως για σένα ή από κάποιον που σε θεωρεί κτήμα του και δε σου δίνει καμία δυνατότητα να είσαι ο εαυτός σου είναι πολύ καλύτερα.

Όμως γιατί πρέπει να "θυμόμαστε" τον έρωτα στη φυσική του μήτρα, μέσω "αναδρομών" στο παρελθόν μας, ή όταν διαβάζουμε π.χ τα "Ανεμοδαρμένα Ύψη", το "Όσα παίρνει ο άνεμος" ή όταν βλέπουμε ταινίες;

Τι φταίει;
Αρκεί μόνο ότι περνά ο χρόνος και γνωρίζεις τον άλλο και ίσως χάνεται μία μορφή μαγείας με την απομυθοποίηση του άλλου;

Φταίνε τα καθημερινά μικρά ή μεγάλα προβλήματα;

Ή η τύχη του έρωτα, του όποιου έρωτα, είναι σαν και αυτή της επανάστασης, της κάθε επανάστασης: να "χάνεται" από τα έσω και ποτέ όταν την πολεμούν οι άλλοι....

Σκέψεις που κάνω τώρα...

Και σε τρεις μέρες Πάσχα

Φαντάζομαι να μην περιμένετε να σας ευχηθώ "καλή Ανάσταση" κλπ, κλπ.

Τα΄χουμε πει πριν από αρκετό καιρό:

"Στο σπίτι των παιδικών και εφηβικών μου χρόνων η "παρουσία" του Θεού δεν ήταν στην "ημερήσια διάταξη".

Δεν είχαμε καμία γωνιά στο σπίτι με το καντήλι ν΄ανάβει μπρος σε μία εικόνα αγίου.Στην εκκλησία πηγαίναμε σε γάμους, βαφτίσια, κηδείες και το Πάσχα.Κι αυτό λίγο πριν την Ανάσταση, για το "Χριστός Ανέστη" που κι αυτό, όσο μεγάλωνα το αντικαθιστούσα με το "χρόνια πολλά".

Χρόνια πολλά λοιπόν σε σας και στην οικογένειά σας, από καρδιάς και ας μη σας ξέρω.

Με υγεία και δύναμη.

Και με τη συνεχή παρουσία της ευγένειας που σας διακρίνει που ακόμη και όταν είναι περιπαιχτική ή "ετοιμοπόλεμη" στο βάθος της είναι πάντα "ευγένεια".

Nomad είπε...

Γιατί, Ιωάννα, ο έρωτας απο πάθος γίνεται μνήμη.

:)