Τα ανοιχτά πόδια 1

Σε λίγες ημέρες κλείνω τα 79 μου χρόνια.
Αισθανόμενος εδώ και μήνες τις δυνάμεις μου να λιγοστεύουν και τον χρόνο που μου απομένει να περιορίζεται, αποφάσισα να παραδώσω σε έναν από τους ελάχιστους εναπομείναντες εν ζωή φίλους μου εδώ στη Μασσαλία τις σημειώσεις μου, προκειμένου να μη χαθούν μαζί μου. Δεν γνωρίζω αν αυτή μου η πράξη έχει κάποια σημασία και αν η διήγηση που ακολουθεί μπορεί να ενδιαφέρει άλλον πέρα απο εμένα τον ίδιον, μια που ο θεός αποφάσισε να μη συνεχιστεί η σπορά μου στη γη και με κράτησε άκληρο. Ωστόσο, μια που δεν έχω κάτι άλλο να ασχοληθώ αυτόν, τον ύστατο όπως νοιώθω, καιρό μου στον κόσμο, αποφάσισα να ανασύρω από το γραφείο τις συνοπτικές σημειώσεις που είχα κρατήσει νεώτερος από τις διηγήσεις του πατέρα μου, να τις αναμορφώσω με όσα θυμάμαι και να τις παραδώσω προς διάσωση. Ποιός ξέρει;
Ισως κάποιος κάποτε να αναγνωρίσει σε αυτή την απίθανη ιστορία τα ψήγματα μιας αλήθειας που εγώ πεισματικά αρνήθηκα να αποδεχθώ, εκλαμβάνοντας τις αφηγήσεις του ως προκαλύμματα και φαντασιοπληξίες, με σκοπό να αποκρύψουν από τον γόνο του κάποιαν τελείως διαφορετική και πιθανότατα ένοχη πραγματικότητα. Ετσι πίστευα μέχρι τον θάνατο του πατρός μου, πεποίθηση που εντάθηκε από το γεγονός πως ο ίδιος μια και μοναδική φορά δέχτηκε να μου εξιστορήσει όσα ακολουθούν κι έπειτα, το ίδιο πεισματικά με τη δική μου άρνηση να τον πιστέψω, αρνήθηκε να επαναλάβει ή να επεξηγήσει περαιτέρω. Θεώρησα λοιπόν πως όσα μου εξιστόρησε δεν ήταν παρά μυθοπλασία, με σκοπό να αποκρύψει την ταυτότητα της πραγματικής μου μητέρας, την οποία δεν γνώρισα ποτέ.
Οταν, ως παιδί, τον ρωτούσα για τη μητέρα, εκείνος απέφευγε να σοβαρολογήσει, απαντώντας μου στερεότυπα πως ήταν μια πραγματική γοργόνα. Μια όμορφη νησιώτισσα, μια γυναίκα από την Ελλάδα που γνώρισε όταν υπηρέτησε εκεί ως ασκούμενος γιατρός του αυτοκρατορικού στρατού και που δυστυχώς είχε πεθάνει στη διάρκεια του τοκετού. Πολλά από τα παραμύθια με τα οποία μεγάλωσα, περιείχαν ηρωικά κατορθώματα επαναστατών μιας μακρυνής χώρας και πολλές περιπέτειες με γοργόνες. Του άρεσε να μου διηγείται ιστορίες με αυτές τις μυθολογικές μορφές, κι όσο ήμουν μικρό υπήρξε μια εποχή που με είχαν συνεπάρει τόσο τα παραμύθια με τις γοργόνες, που τις επίστευα για αληθινές. Στο παντοπωλείο της Γκάρ ντυ Νορ, δεν θα είχα συμπληρώσει τα 9 μου χρόνια όταν αρπάχτηκα στα χέρια με έναν άλλο παραγιό που μου πέταξε ασυλόγιστα στα μούτρα πως οι γοργόνες είναι ανύπαρκτα πλάσματα, μυθεύματα μακρινών λαών, κι εγώ φαντασιόπληκτος. Ο πατέρας όμως, ακόμα και τότε επέμεινε να απαντάει στις ερωτήσεις για τη μητέρα μου με την ίδια τακτική: «Μα σου το λέω με κάθε τρόπο, ήταν μια νησιώτισσα ελληνίδα γοργόνα! Αυτοκρατορική γυναίκα από τη μέση και πάνω, δελφίνι από κάτω» Μόνο όταν συμπλήρωσα τα 20 χρόνια μου, ο πατέρας δέχθηκε να εγκαταλείψει το παραμύθι και να μου μιλήσει πιο αναλυτικά για τη γυναίκα εκείνη και για την περιπέτεια που, όπως διατεινόταν, έζησε μαζί της επι μια τριετία περίπου σε ένα μικρό ελληνικό . Το έκανε μια και μοναδική φορά. Επειτα σιώπησε μέχρι το θάνατό του, αλλά κι ο ίδιος δεν επανήλθα στο θέμα όντας πλέον πεπεισμένος ότι μου απέκρυπτε μια εντελώς διαφορετική και σίγουρα λιγότερο εξωφρενική πραγματικότητα, για τους δικούς του άγνωστους σε μένα λόγους. Αλήθεια είναι επίσης ότι οι σχέσεις μου με τον πατέρα είχαν ψυχρανθεί μετά από εκείνη την αφήγηση και δεν είχα τη διάθεση να επανέλθω στο ζήτημα. Ομως δεν θα ήθελα να κουράσω τον αναγνώστη, αν υποτεθεί πως κάποιος διαβάζει αυτές τις σημειώσεις, αναλύοντας καταστάσεις που έχουν σημασία αποκλειστικά για τη δική μου ζωή. Δεν θα επεκταθώ λοιπόν στις αιτίες που με οδήγησαν στην αποξένωση και αποστασιοποίηση από τον ίδιο μου τον γεννήτορα, παρά ευθύς αμέσως θα παραθέσω τη μοναδική του εκείνη διήγηση όπως την είχα συνοπτικά καταγράψει τότε και κατόπιν ανασυνθέσει και συμπληρώσει από μνήμης.
Θα ήθελα μόνο να προσθέσω πριν ξεκινήσω, ότι μια που δεν έχω λόγο να διαφυλάξω το όνομά μου για χρήση από κληρονόμους, προτίμησα να παραλείψω σχεδόν όλα τα ονόματα και τις ιδιότητες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αποκάλυψη της ταυτότητάς μου. Το κάνω αυτό ενσυνείδητα, προκειμένου ο αναγνώστης που θα τύχει να περιδιαβεί τη διήγηση, να βγάλει από το μυαλό του ότι όλα ετούτα γράφτηκαν με κάποιον διαφορετικό σκοπό από αυτόν που έχω. Σκοπός μου είναι αποκλειστικά η εξιστόρηση μιας τόσο εξωφρενικής περιπέτειας, που σχεδόν 60 χρόνια από τότε που την άκουσα, πιστεύω πια πως μπορεί και να μην ήταν αποκύημα της φαντασίας. Δε θέλω λοιπόν να πιστέψει κανείς πως καταγράφω για να διαιωνίσω με αυτό τον τρόπο το όνομά μου στο μέλλον, επειδή δεν αξιώθηκα απογόνους. Αυτή η ματαιοδοξία δεν με χαρακτηρίζει, παρότι τη βρίσκω θεμιτή. Πάντως επιμένω, καμία αιωνιότητα της μνήμης δεν έχει νόημα για το άτομο που δεν βρίσκεται πια στον κόσμο των ζωντανών. Δεν με αφορά λοιπόν να θυμούνται εμένα οι επόμενες γενιές, αλλά εσχάτως, νοιώθω να με αφορά η διάσωση μιας διήγησης που ενδεχομένως μπορεί να συμπληρώσει ορισμένα κενά.
Τι εννοώ: Σε όλη μου τη ζωή πάλεψα με την έννοια του κενού. Ένοιωθα βαθιά στον πυρήνα της ύπαρξής μου πως το γένος μας προσδιορίζεται περισσότερο από το κενό παρά από το νόημα, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες ζωικές μορφές. Το κενό αυτό προκύπτει από την αδυναμία της συνείδησής μας να εξηγήσει τον εαυτό της. Μπορεί οι άνθρωποι να αντιλαμβανόμαστε πως υπάρχουμε, σε αντίθεση με τα ζώα, αλλά αυτό το δώρο είναι ταυτόχρονα και αιώνια καταδίκη μας στη διαρκή αναζήτηση μιας αιτίας, κάποιου σκοπού γιαυτή μας την ύπαρξη. Είναι η γενεσιουργός αιτία του κενού που αισθανόμαστε αποτυγχάνοντας να εντοπίσουμε το σκοπό ή έστω την απουσία του στα τυχαία συμβάντα, στις πράξεις και τις παραλείψεις μας, είναι το διαβατήριο της αβεβαιότητάς μας.
Παρασύρομαι και πάλι. Είναι ίσως χαρακτηριστικό της ηλικίας μου. Δεν έχω στόχο να φιλοσοφήσω αλλά να διηγηθώ μια ιστορία που μόνο ο αναγνώστης θα κρίνει κατά πόσο σχετίζεται με αυτά τα υπαρξιακά ερωτήματα ενός εσχατόγερου. Ετσι σταματώ εδώ την απεραντολογία και ευθύς αμέσως παραδίδω τον λόγο στον γεννήτορά μου, το όνομα του οποίου, όπως και το δικό μου, δεν έχουν καμία σημασία.

buzz it!

Δεν υπάρχουν σχόλια: