Κέντρωνας 2 -Πλησιάζοντας στο φως

Έμοιαζε με πάνθηρα αλλά ήταν λευκός και πελώριος. Την κοίταξε ίσια στα μάτια. Το ένα του μάτι ήταν σκούρο πράσινο και το άλλο καστανό. Δεν έμοιαζαν με μάτια αιλουροειδούς, ήταν ανθρώπινα. Η φιγούρα του, έτσι ογκώδης, της φάνηκε πολύ απειλητική. Οπισθοχώρησε. Δεν πρόσεξε και σκόνταψε στην έξοδο του εξαερισμού που προεξείχε στην άκρη του ουρανοξύστη. Aμφιταλαντεύτηκε μια στιγμή κι αμέσως έχασε την ισορροπία της κι έπεσε στο κενό. Να πέφτεις στο κενό, είναι ένα απίστευτο συναίσθημα. Ένοιωσε τα σωθικά της να ανεβαίνουν και την επιτάχυνση να αυξάνει. Τα μάτια της γούρλωσαν, αλλά δεν έβγαλε ούτε μια κραυγή. Ο ουρανοξύστης έπρεπε να έχει περίπου 500 πατώματα -τουλάχιστον έτσι της φάνηκε. Κάτω οι άνθρωποι και τα αυτοκίνητα φαίνονταν σαν παιδικά παιχνιδάκια που ολοένα μεγάλωναν. Στριφογύρισε το σώμα της όπως έπεφτε και κοίταξε προς τα επάνω. Ο άσπρος πάνθηρας είχε βγάλει το κεφάλι του στην άκρη του κτιρίου και την κοιτούσε. Τελικά, πήδηξε κι αυτός. Η Ελένη έκλεισε τα μάτια κι άρχισε να προσεύχεται. Εκείνη τη στιγμή δεν έχει σημασία αν πιστεύεις στο Θεό. Πάντα προσεύχεσαι. Αισθάνθηκε να προσγειώνεται σε κάτι μαλακό. Ενστικτωδώς έσφιξε τα χέρια να γραπωθεί. Έπιασε τρίχωμα. Άνοιξε πάλι τα μάτια. Ο λευκός πάνθηρας είχε τώρα απλώσει δυό υπερφυσικές φτερούγες που έμοιαζαν περιστεριού. Είχε προσγειωθεί στη ράχη του και πετούσαν πάνω από την πόλη. Ο αέρας έπαιρνε τα καστανά μαλλιά της με ορμή προς τα πίσω και την ανάγκασε να δακρύσει. Ο πάνθηρας έστρεψε το κεφάλι και της χαμογέλασε. Τα τεράστια δόντια του άστραψαν σαν διαφήμιση οδοντόπαστας. Έπαιρναν ύψος όταν τέσσερα καταδιωκτικά αεροπλάνα εμφανίστηκαν στον ορίζοντα. Ο πάνθηρας άρχισε τους ελιγμούς ενώ εκείνη κρατήθηκε δυνατά και κόλλησε το σώμα της όσο πιο σφιχτά μπορούσε στο παχύ του τρίχωμα. Τα καταδιωκτικά έριξαν εναντίον τους πυραύλους. Άκουγε τις εκρήξεις κι έβλεπε τις λάμψεις τριγύρω. Το ζώο ήταν πολύ ευέλικτο. Συνέχισαν καταδιωκόμενοι να ελίσσονται ανάμεσα στα πυρά. Η πόλη από κάτω φωτιζόταν και κάποιο μεγάλο ποτάμι διέσχιζε τις δυτικές συνοικίες από άκρη σ’ άκρη. Ο πάνθηρας μάζεψε ξαφνικά τα φτερά κι άρχισαν να πέφτουν προς το ποτάμι με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Ένοιωσε σα να ήταν στο λούνα-παρκ του τρόμου, στο τρενάκι που ορμάει στην άβυσσο. Η Ελένη ούρλιαξε τη στιγμή που το μαύρο παγωμένο νερό του ποταμού τη χτύπησε με δύναμη στο πρόσωπο. Τώρα κολυμπούσαν. Ο πάνθηρας είχε κλείσει τις φτερούγες και έκανε απλωτές με τα ογκώδη μπροστινά του πόδια. Ο βυθός, παρότι το νερό πριν βουτήξουν φαινόταν σκοτεινό, ήταν αρκετά φωτεινός κι εντυπωσιακός. Κοράλλια κόκκινα και κίτρινα, μυριάδες αλλόκοτα ψάρια, μερικά με κέρατα κι άλλα πολύχρωμα και μερικά γαλάζια σαλάχια τους ακολουθούσαν. Φοβήθηκε ότι θα έσκαγε. Σύντομα αναγκάστηκε να πάρει την απελπισμένη ανάσα και το νερό μπήκε στα πνευμόνια της. Αλλά τη στιγμή που σκέφτηκε πως αυτό ήταν το τέλος της, μπόρεσε να ανασάνει κανονικά σαν αμφίβιο. Μια σκοτεινή τρύπα φάνηκε ευθεία μπροστά. Μπήκαν μέσα με φόρα και δεν έβλεπε πια τίποτα. Άρχισε να τρέμει. Σε λίγο ένα κόκκινο φως φώτισε τα τοιχώματα του τούνελ και ακούστηκε μια μελωδία από ακορντεόν. Είδε τα νερά να κυματίζουν σύμφωνα με το ρυθμό. Δεν καταλάβαινε πως ήταν δυνατόν να ακούει μουσική και να βλέπει κυματισμό μέσα στο νερό, αλλά μπροστά στα υπόλοιπα, αυτά ήταν σίγουρα μικρότερα ξαφνιάσματα. Το τούνελ ανέβαινε και σε μερικά λεπτά αναδύθηκαν σε ένα μεγάλο σπήλαιο με σταλακτίτες. Παρότι το νερό στις σπηλαιώδεις λίμνες είναι συνήθως στάσιμο, εδώ είχε έντονο κυματισμό σα να είχαν αναδυθεί στη μέση φουρτούνας. Μέσα σε βάρκες που ανεβοκατέβαιναν σαν καρυδότσουφλα σε κάποια απόσταση απέναντι, μερικοί ψαράδες τους κοιτούσαν έκπληκτοι. Κάποιος από το πλήρωμα μιας βάρκας έβγαλε έναν τεράστιο φακό και έριξε πάνω τους τη φωτεινή του δέσμη. Τότε η γυναίκα συνειδητοποίησε πως ήταν γυμνή και ντράπηκε, αλλά αμέσως κατάλαβε πως η έκπληξή τους δεν οφειλόταν στη γύμνια της μα στο τεράστιο αλλόκοτο ζώο. Την ίδια στιγμή ο πάνθηρας τινάχτηκε απότομα κι εκείνη, που δεν κρατιόταν τόσο γερά πια, έχασε την ισορροπία της κι έπεσε στη λίμνη. Τότε ο άντρας από την βάρκα έδωσε τον φακό στον διπλανό του και βούτηξε στο μανιασμένο νερό. Ταυτόχρονα λίγο μακρύτερα, με μια δυνατή βουή, άρχισε να αναδύεται κάτι που στην αρχή έμοιαζε με πράσινο νησί που είχε επάνω του παράξενα εξογκώματα σαν καφετιούς λοφίσκους. Σε δευτερόλεπτα το αναδυόμενο νησί μεταμορφώθηκε στο κεφάλι ενός απίστευτα μεγάλου βάτραχου, ακόμα πιο πελώριου από τον πάνθηρα. Ο άνθρωπος που είχε βουτήξει την πλησίαζε, όταν ο βάτραχος άνοιξε το τεράστιο στόμα. Η Ελένη κοιτούσε μια το στόμα, μια τον πάνθηρα που είχε βγει στην όχθη και τιναζόταν αμέριμνος για όσα συνέβαιναν και μια τον κολυμβητή που ερχόταν ολοταχώς προς το μέρος της. Τότε συνειδητοποίησε ότι ο κολυμβητής ήταν ο άντρας της. Η ραχοκοκκαλιά της πάγωσε ακαριαία, έτσι όπως δεν είχε συμβεί ούτε όταν έπεσε στο κρύο νερό. Πήγε να ουρλιάξει, όμως η βουή ήταν τώρα εκκωφαντική, το νερό έμπαινε στο στόμα της με δύναμη και την έπνιγε και ο βάτραχος ήταν πια πολύ κοντά. Το στόμα του ρούφαγε το νερό σχηματίζοντας δυνατό ρεύμα, που την παράσερνε με ορμή προς το λαρύγγι του. Ο άντρας με μια απότομη κίνηση έφτασε το τεράστιο αμφίβιο και σκαρφάλωσε στο στόμα του. Με τα χέρια προσπάθησε να το εμποδίσει να το κλείσει. Αλλά ο βάτραχος άρχισε να βουλιάζει. Η Ελένη κατάφερε να βάλει τις φωνές. Κοίταξε παρακλητικά το αιλουροειδές. Όμως εκείνο έγλυφε τα πλευρά του αδιάφορο, δεν άκουγε και δεν παρατηρούσε πια τι γινόταν γύρω του. Σαν τρελή άρχισε να κολυμπάει ακόμα πιο γρήγορα προς τον άντρα, αλλά το μόνο που έβλεπε τώρα ήταν μια δίνη νερού. Ο βάτραχος είχε εξαφανιστεί μαζί του. Ακούστηκε ένας διαπεραστικός ήχος, τόσο οξύς που ένοιωσε να τρυπάνε τα τύμπανά της. Μουσκεμένη στον ιδρώτα και τουρτουρίζοντας πετάχτηκε από το κρεβάτι σχεδόν όρθια. Συνειδητοποίησε ότι το τηλέφωνο κουδούνιζε. Κοίταξε το ρολόι. Ήταν 2.40 τη νύχτα. Άφησε μια βαθιά ανάσα. -Ναι; -Ελένη... -Ναι... -Αγάπη μου! -Λεωνίδα! Που είσαι; -Σε μια τεράστια μπανιέρα υδρομασάζ, όχι δεν έχω κορίτσια μαζί μου και το ξενοδοχείο είναι τρομερό! Έρχομαι αύριο, πετάω στις 3 μεσημέρι δική μας ώρα από Ορλί... Συγνώμη που σε πήρα τέτοια ώρα μικρή μου, μα ένοιωσα την ανάγκη να στο πω. Σ’αγαπάω πολύ... -Θα έρθω να σε πάρω. Κι εγώ σ’ αγαπώ. Πολύ... Αντάλλαξαν κάμποσα ερωτόλογα κι έκλεισαν. Για μερικά δευτερόλεπτα έμεινε να κοιτάζει το ταβάνι με μάτια άδεια κι ένα στεναγμό ανακούφισης. Μετά άλλαξε μπλουζάκι, έκλεισε τα μάτια της, αλλά χρειάστηκε αρκετή ώρα για να καταφέρει να κοιμηθεί ξανά. Η ανάμνηση της μελωδίας του ακορντεόν τη βοήθησε. ~.~ -Τελικά είσαι πολύ κακός τύπος, είπε ο Άλανταρ. -Και γιατί παρακαλώ; -Μα δεν μπορώ να καταλάβω που πας και τα βρίσκεις. Σε διασκεδάζει να τους στέλνεις αδιάβαστους; -Δεν σε καταλαβαίνω φίλε. -Γιατί την τρόμαξες αυτήν τη δύστυχη τώρα; Πάντα το ίδιο κάνεις. Δεν φτιάχνεις όνειρα εσύ, φτιάχνεις εφιάλτες. Προχτές εμφάνισες σε εκείνον τον άτυχο το παιδί του λίγο πριν το χτυπήσει η μοτοσικλέτα. Παραλίγο να πάθει συγκοπή. Σε διασκεδάζει τόσο πολύ πια να προκαλείς τρόμο; -Ναι, αλλά σκέψου την ηδονή τους όταν ξυπνάνε; Και κοίτα ποιος μιλάει! -Εγώ ποτέ δεν έκανα τέτοιο βρώμικο παιχνίδι, Πελίνο... -Α, μάλιστα! Ξεχνάς εκείνον τον δύστυχο που την έπαθε όντως την προσβολή όταν του έστειλες τα σκυλιά του Άδη να τον κυνηγήσουν μέσα στο υπόγειο με τους καταξεσκισμένους ανθρώπους και τα αίματα στους τοίχους με τα καρφιά που ολοένα και στένευαν; -Αυτό είναι άδικο. Δεν ήξερα ότι είχε φύσημα στην καρδιά, δεν τον είχα ψάξει αρκετά. -Ναι, αλλά τον εφιάλτη ήξερες να τον φτιάξεις. -Δεν είναι το ίδιο Πελίνο και το ξέρεις καλά. Εγώ φτιάχνω μεταφυσικούς εφιάλτες, κατασκευάσματα που δεν στηρίζονται στην πραγματικότητα. Δεν τους βάζω να βλέπουνε πνιγμούς και ατυχήματα αγαπημένων τους. Εγώ κάνω τέχνη! -Ωραία τέχνη! Δηλαδή εννοείς ότι οι τρίμετροι λευκοί φτερωτοί πάνθηρες και τα υπερφυσικά βατράχια στηρίζονται στην πραγματικότητα; είπε ειρωνικά ο Πελίνο -Σταμάτα. Ξέρεις καλά τι εννοώ. -Αυτό που ξέρω είναι ότι τότε δημιούργησες μια φρικτή πραγματικότητα. Ο άνθρωπος πέθανε στ‘ αλήθεια Αλανταρ. -Και από τότε δεν έχω ξαναφτιάξει βάρβαρο όνειρο. Και αυτό το ξέρεις επίσης. Και πριν όμως, σπανίως έφτιαχνα εφιάλτες. Μου αρέσουνε περισσότερο τα ευτυχή σενάρια. Και τώρα δεν είναι τυχαίο ότι εσύ διάλεξες τη γυναίκα κι εγώ δέχτηκα αδιαμαρτύρητα τη γάτα. Ξέρεις τι της σκάρωσα; Όλο το βράδυ κυνηγούσε μια πάπια. Στο τέλος την έκανα να την πιάσει κι εκείνη για να γλιτώσει της αποκάλυψε μια ποντικοφωλιά. Έπρεπε να την έβλεπες πως γουργούριζε! Με έκανε να νοιώσω πολύ όμορφα, γιατί ήταν χαρούμενη. Ευτυχές σενάριο βλέπεις. -Εντάξει, αλλά δε νομίζω πως αυτός είναι λόγος να μου αρέσουν κι εμένα οι κοινοτοπίες. Τα βρίσκω σαχλά αυτά τα «ευτυχή σενάρια». Έχεις περιορισμένη φαντασία. Αν σε φτιάχνει να γουργουρίζει μια γάτα, δεν έχω πρόβλημα. Αλλά μη με σχολιάζεις. -Εγώ δεν έχω φαντασία; Βρίσκω πως είσαι κακός Πελίνο... -Ο καθένας με τα γούστα του... -Νομίζω πως φταίει που έχεις καιρό να ερωτευτείς, ε; -Να μη σε νοιάζει. Να κοιτάς τα δικά σου θέματα. Κουράστηκα με τη συνεχή κριτική σου. -Πελίνο, είμαι πάντα φίλος σου. Δεν πρέπει να σου λέω αυτά που αισθάνομαι; Τι φίλος θα ήμουν τότε; Ο Πελίνο έμεινε για λίγο σιωπηλός και σταμάτησε να φέγγει, δείγμα έντασης. Τελικά φωτοβόλησε ελάχιστα και απαλά. -Εντάξει, εντάξει. Είμαι μάλλον κακοδιάθετος, απλά. Λοιπόν, λέω να μείνω εδώ για λίγο ακόμα, μου αρέσει αυτή η γυναίκα. Παρατήρησες ότι δεν ούρλιαξε την ώρα που έπεφτε από τον ουρανοξύστη; -Ναι; Δεν το πρόσεξα, ήμουνα στη φάση που η πάπια είχε ανέβει στην κορυφή μιας βαλανιδιάς την ώρα που την έριξες. Αλλά πράγματι, αυτό είναι αξιοπρόσεκτο. Πάντως αν μείνεις, λυπήσου την -Εσύ; -Θα φύγω από δω. Βαρέθηκα τα ζώα. Λέω να μπω σε άνθρωπο αυτή τη φορά. Αν είναι καλός θα μείνω κάμποσο στον ίδιον. Θα σε δω μάλλον έξω; -Ναι, οκ. -Εντάξει, γειά, ρίξε μήνυμα πότε θα βγεις. Ο Αλαντάρ βγήκε από το στόμα της γάτας. Το φάσμα γύρω του πέρασε για μια στιγμή στο υπέρυθρο κι επανήλθε. Οι κυματομορφή του απλώθηκε στα όρια του δωματίου κι έπειτα βγήκε από το παράθυρο. Η γάτα ήταν απασχολημένη με την καθαριότητά της και παρακολούθησε αδιάφορη τη μικρή λάμψη να αποχωρεί. Ακόμα και ο χαιρετισμός της ήταν βαριεστημένος, ένα κοφτό γρύλισμα. Αγενέστατη... σκέφτηκε ο Αλανταρ. Έτσι και ξαναπιάσεις πάπια στον ύπνο σου να με φτύσεις. Είχε ωραία ημέρα έξω. Οι ρυθμιστές του καιρού είχανε ξεσαλώσει τελευταία. Το προηγούμενο βράδυ είχαν φτιάξει ανεμοθύελλα, τώρα ο ήλιος έλαμπε κι η θερμοκρασία είχε ανέβει αισθητά. Αποφάσισε ότι η μέρα ήταν μπλε και φόρεσε το ανάλογο χρώμα. Ένα σπουργίτι που τον είδε πάνω στην ώρα που περνούσε στο μπλε, παραπονέθηκε με την ευκαιρία ότι είχε να δει όνειρα πάνω από ένα μήνα. -Τι να σου κάνω καλό μου, είπε ο Αλαντάρ, βλέπεις προτιμάμε τους ανθρώπους γιατί είναι εντελώς ανυποψίαστοι και δεν μας βλέπουνε. Κι επιπλέον όσο πιο πίσω στο χρόνο πάμε, τόσο καλύτερα σενάρια στήνουμε γιατί οι παλιότεροι άνθρωποι επηρεάζονται περισσότερο από τα όνειρά τους. Έτσι το χαιρόμαστε καλύτερα κι εμείς. Ενώ με εσάς είναι διαφορετικά. Εκτός ότι μας βλέπετε, δεν έχει νόημα και το μπρος πίσω στο χρόνο. Ένα σπουργίτι πριν από 2000 χρόνια είναι σχεδόν ίδιο με ένα σημερινό και με ένα σπουργίτι μετά από χίλια χρόνια. Ίδια ονειρεύεστε. Κι όπως καλά γνωρίζεις, όταν ονειρεύεσαι ξέρεις ότι ονειρεύεσαι κι ότι κάποιος από μας έχει αναλάβει την κοινή μας διασκέδαση. Μόνο οι άνθρωποι αλλάζουν τόσο γρήγορα στο χρόνο κι οι εμπειρίες τους διαφέρουνε ριζικά σε κάθε εποχή. Νομίζουν ότι οι ίδιοι διαμορφώνουν αυτό που λένε «πολιτισμό τους» και αγνοούν ότι αλλάζει επειδή μεταβάλλεται ραγδαία ο τρόπος που ονειρεύονται. -Μπα!, είπε το σπουργίτι. Μας λες και απολίτιστους τώρα; Εσείς οι διάφανοι φταίτε γι αυτό αν είναι έτσι. Εσείς φτιάχνετε τα όνειρα. -Δεν έχεις κι άδικο. Πάντα αναρωτιόμουν πως θα ήταν ο κόσμος αν σκαρώναμε πιο συχνά και πιο έντεχνα όνειρα στους ελέφαντες, τα πουλιά, τους καρχαρίες. Από την άλλη, ίσως καλύτερα έτσι. Φαντάζεσαι να είχαμε πολιτισμό στη ζούγκλα και τη θάλασσα; Το σπουργίτι κούνησε τα φτερά του. -Πάντως, στο οτι βλέπουν συχνότερα όνειρα, φταίει και ότι είναι περιορισμένοι. Δεν μπορούμε να σκαρώσουμε κατάσταση σε άνθρωπο μετά το 2800 σύμφωνα με το μέτρο του χρόνου τους, γιατί τότε μας ανακάλυψαν. Πόσοι νομίζεις έχουν απομείνει από τη στιγμή που εμφανίστηκαν στη γη ως τότε; Ενώ εσείς είστε πρακτικά άπειροι. Κι εμείς περιορισμένοι, ούτε 900 δισεκατομμύρια δεν μέτρησε η τελευταία απογραφή μας... Αλλά κάτι θα γίνει και για σένα, πες μου το όνομα σου. Το σπουργίτι ονομαζόταν Μπαζ και ήταν κορίτσι. Ο Αλανταρ σημείωσε το όνομά της και υποσχέθηκε να τη φροντίσει σύντομα. Είχε μεγάλη κίνηση έξω. Μερικά εκατομμύρια ονειρευτές τριγύρναγαν στον αέρα, κάθονταν σε σύρματα, σε δέντρα, η ακόμα κι επάνω σε ανθρώπους και ζώα. Ο Αλαντάρ κάθισε στο κλαδί ενός πελώριου πεύκου, μαζί με μερικές χιλιάδες συντρόφους του. Σε λίγο παράτησαν τα μικρά πηγαδάκια κι άρχισαν μια αυτοσχέδια συνέλευση. Ένας μεγάλος κίτρινος έλεγε ότι το προηγούμενο βράδυ είχε μπει στον πρωθυπουργό. Τον έκανε να ονειρευτεί ότι είχε χάσει την αρχηγία και τον εξέλεξαν αμέσως αρχηγό του αντίπαλου κόμματος. Τελικά έχασε τις εκλογές από μια πορνοπρωταγωνίστρια που ηγείτο ενός περιθωριακού οικολογικού κόμματος το οποίο όλοι θεωρούσαν εκτός συναγωνισμού. Είδε στο τέλος ότι τον κυνηγούσαν με άγριες διαθέσεις οι οπαδοί του κι από πίσω έρχονταν κάμερες να καταγράψουν το γεγονός. -Έπρεπε να τον δείτε πως πετάχτηκε! Ακόμα κι η γυναίκα του ξύπνησε τρομαγμένη, παρότι αυτή ήτανε ξερή χτες, κανένας δεν είχε μπει μέσα της -κι αν θέλετε βρε παιδιά εδώ που τα λέμε, ποιος να αντέξει τέτοια ταλαιπωρία; Όλοι γέλασαν και το θρόισμα του δέντρου αναστάτωσε τα τζιτζίκια που έπαψαν για λίγο να μιλάνε και βάλθηκαν να κρυφακούν. Ένας κοκκινοπράσινος τους είπε γελώντας πως πριν δύο νύχτες είχε μπει σε κάποιον κωμικό ηθοποιό που έζησε μερικά ανθρώπινα χρόνια πίσω. Είχε μπει μέσα του την εποχή που εκείνος γύριζε την πρώτη του ταινία. -Του σκάρωσα τέτοιον εφιάλτη που ενώ έγινε κωμικός δεν ξαναγέλασε από τότε! είπε, νευριάζοντας τον Αλαντάρ που αμέσως θυμήθηκε τη γαϊδουριά του Πελίνο. -Εγώ πάλι, είπε ένας πιτσιρικάς στο φάσμα του υπεριώδους, ήμουνα προχτές μαζί με την Ιρμα τη Γλυκιά στην Αμερική κι είχαμε μπει μαζί σε έναν ηθοποιό που κατόπιν έγινε γερουσιαστής. Βρε παιδιά, αυτό το άτομο είναι αδύνατον να το κάνεις να φτιάξει μια ιστορία της προκοπής στο μυαλό του, ακόμα και στο ασυνείδητο σκέφτεται ότι πνίγεται, ότι είναι καουμπόης ή ότι πέφτει. -Μπα; Σκέφτεται κιόλας; είπε ένας ογκώδης αξιωματούχος που τον έλεγαν Μπέλβερ κι ήταν εντελώς διάφανος. Αλήθεια, τι κάνει η Ιρμα; -Έμεινε τελικά εκεί να ξεκουραστεί σε έναν άλλο πολιτικό. Είπε ότι της χρειάζονταν λίγες μέρες διακοπών σε κάποιο ακατοίκητο μέρος. Οι ονειρευτές συνέχισαν να διηγούνται ιστορίες με καταιγιστικό ρυθμό. Σχεδόν όλες, είχαν το κοινό σημείο ότι τρόμαζαν τους ανυποψίαστους νυχτερινούς ξενιστές τους. Ο Αλανταρ φούντωνε. -Είστε νομίζω κακεντρεχείς, ξέσπασε κάποια στιγμή. Παιδιά, καλό το χιούμορ αλλά ξεχνάμε ότι το όνειρο οφείλει να είναι τέχνη κι όχι γκροτέσκα φάρσα.... -Οφείλει; Και ποιός το λέει αυτό παρακαλώ; ακούστηκε μια φωνή στο διπλανό κλαδί. Ο Αλαντάρ παρατήρησε τότε τον Πελίνο να έχει πάρει μια γαλαζωπή απόχρωση και να φοράει ένα πρασινωπό λοφίο που έμοιαζε παγωνιού. Είχε καθίσει εκεί χωρίς να τον δει. -Εσύ; Την άφησες; τον ρώτησε. -Ναι, τελικά τη βαρέθηκα και λέω να πάω αλλού. Παραήταν ερωτευμένη για τα γούστα μου. Για πες μας λοιπόν κύριε καλλιτέχνη, γιατί τα όνειρα οφείλουν να είναι τέχνη; -Μα για να περνάμε όλοι καλύτερα, προφανώς. Η τέχνη εξυψώνει τη ζωή, της δίνει υψηλότερο νόημα. Εμείς συνηθίζουμε να φτιάχνουμε όνειρα χωρίς καμιά σύνδεση. Τη μια στιγμή κάποιος πέφτει και την επόμενη τον βάζουν σε μια μπλε σακούλα κι έχει μεταμορφωθεί σε παλτό. Κι έπειτα αντλούμε ικανοποίηση να τις διηγιόμαστε μεταξύ μας και να γελάμε σε βάρος τους. Αυτό είναι εύκολο. Δύσκολο είναι να φτιάξουμε πραγματικές ιστορίες. Να τους πείθουμε ότι τα όνειρά τους έχουν μια σημασία. Αυτό είναι τέχνη. Δε βλέπετε οι ονειροκρίτες τους πόσο ανόητοι είναι; Έχετε δει κανέναν ονειροκρίτη που να προσεγγίζει τη λογοτεχνία; Αν υπήρχε, τότε θα ήμασταν πραγματικά επιτυχημένοι. Αυτό αποκαλώ τέχνη. Την ιστορία. Έστω κι αν είναι εξωπραγματική. -Πωπω φιλοσοφία! Κι εγώ σου λέω ότι περνάω πολύ καλύτερα όταν τους νοιώθω να πετάγονται τρομαγμένοι και να προσπαθούν να καταλάβουν αν είδαν πράγματι όνειρο ή τους έφαγε κάποιο τέρας!, είπε αυθάδικα ο Πελίνο. Και ποιος σου είπε ότι δεν μπορώ να φτιάξω «ιστορίες» όπως τις λες; Απλά οι δικές μου είναι συνήθως κάπως τρομακτικές ή παράλογες. Με διασκεδάζουν οι αντιδράσεις τους. -Στο ξαναλέω Πελίνο, είσαι κακός. -Εγώ πάντως Αλαντάρ συμφωνώ μαζί του και μη με πεις κακιά, πετάχτηκε μια κίτρινο-διάφανη ονειρεύτρια που την έλεγαν Σόνια κι ο Αλανταρ τη φλέρταρε κάποτε, όταν είχαν μπει ο ένας στον Ρασπούτιν κι η άλλη στην Ρωσίδα αυτοκράτειρα. -Θυμάσαι εξάλλου ότι η «τέχνη» που επικαλείσαι δεν έχει πάντοτε αγαθά αποτελέσματα, ανεξάρτητα από τη δική σου καλή θέληση. Αλλιώς ο καλόγερος δεν θα χρησιμοποιούσε τη δουλειά σου για να πετύχει τα θλιβερά σχέδιά του, έτσι δεν είναι; Εξάλλου φίλε μου η ίδια τους η ζωή είναι ασυνάρτητη, γιατί να μην είναι τα όνειρά τους; Η συζήτηση εξελίχθηκε σε φασαρία. Οι ονειρευτές είχαν χωριστεί σε δύο ομάδες που υποστήριζαν την άποψη της τέχνης και την άποψη του παραλόγου, με κριτήριο τη δική τους καλοπέραση. -Έχω μια ιδέα, είπε ξαφνικά ο Μπέλβερ, πρόσωπο σεβαστό από όλους μια που ήταν ο τοπικός καθοδηγητής. Όλοι σώπασαν να τον ακούσουν. Τα τζιτζίκια ξανάρχισαν να φωνάζουν για να μην καρφωθούν. -Πως θα σου φαινόταν Αλαντάρ αν έκανες έναν ανεπίσημο αγώνα με τον Πελίνο; Θα μπαίνετε όπου θέλει ο καθένας και θα φτιάχνει ό,τι νομίζει. Με τη διαφορά ότι θα προσπαθήσετε και οι δύο να φτιάχνετε όνειρα που να έχουν έναν στοιχειώδη ειρμό, να μην είναι μόνο ασύνδετες εικόνες όπως συνηθίζουμε. Να φτιάχνετε όνειρα- ιστορίες, ώστε να είναι έντονα και πιο πιστευτά και να εντυπώνονται καλύτερα στη μνήμη τους. Δεν θα έχετε άλλον περιορισμό, το αν θα είναι εφιάλτες, αν θα μοιάζουν με προμηνύματα ή με οτιδήποτε άλλο, είναι δικό σας θέμα. Θα φτιάξετε ίσα όνειρα ο καθένας, σε όποια εποχή και άνθρωπο θελήσετε. Μετά θα συναντηθούμε πάλι εδώ, σε τούτο το πεύκο και θα τα διηγηθείτε στη συνέλευση. Θα μας πείτε επίσης αν και ποιές επιπτώσεις είχαν στα υποκείμενά σας. Κατόπιν θα ψηφίσουμε εκείνα που μας άρεσαν περισσότερο και όποιος από τους δυο σας κερδίσει, θα εισηγηθούμε όλοι στο Μεγάλο Συμβούλιο να γίνει ο επόμενος περιφερειακός καθοδηγητής -γιατί εγώ βαρέθηκα εδώ που τα λέμε. Τι λέτε; -Εγώ είμαι μέσα, είπε ο Πελίνο χωρίς καθυστέρηση. Τα πλήθη άρχισαν να κυματίζουν επιδοκιμάζοντας. Οι ονειρευτές διψούσαν για αφηγήσεις. Ο Αλαντάρ συσπάστηκε και το γαλάζιο του κύμα έλαμψε δυνατά. -Eμένα δεν μου αρέσει να υποχρεώνομαι να αποδεικνύω τίποτα. Αλλά αυτό θα το κάνω, γιατί ο κόσμος έχει γεμίσει εφιάλτες και φταίμε εμείς, είπε. Η οχλοβοή πάνω στο δέντρο μεταφράστηκε σε φύσημα δυνατού ανέμου για τον οδοκαθαριστή που περνούσε από κάτω. Κάθισε στη ρίζα του δέντρου και περίμενε τα πούσια να πέσουν καπνίζοντας ένα τσιγάρο. Μακάρι να ήξερα πως μου ήρθε αυτό που έγραψα. Καμία σχέση δεν βρίσκω να έχει με όσα με απασχολούν. Αφήνω ανοιχτό τον υπολογιστή γιατί χτυπάει το κουδούνι. Πρέπει να είναι εκείνη. Το πήρα απόφαση. Θα τη ρωτήσω τι μου συμβαίνει. Γιατί κάτι μου συμβαίνει σίγουρα, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω τι είναι. Στα επόμενα επεισόδια: Κέντρωνας 3. Ζω, δηλαδή είμαι άλλος. Επίλογος.

buzz it!

7 σχόλια:

Σελιτσάνος είπε...

Κάτι αρχίζω να υποψιάζομαι.Αλλά,αν το πάτε έτσι,θ΄απαιτήσουμε να το δούμε και τυπωμένο σε καλαίσθητη έκδοση...

(Μήπως σας βρίσκεται το τηλέφωνο του Αλαντάρ;)

Nomad είπε...

Σελιτσάνε,

θα σας πω κάτι, ειδικά σε εσάς. Ενα παραμύθι.
Ηταν κάποτε ενας που σε όλη του τη ζωή, απο τα μεταμαθητικά του χρόνια ακόμα, δουλειά του ηταν να γράφει και να διαβάζει. Εχοντας μεγαλώσει αναπνέοντας μελάνια, έμαθε να μη δίνει μεγάλη σημασία σε αυτα, αφου η καθημερινή παρέα με αυτα, του είχε πια διδάξει πως μεγαλύτερη αξία από όλες τις ιδέες του κόμσου μαζεμένες, είχε μια σταγόνα τίμιου ανθρώπινου ιδρώτα.
με τον καιρό, τα μελάνια τον εκαναν να το ξεχάσει και να αναπτύξει μια κάποια απόσταση απο τους ανθρώπους που δεν ανακατώνονταν με αυτα, ταχα μου πως εκείνος σε κάτι διέφερε. Με τα πολλά, μια καλαίσθητη έκδοση περιέκλεισε όσα νόμιζε πως είχε να πει. Τότε πια, κι αφού είχε ηδη κατακτήσει κάτι που θα μπορούσε να ηταν σκοπός αν δεν ήταν άσκηση, συνειδητοποίησε πως ηταν πιο ευτυχισμένος τότε που ολα οσα τώρα πουλούσε, τα διένειμε δωρεάν, στους φίλους.

Τοτε εκανε κάτι που εγω δεν ξερω να έχει κανει αλλος ομοιός του:

Εσκισε ενα-ενα τα φύλλα της καλαίσθητης εκδοσης, αποδόμησε την ιστορία της ζωής του που ηταν παραλληλα και ιστορία πολλων αλλων ζωών, και χωρίς να το ξέρει κανείς, ανακατασκευασε το ίδιο του το δημιουργημα ξανα, αλλιως. Και το διένειμε δωρεάν σε όποιον ήθελε.

Διαπίστωσε οτι το δωρεαν δημιουργημα ηταν καλυτερο απο το καλαισθητο πρωτότυπο. Και οτι ήταν πολύ λιγότεροι εκείνοι που το είχαν αγκαλιάσει.

Ναι, οι περισσότεροι προτίμησαν την επι πληρωμή, υποδεέστερη εκδοχή του.

Τοτε καθισε στην καρεκλα του κι αρχισε να γελάει, γιατί είχε ήδη αγοράσει τριανταφυλλιές, ορτανσίες, χρυσάνθεμα και μπόλικο χώμα, κι ηταν πια ετοιμος, να επιδοθεί σε αυτό που εξ αρχής, πριν ακομα καταπιαστεί με τα μελανια, πραγματικά επιθυμούσε: να φυτεύει λουλουδια σε κοπριές και χώματα.

:)

Το ξερω οτι καταλαβατε. Απο την αρχη το υποψιαζόμουν ειδικά για εσάς. Αντιλαμβανεστε νομίζω τωρα πως δεν θα δείτε καμιά έκδοση, ουτε καν επανεκδοση. Αφου την ειδατε ηδη στην πιο καλη της εκδοχή και μαλιστα ανηκετε σε εκείνους που τιμησαν την προφορά ανευ ανταλλαγματος.

Να είστε παντα καλα.

Και σας ευχαριστώ πολύ που με τσιγκλίσατε για να ξαναπω οτι μεγαλωνοντας εμαθα στη ζωή μου πως όσα κι αν μπορούμε να αγοράσουμε, αυτά που πραγματικά αξίζουν μας προσφέρονται δωρεάν, κι αντίστοιχα ο,τι αληθινό έχουμε να δώσουμε το δίνουμε χωρίς να προσδοκάμε όφελος.

:))))

Xνούδι είπε...

Τριαμισάγραμμο. Πόσο πιο καλαίσθητη έκδοση να υπάρξει;

Σελιτσάνος είπε...

Δεν έχω παρά να εκφράσω τον σεβασμό μου στον ήρωα του παραμυθιού.Και να δεχθώ ασμένως ό,τι μου προσφέρεται από καρδίας και ανιδιοτελώς.

(Μη νομίζετε ότι δεν γνωρίζω αυτή σας τη θέση.Σας παρακολουθώ με προσοχή εξάλλου.Αλλά είχα μια φιλοπαίγμονα διάθεση να σας τσιγκλίσω...)

mamma είπε...

Τολμώ να προτείνω το εξής: εκτός από λουλούδια να φυτέψετε φρούτα και λαχανικά. Ο δικός μας μικρός έμεινε εκστατικός όταν έφαγε ΜΙΑ φράουλα από την φραουλιά που φύτεψε με τα χεράκια του. Και να φανταστείτε πως δεν έχουμε καν κήπο. Σε γλάστρες καλλιεργούμε την οικογένειά μας, σε γλάστρες μικρές και μεγάλες ανθίζουν οι χαρές μας.

Δεν είναι που δεν είδα γραμμένο στο τέλος το γνωστό *μεταφορά και τροποποίηση από έντυπη έκδοση είναι κυρίως το περιεχόμενο των τελευταίων σας κειμένων που με κάνουν να χαίρομαι.

Καλή Πρωτομαγιά σας εύχομαι.

Nomad είπε...

Χνου,

επιμένω και να δεις οτι η ιδέα μου μια μέρα θα περιληφθεί στην εγκυκλοπαίδεια των θαυμάτων. Το πενταγραμμο είναι παρωχημένο. Το τριαμισάγραμο είναι η αρχή της αφαιρετικής σκέψης στη μουσική. Το επομενο βήμα θα είναι το αορατόγραμμο

:ΡΡΡ

Σελιτσάνε,

αυτή τη Φιλοπαίγμονα την είχα κι εγω φιλενάδα νομίζω

:ΡΡΡ

Μαμμα,

αντευχομαι και σας ευχαριστώ για τα λόγια σας.

:)))

Xνούδι είπε...

Mα αυτό έχει ήδη συμβεί. Αφού είπαμε ότι πλέον γράφουμε μουσική όχι μόνο σε λευκές κόλλες αλλά ακόμα και πάνω σε χυμένη UHU.

:)