Ο Πιραντέλο στη λάθος θέση

Σε όλη του την ενήλικη ζωή, από τότε που πρωτοείδε πορνοταινία –τότε τις έλεγαν τσόντες- σε ένα παλιό σινεμά στο Παγκράτι, κι έπειτα είδε την Αυτοκρατορία των Αισθήσεων και το Κουρδιστό Πορτοκάλι, αναρωτιόταν πως θα ήταν μια «σκληρή» ερωτική σκηνή αν την είχε γυρίσει κάποιος σαν τον Οσίμα ή τον Κιούμπρικ. Οι παλιές ταινίες του Τίντο Μπρας του φαίνονταν αποσπασματικές, άτεχνες και πολύ μακρινές από αυτό το απροσδιόριστο μείγμα αισθησιασμού, λαγνείας και σκηνογραφίας, από το παράξενο αμάλγαμα ερωτικής φιλοσοφίας που είχε θολό μέσα στο μυαλό του. Οι πορνοταινίες πάλι, ακόμα και οι πιο προσεγμένες από αυτές, με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν του προκαλούσαν ενδιαφέρον. Είχαν ως αποκλειστικό στόχο τον ερεθισμό του υπογαστρίου, ενώ ο Άλκης αποζητούσε τον παράλληλο διανοητικό ερεθισμό.
Τώρα, έκπληκτος, άκουγε ξαφνικά εκείνη την γυναίκα να διερωτάται το ίδιο. Να του λέει πως ονειρευόταν μια ακραία ερωτική ταινία σκηνοθετημένη από τον Ταρκόφσκι. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά να του μιλάει για τον Βιντγκεστάιν... Ώρες ήταν να του πει για τον Τρότσκι η τον Μαρκούζε... Βρε λες να του ξεφούρνιζε και τον Νίτσε μετά; Και πόσο να ήταν; 25-26 χρονών; Τα παιδικά παιχνίδια της ούτε αγόρια ούτε κούκλες; Ιδέες γαμώτο της; Αυτή η γυναίκα έπρεπε, εντελώς διαζευκτικά, να ήταν απόλυτα άσχημη, είτε απόλυτα όμορφη. Μέση λύση δεν υπήρχε στο μυαλό του για εκείνη. Ακόμα κι αν αντικειμενικά -με ό,τι κι αν αυτό σημαίνει- ήταν μια μέτρια γυναίκα στην εμφάνιση, αυτός σίγουρα θα την έβλεπε στο ένα η το άλλο άκρο. Η γοητεία του μυαλού της του ήταν αφόρητη. Τη διάβαζε να μιλάει για τον έρωτα πάνω σε στιλβωμένο άξονα ποδηλάτου εντάσσοντας αρμονικά τις φράσεις του Εμπειρίκου στα γράμματά της, και ξαφνικά το δικό του μυαλό ξέφευγε από τα πάντα, από όποια δουλειά κι αν έκανε εκείνη την ώρα. Μόνο τη φανταζόταν να κάθεται στη σέλα αυτού του στίλβοντος άξονα ποδηλάτου κι εκείνος να την παίρνει. Να την παίρνει, να την παίρνει, να την παίρνει... Έπειτα, αφού με κόπο κατάφερνε να βγει από τη μαρμίτα με το ιδεατό σπέρμα που τον είχε οδηγήσει, την διάβαζε να του υπενθυμίζει ως γνήσια δικαστής με την τήβεννο, πως σε ό,τι αφορούσε τα ζητήματα καρδιάς ήταν ήδη ένοχος, πέρα για πέρα εγκληματίας. Γιατί σημασία, του έγραφε, δεν είχε η τέλεση, μα η αρχή τελέσεως της πράξης: η σκέψη είναι που μετράει, όχι η πράξη καθ’εαυτή -σε αυτό τον ιδιόμορφο εικονικό καυλόκοσμο μέσα στον οποίον επικοινωνούσαν τουλάχιστον. Κι αυτός σκεφτόταν ότι τη γλύφει, τη γλύφει, τη γλύφει... Την είχε πρωτογνωρίσει στο διαδίκτυο χάρη στην πορνογραφία. Και οι δυο είχαν συμπάθεια για τον Μανάρα και τα γιαπωνέζικα άνιμε, τα ερωτικά σκίτσα και κινούμενα σχέδια. Σε μια σχετική ιστοσελίδα έπιασαν συζήτηση για την εξέλιξη της τέχνης αυτής, διαπίστωσαν ότι είναι Έλληνες κι άρχισαν να επικοινωνούν καθημερινά και να μιλάνε για πολλά πράγματα κι όχι μόνο για σκίτσα.. Κάποια μέρα ο Άλκης της έστειλε ένα mail που έσταζε σπέρμα. Αφορμή ήταν μια συζήτηση που είχαν πιάσει την προηγούμενη μέρα για τις ακρότατες γιαπωνέζικες επινοήσεις στην ερωτική ταπείνωση. Ήταν εξαιρετικά αστείο, είχε πει ο Αλκης, ότι σε τεχνικές όπως το Bukkake, όπου μια δεμένη γυναίκα ντυμένη συνήθως με φανταχτερά ρουχα έπρεπε να υποστεί τη διαδοχική εκσπερμάτιση δεκάδων αντρών πάνω στο πρόσωπο, τα μαλλιά και τα ρούχα της, οι γιαπωνέζοι συνήθιζαν να κρύβουν με ψηφιακή μάσκα τα ανδρικά μόρια. Ο Αλκης έβρισκε ιδιαίτερα διασκεδαστικό αυτό το μείγμα σεμνοτυφίας και προχωρημένης διαστροφής. «Η δύναμη της πρωτοτυπίας βρίσκεται συχνά στην αντίφαση, ακόμα κι όταν εξετάζουμε την πορνογραφία», της έλεγε.
Εκείνη συμφώνησε και για αρκετή ώρα μίλησαν ανοιχτά για τις πιο ακραίες μορφές του σεξ, αναμειγνύοντας όπως συνήθως στις τολμηρές τους κουβέντες αρκετή ποίηση και φιλοσοφία. Την επομένη της έστειλε το γράμμα. Με έναν ιδιαίτερο τρόπο της έλεγε ανάμεσα στ’ άλλα, ότι ενώ αγνοούσε τη μορφή της την φανταζόταν με μια σταγόνα σπέρμα να κυλάει στην άκρη των χειλιών. Αυτό ήταν το πιο σεμνό από όσα της έγραψε, πραγματικά ερεθισμένος από τις φαντασιώσεις του για την άγνωστη. Ότι εκείνη δεν σοκαρίστηκε, αλλά είδε στο πορνογράφημά του τη μεταλλική ποίηση του Εμπειρίκου και φαντάστηκε τις μορφές του Εγγονόπουλου, σώματα χωρίς πρόσωπα με έντονα κόκκινα και μπλε χρώματα να ερωτοτροπούν μέσα σε πίνακες, τον έκανε κάποια στιγμή να πάψει να σκέφτεται με υγρά.
Οι άντρες είναι ανάποδοι. Ξεκινάνε από το πρόστυχο κι όταν τους βγει, καταλήγουν στο ρομαντικό. Το αγκίστρι της ήταν η ανταπόκριση. Κι ο Αλκης τσίμπησε. Σύντομα πέρασε από τις περιγραφές ερεθισμένων ψωλών που χύνουν σαν συντριβάνια, στις διηγήσεις ιδεών που ανταμώνουνε τις νύχτες με σύννεφα. Η ειδοποιός διαφορά της καύλας από τη λαγνεία, της συμμετοχής ολόκληρου του είναι κι όχι μονάχα του γεννητικού οργάνου στο παιχνίδι, είχε επιτευχθεί. Άλλοι θα το έλεγαν απλά έρωτα για τα φαντάσματα. Έγραφε, της έγραφε διαρκώς, με μια μορφή ιδιαίτερη, που ένωνε την ποίηση με τους σωματικούς χυμούς. Κι όμως, δεν έγραφε για να κάνει ποίηση, αλλά για να της εκφράσει...ποιος ξέρει τι...του έβγαιναν μόνα τους. Προφανώς εκτόνωνε αραδιάζοντας λεξούλες, τον ανικανοποίητο ερεθισμό του. Και έτσι ο συνειρμός τον πήγε πιο κει. Λες αυτό να είναι η ποίηση; Να περνάει από τα υγρά του σώματος στις συνάψεις του μυαλού μας και να μετουσιώνεται εκεί μέσα σε κοινωνία του λόγου; Τελικά άρχισε να της λέει αλήθειες.
Της είπε πως ήταν παντρεμένος κι είχε δύο παιδιά. Πως τη γυναίκα του την αγαπούσε. Ότι θα ήθελε να κοιτάει τα μάτια της και το δικό της χέρι να κρατάει την ώρα του θανάτου. Κι ότι αισθανόταν πολύ μπερδεμένος που τώρα ένοιωθε όσα ένοιωθε, μια που ποτέ δεν του είχε ξανασυμβεί κάτι ανάλογο. Όμως εκείνη δεν διέκοψε την επικοινωνία. Ως εδώ το παιχνίδι τη διασκέδαζε και τη γοήτευε. Ήταν καθαρά εγκεφαλικό -κι ας της προκαλούσαν τα περισσότερα γράμματά του συσπάσεις στην κοιλιά και μυρμήγκιασμα στη λεκάνη. Της άρεσε να προκαλεί τέτοιο εύρος συναισθημάτων σε έναν άνθρωπο που δεν είχε δει ποτέ, μόνο και μόνο με τις λέξεις της. Της άρεσε να γίνεται πρωταγωνίστρια λουσμένη στο σπέρμα και την ποίηση, με μόνο θέλγητρο το μυαλό της. Άρχισε όμως και να συνειδητοποιεί πως η κατάσταση γινόταν περίπλοκη κι ίσως επικίνδυνη, αν την άφηνε να εξελιχθεί κι άλλο.
-Το μυαλό μου κινδυνεύει με σένα, του έγραψε μια μέρα ενώ μιλούσαν σε chat. -Μη φοβάσαι βασίλισσά μου, ήθελε να της απαντήσει. Το μυαλό σου δεν κινδυνεύει, πάντα η μορφή απομυθοποιεί το πνεύμα. Ο κώλος σου κινδυνεύει. Κι ο Τρότσκι. Κι ο Βιντγκεστάιν. Κι ο Άμλετ ακόμα. Ο κόσμος όλος εν κινδύνω. Μα όχι εσύ. Όχι το μυαλό σου. Αυτό, είναι το πιο κοντινό γυναικείο μυαλό που έχω βρει αντίπαλο. Κοντινό-αντίπαλο. Τι συμφωνία χρωμάτων. Τι διαφωνία υλικών. Πόσο κομψός είναι ο κόσμος μας μέσα στην πλήρη ματαιότητά του. Πόσο κρυστάλλινο και διάφανο το γυαλί του μπουκαλιού μέσα στο οποίο φυλακίστηκε μια μύγα. Αυτό το μυαλό, επειδή είναι διεφθαρμένο και ταυτόχρονα αγνό, είναι το λουλούδι μου και το φεγγαρόφωτό μου, ήθελε να της πει, τις ώρες που η υποχρέωση με σκοτώνει και το δικό μου μυαλό ταξιδεύει γι αλλού. Είναι το ιερό μου δισκοπότηρο. Σπάνιο σαν κλωστή σε λαβύρινθο. Το σώμα σου είναι που κινδυνεύει πριγκίπισσα των πλήκτρων, όχι οι σκέψεις σου.... Τέτοια ήθελε να της πει, αλλά εκείνη πρόφτασε και του υπενθύμισε πως ουσιαστικά έρωτα είχαν ήδη κάνει, αν δεν είναι μόνο η πράξη που έχει σημασία. Και τον παρότρυνε να σταματήσει τα συναισθηματικά. Ίσως να ήθελε από εκείνον να επανέλθει στην καύλα και τα προστυχόλογα. Γιατί σημασία έχει να μεταδίδεις τον ηλεκτρισμό σου από χιλιόμετρα και να μπορείς να δέχεσαι την απάντηση, όχι απαραίτητα να ιδρώνεις και να αγκομαχάς πάνω από ένα σώμα, είπε. Πρέπει να δώσουμε όμως ένα τέλος. Τώρα που όλα είναι ακόμα φωτιά. Και αρνήθηκε επίμονα να τον συναντήσει, ακόμα και να του μιλήσει ξανά. Έπειτα έκλεισε τον υπολογιστή της και δεν ξαναεμφανίστηκε για πολύ καιρό. "Για μένα είσαι μια ιδέα", του είχε πει προτού εξαφανιστεί. Ναι, σκεφτόταν εκείνος πληγωμένος, μια ιδέα που ευνούχισες με την απουσία σου. Μια έμπνευση που φοβήθηκες. Ένας άνθρωπος που μετασχημάτισες σε σκιά. Παρόλα αυτά, τελικά αποδέχτηκε την απουσία της, δεν μπορούσε να κάνει και διαφορετικά. Και για να προσπεράσει τον θυμό του, άρχισε να τη φαντάζεται με μορφή κακιάς μάγισσας. Τελικά η μορφή δεν έχει πάντοτε νόημα, απέμεινε να σκέφτεται, έτοιμος να αποδεχτεί πως είχε οικτρά εξαπατηθεί από το ίδιο το μυαλό του κι ότι τον είχε συνεπάρει μια άσχημη γυναίκα που ήξερε να εκφράζεται με τόση ομορφιά όση έλειπε από τη μορφή της. Όμως η Αντιγόνη είχε μεγάλη περιέργεια. Ένοιωθε κι εκείνη βαριά την απουσία του. Σαν τρελή ήθελε να τον γνωρίσει. Μετά από καιρό, αφού η αίσθηση του ανικανοποίητου δεν έλεγε να φύγει από μέσα της, πήρε την απόφαση. Θα τον έβλεπε για μια και μόνη φορά. Για να ηρεμήσει η καρδιά της. Έτσι μια μέρα μπήκε ξανά στο chat όταν τον είδε on line. Την επόμενη μέρα βγήκαν. Ο Αλκης αντίκρισε μια καλή μάγισσα, μια μορφή που άστραφτε όπως του χαμογελούσε κι έτσι κατάλαβε πως με τον τρόπο της, τον είχε σώσει από τον έρωτα που ετοιμαζότανε να νοιώσει παράφορα για εκείνη, τον είχε προσγειώσει με γλυκύτητα στον κόσμο του ξανά, τον κόσμο της ζωής που εκείνος ποθούσε να ζει και που δεν είχε ακόμα πάψει να αγαπάει. Θα μπορούσε να τον εκμεταλλευτεί, το ήξερε, να του υποβάλει προσανατολισμούς που δεν ήταν έτοιμος να δεχτεί. Κι εκείνος άραγε θα τους δεχόταν; Θα αποδείκνυε πως όσα έλεγε για την αγάπη της γυναίκας του και τον θάνατο, ήταν απλά παχιά λόγια; Ότι δεν το έκανε, τον βοήθησε να σκεφτεί. Η Αντιγόνη, τελειόφοιτη της σχολής Καλών Τεχνών, γοητεύτηκε από τον τρόπο σκέψης του περισσότερο, παρά από το παρουσιαστικό του. Μιλούσαν ώρα πολύ για πάμπολλα πράγματα που δεν είχαν σχέση με όσα πραγματικά ένοιωθαν. Εκείνος κατανοούσε πραγματικά την αγάπη της για τα εικαστικά και μπορούσε να ακολουθήσει τους συλλογισμούς της, μια που ο ίδιος ήταν αρχιτέκτονας. Όχι ότι δεν ήταν όμορφος άντρας. Μα εκείνο που τον έκανε πραγματικά ιδιαίτερο δεν ήταν η μορφή. Γι αυτό έπρεπε να το τελειώσει εδώ. Έναν ωραίο γκόμενο τον ξεφορτώνεσαι εύκολα. Έναν άντρα που βρήκε το κλειδί σου όμως; Το ρίσκο να ερωτευτείς ενώ είσαι αλλού, είναι αβάσταχτο και για τα δύο μέρη. Κι εκείνη δεν ένοιωθε ικανή να το αναλάβει. Ο Αλκης την κοιτούσε γοητευμένος να πίνει τον καφέ της και συνειδητοποίησε κι εκείνος πως αν συνέχιζαν, από ένα σημείο κι έπειτα οι δρόμοι τους από παράλληλοι θα γίνουν αναγκαστικά κάθετοι. Τέτοια γυναίκα ήταν επικίνδυνη. Έτσι, μόλις εκείνη του είπε πως είχε έρθει να τον δει για μια και μόνη φορά, κάθισε για λίγο αμίλητος. Κάρφωσε το βλέμμα του στα μεγάλα καστανά της μάτια, ανίχνευσε για λίγο το πρόσωπο και τα σαρκώδη χείλη της κι επέστρεψε στα μάτια. -Θα σου διηγηθώ λοιπόν μια μικρή ιστορία, της είπε. Στα φοιτητικά του χρόνια στην αρχιτεκτονική της Πράγας, με αφορμή την σχέση που είχε τότε στην Ελλάδα με την τωρινή του σύζυγο και τις χιλιάδες κούκλες Τσέχες που κυκλοφορούσαν τριγύρω του και τον κόλαζαν αναρωτιόταν, της είπε, αν μια απιστία θα μπορούσε ποτέ να μην είναι προδοτική. -Το σκεφτόμουν αυτό κατεβαίνοντας μόνος στο νησάκι από τα σκαλάκια της γέφυρας του Καρόλου, για να πιω μια μπύρα πλάι στο ποτάμι. Κάτω από τα σκαλιά έχει μια μικρή γκαλερί. Το μάτι μου λοιπόν καρφώθηκε ξαφνικά σε έναν ιδιαίτερο πίνακα. Ήταν κάποια φτωχική εργατική συνοικία, δοσμένη με την τολμηρή χρωματική φαντασία που θύμιζε τους φωβιστές των αρχών του αιώνα. Είδα όμως ότι πίνακας ήταν του 1977 κι ο ζωγράφος ήταν Τσέχος. Αμέσως συμπέρανα ότι ο άνθρωπος αυτός, μέσα στις ιστορικές συνθήκες της εποχής του είχε να παλέψει με δύο τέρατα. Από τη μια, το δόγμα της σοσιαλιστικής τέχνης, απαιτούσε απόδοση με αυστηρό ρεαλισμό. Αλλά ο ζωγράφος ήταν, από όσα έβλεπα, παθιασμένος μοντερνιστής και προτιμούσε να ζωγραφίζει αφηρημένα. Από την άλλη όμως, λογικά θα ήθελε και να εκθέσει το έργο του, κάτι που το καθεστώς δεν θα επέτρεπε αν δεν ακολουθούσε τον επιβεβλημένο σοσιαλιστικό ρεαλισμό. Ο ζωγράφος αναγκάστηκε λοιπόν να βρει το θαυματουργό σημείο όπου συνέπιπταν οι επιταγές του «καλλιτεχνικά ορθού» ρεύματος της εποχής, με τις δικές του ανησυχίες. Τα χαμόσπιτα που παρέπεμπαν στη ζωή των εργατών κάποιου χωριού της Βοημίας ήταν ο φόρος για τους ιδεολόγους της εποχής, η εξωπραγματική ένταση των χρωμάτων στον πίνακα, ήταν το δώρο που έκανε στον εαυτό του. Γι αυτό ακριβώς το μάτι μου είχε καρφωθεί. Η πρωτοτυπία του πίνακα εντοπιζόταν στο μαγικό σημείο της διασταύρωσης. Η απιστία του στις αρχές του ρεαλισμού με τρόπο που όμως να μην εκθέτει την επικρατούσα ιδεολογία, παρήγαγε ένα νέο είδος, ένα πρωτότυπο, ενσωμάτωνε το δέον και το θέλω σε ένα σχήμα sui generis. Ο περιορισμός, σκέφτηκα τότε, ενίοτε ξεγεννά την πρωτοτυπία. Και η απιστία σε αυτό που δεν θέλεις να απορρίψεις αλλά να βελτιώσεις, γίνεται όχημα της μετάβασης. -Όπως ξέρεις, λίγο μετά το 1989 και την πτώση του τείχους οι Ρώσοι αποσύρθηκαν και η Τσεχοσλοβακία επανήλθε στην ελευθερία της. Ρώτησα τον γκαλερίστα αν είχε να μου δείξει πρόσφατους πίνακες του ίδιου ζωγράφου. Με πέρασε σε μια δεύτερη αίθουσα και μου έδειξε έξι καινούργιους πίνακες του, αυτή τη φορά ζωγραφισμένους με πλήρη ελευθερία αφού έφεραν ημερομηνίες από το 1990 κι έπειτα: δεν μπορούσες να τους ξεχωρίσεις από εκατομμύρια άλλους πίνακες που ζωγράφιζαν τότε σ όλη την οικουμένη. Ο ζωγράφος μπορούσε να καυχιέται για διπλή νίκη: Ήταν απολύτως ελεύθερος και απολύτως όμοιος με όλο τον κόσμο.
Τότε ο συνειρμός χοροπήδησε ξαφνικά και το μυαλό μου ταξίδεψε από τους πίνακες, στις σχέσεις των ανθρώπων και στο θέμα που με απασχολούσε. Σκεφτόμουν όμως με όρους ζωγραφικής. Η απιστία, σκέφτηκα βγαίνοντας από τη γκαλερί και πηγαίνοντας στο διπλανό καφέ για την απογευματινή μου μπύρα, εξ ορισμού χρειάζεται δύο εκ των οποίων ο ένας τουλάχιστον να βρίσκεται αλλού. Η αντιμετώπισή της θέλησης γι αυτήν, μπορεί να περιλάβει ελάχιστες παραλλαγές. Ως τότε μόνο δύο μου περνούσαν από το μυαλό. Είτε ξεχνάς αυτό που θες, με όποιο ψυχικό κόστος συνεπάγεται η αυτοσυγκράτησή σου. Είτε πέφτεις με τα μούτρα και ό,τι προκύψει. Επηρεασμένος από τον πίνακα, είδα τώρα μια τρίτη αντιμετώπιση. Διαισθάνθηκα πως όποιος είναι -η έχει προδιάθεση για να γίνει- ζωγράφος, θα βρει τον τρόπο να εκφράσει μια πρωτότυπη εικόνα που να κρατάει απόσταση χωρίς να καταργεί το βασικό του ιδεολόγημα. Η σύνθεση θα προκαλέσει ενδιαφέρον και θα προσελκύσει ορισμένους με την εσωτερική δύναμη της δημιουργίας. Γι αυτό ίσως, πολλοί ιδεολογικά ή και συναισθηματικά δεσμευμένοι, αποδεικνύονται άσσοι στην επινόηση νέων τρόπων προσέγγισης. Ο περιορισμός, όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, ξεγεννάει τις επιδεξιότητες. Αν όμως ο ζωγράφος αγνοήσει τους περιορισμούς και αφεθεί στην απόλυτη ελευθερία του, τότε χάνει τον προσανατολισμό. Και μόνο αν έχει πραγματικό, ιδιαίτερο ταλέντο θα κατορθώσει να ξεφύγει από τη φυλακή της ελευθερίας, την ομοιομορφία. Αν δεν έχει, οι απιστίες του θα είναι συνεχείς και άτεχνες, απιστίες για την απιστία. Κι ο ίδιος τελικά κακός καλλιτέχνης.
-Μπροστά μου πέρασε τότε μια παρέα από 3 πανέμορφες κοπέλες. Έπιασα τον εαυτό μου να κοιτάζει μόνο τη μια. Έχοντας το ταλέντο πάλι, σύντομα ο ζωγράφος θα γίνει αντιληπτός και γρήγορα θα μεταβληθεί σε κατεστημένο, συνεπώς θα βολευτεί σε ένα νέο ιδεολόγημα από το οποίο μπορεί και να μην θέλει πια να ξεφύγει. Ώσπου, αν είναι τυχερός, μια νέα ανάμειξη χρωμάτων στην παλέτα, να τον κατευθύνει ξανά σε νέα παραστρατήματα. Μέσα σε αυτή την λεπτή ισορροπία του τρόμου για τον ίδιον, μερικοί ευτυχείς θεατές θα σχολιάζουν τους πρωτότυπους πίνακες και θα προσπαθούν να ερμηνεύσουν πότε η απιστία παράγει τέχνη και πότε αλλοτριώνεται ο καλλιτέχνης. Ελάχιστοι τελικά θα διακρίνουν αμέσως το πρωτότυπο από το ομοιόμορφο κι αυτοί θα φροντίσουν να το αναδείξουν γνωρίζοντας πως δεν είναι το πραγματικό στυλ του καλλιτέχνη, αφού αξιώθηκαν μια παρασπονδία. Κι ακριβώς γι αυτό, ακόμα λιγότεροι θα χαμογελάσουν κατανοώντας και ψιθυρίζοντας "ευτυχώς". Όσο για τον ζωγράφο, αργότερα μπορεί και να αποποιείται την ημιελεύθερη δημιουργία του ως νόθο παιδί, ώσπου ο χρόνος να μιλήσει για εκείνο χωρίς εκείνον. Αυτός, θα λέει για κοινωνικό άλλοθι, ήθελε να είναι πιστός στην τέχνη. Ο Αλκης χαμογέλασε ζεστά στην κοπέλα που τόση ώρα τον άκουγε αμίλητη. -Δεν ξέρω αν καταλαβαίνεις τι προσπαθώ να σου πω, της είπε. -Προσπαθώ... Ομολογώ πως η ιστορία σου ήταν πρωτότυπη. Δεν ξέρω όμως γιατί μου την είπες.
Τότε εκείνος χαμήλωσε τα μάτια, έπιασε το χέρι της στην παλάμη του, έσκυψε προς το μέρος της και σχεδόν ψιθυριστά της πρότεινε να βρεθούν την επομένη, να κάνουν έρωτα ωμά, πρόστυχα, αλλά ειλικρινά. Σαν δυο πρωταγωνιστές αισθησιακής ταινίας. Και να ξεχάσουν για πάντα το συναίσθημα, που μόνο προβλήματα θα τους έφερνε. Να αφήσουν τα κορμιά τους να συνδιαλεχτούν, για να σώσουν τις καρδιές τους. Και μετά να χαθούν. "Ο έρωτας είναι ο πιο κακόβουλος θεός όταν χτυπάει άκαιρα", της είπε. "Το πρόστυχο σεξ αντίθετα, είναι νομίζω η πιο ρομαντική και λυτρωτική εμπειρία όταν συμβαίνει στον κατάλληλο χρόνο". Δεν ήθελε, είπε, να κρατήσει κανείς τους απωθημένα, γιατί αυτό θα τους επιβάρυνε περισσότερο από όσο οι τύψεις για τη μια και μόνη τους παρασπονδία. Η Αντιγόνη ξαφνικά είδε το τέρας εκεί που μέχρι πριν λίγα δευτερόλεπτα αφηνόταν να γοητευτεί. Τράβηξε το χέρι της από το δικό του. -Σε παρακαλώ, θέλω να φύγω τώρα... του απάντησε απότομα. Και πριν προφτάσει εκείνος να συνέλθει από την έκπληξη, σηκώθηκε, του είπε ένα ξερό αντίο και απομακρύνθηκε με γρήγορο βηματισμό. Ο Αλκης την κοιτούσε να φεύγει κουνώντας ελαφρά το κεφάλι. Δεν την ακολούθησε. Έφτασε στο σπίτι της απογοητευμένη από την πεζότητά του. Τον είχε εκτιμήσει λάθος. Ο μαντρωμένος, δειλός έρωτας που ένοιωθε, υποχώρησε σα βαρυστομαχιά που τη χτυπούν αντιόξινα. Δεν ήταν αυτή για τέτοια, αυτή ήθελε έρωτες απόλυτους, δεν ήθελε να σπαταλιέται σαν τσούλα με αλλού δοσμένους άντρες, όση γοητεία κι αν εξέπεμπαν. Και που δέχθηκε το φλερτ του τόσον καιρό, πολύ της ήταν ήδη. Αν δεν ήταν τόσο γοητευτικός, αν δεν έγραφε εκείνα τα παράξενα γράμματα ανάμεικτης λαγνείας και ποίησης, θα είχε πάρει δρόμο εξαρχής. Τι φτηνός που αποδείχτηκε όμως, σκέφτηκε... Για να την πηδήξει κάθισε κι έπλεξε ολόκληρη φιλοσοφία. Η τέχνη της απιστίας και μαλακίες. Τόσο πρόστυχος, τόσο κάλπικος, τόσο ελεεινός. Πράγματι ίσχυε αυτό που της είχε πει. Η μορφή απομυθοποιεί το πνεύμα. Εντέλει χάθηκαν, όσο κι αν τους βασάνιζε ο ανικανοποίητος πόθος της σάρκας. Εκείνη διέκοψε εντελώς την επαφή μαζί του. Πέρασαν σχεδόν δυο μήνες και ο Αλκης αποτελούσε πια θολή ανάμνηση. Η Αντιγόνη διάβαζε σκληρά για το πτυχίο, όταν ένα απόγευμα γύρω στις 7 χτύπησε ξαφνικά το τηλέφωνό της.
Ο Κωνσταντίνος, 50 χρονών και παντρεμένος με 3 παιδιά, ήταν εξαιρετικός ζωγράφος κι ένας από τους διασημότερους σύγχρονους δημιουργούς στη χώρα. Η Αντιγόνη που τον θαύμαζε από μικρή, τον είχε συναντήσει μια φορά πριν από τρεις μήνες σε μια έκθεση των τελευταίων του έργων σε μια γκαλερί στο Θησείο. Είχαν μιλήσει για λίγα λεπτά. Υπέγραψε την αφίσα ενός από τους πίνακές του που είχε εκείνη αγοράσει και ζήτησε το τηλέφωνό της για να την καλέσει, είπε, προσωπικά στην επόμενη έκθεσή του. Αυτός ο άνθρωπος, η μάλλον όχι ο άνθρωπος αλλά ο τρόπος που ζωγράφιζε, την είχαν πραγματικά συγκλονίσει. Ηταν από τις λίγες περιπτώσεις όπου κριτικοί και κοινό συμφωνούσαν για την αρτιότητα του καλλιτέχνη. Όταν λοιπόν άκουσε τη φωνή του στην άλλη άκρη του ακουστικού, τα μάτια της γούρλωσαν και η καρδιά της ανέβασε παλμούς. Της είπε ότι συμπτωματικά είχε τη μέρα εκείνη λίγο ελεύθερο χρόνο, καθώς την επομένη θα ταξίδευε. Είχε βρει το τηλέφωνό της στην ατζέντα του και σκέφτηκε αν θα ήθελαν να βγουν. Ας μην περίμενε όμως πολλά. Είχε κουραστεί με τις εξόδους σε μαγαζιά για ποτά και φαγητό. Θα προτιμούσε, της είπε, να πήγαιναν καμιά βόλτα με το αυτοκίνητο. Είχε αυτοκίνητο; Γιατί ο ίδιος δεν οδηγούσε. Τρελή από χαρά η Αντιγόνη έβαλε τα καλά της, πήρε το αμάξι της και πήγε στο σημείο του ραντεβού, ψηλά στα Βριλήσσια. Ο Κωνσταντίνος της επανέλαβε ότι πολύ ήθελε να πάνε βόλτα κάπου απομονωμένα, να ξεσκάσει. Είχε πολύ καταπιεστεί από δουλειές και ομιλίες και ήθελε λίγο καθαρό αέρα, είπε.
Τον πήγε στην Πεντέλη, να βλέπουν τη θέα. Σταμάτησαν σε ένα πλάτωμα και κάθισαν να κοιτάνε τα φωτάκια. Στην αρχή μίλησαν για τη ζωγραφική. Γρήγορα ο Κωνσταντίνος την παρακάλεσε να αλλάξουν θέμα, να μιλήσουν για τα ζητήματα της καθημερινότητας. Για τις σχέσεις των ανθρώπων ας πούμε. Αναλύοντας τις δύσκολες σχέσεις της εποχής μέσα στο αμάξι, ο Κωνσταντίνος άνοιξε αργά-αργά το φερμουάρ από το παντελόνι του, έβγαλε έξω το όργανό του μπροστά στην έκπληκτη κοπέλα και άρχισε να αυνανίζεται κοιτώντας τη στα μάτια. Η Αντιγόνη τον κοιτούσε με απορημένο βλέμμα κι ένα ανόητο χαμόγελο. «Ξέρεις, θέλω πολύ να ξεδώσω από την πίεση. Είσαι όμορφη», της είπε, έπιασε το χέρι της και την υποχρέωσε να τον χαϊδέψει. Η Αντιγόνη, αν και κατάπληκτη από την εξέλιξη αυτή, την θεώρησε ως ιδιοτροπία της μεγαλοφυίας. Στις μεγαλοφυίες επιτρέπονται ακόμα και τέτοιες ιδιορρυθμίες. Συνέχισε λοιπόν να τον χαϊδεύει με το δεξί της χέρι ενώ εκείνος την κοιτούσε στα μάτια και της έδινε τον ρυθμό. Δεν αντιστάθηκε ούτε όταν σταμάτησε να της χαϊδεύει τα μαλλιά και τα τράβηξε αρκετά απότομα, κατεβάζοντας το πρόσωπό της στα πόδια του. Τελικά, ο Κωνσταντίνος αφού της τον έδωσε στο στόμα με μανία αδιαφορώντας πλήρως για την όποια πιθανή η απίθανη δική της ικανοποίηση, έχυσε απροειδοποίητα στο λαρύγγι της βρίζοντας χυδαία. Με τα δυο του χέρια κρατούσε το κεφάλι της ακίνητο, αναγκάζοντάς την να καταπιεί για να μην πνιγεί. Το σπέρμα του είχε γεύση λαδομπογιάς –έτσι της φάνηκε τουλάχιστον. Το κατάπιε όλο ενώ τα μάτια της δάκρυζαν από τον πόνο . Ο ζωγράφος την κράτησε εκεί μέχρι που ένοιωσε το όργανό του να μικραίνει στο στόμα της. Κατόπιν την άφησε ελεύθερη, κουμπώθηκε χωρίς να σκουπιστεί, άναψε τσιγάρο κι έφτυσε από το παράθυρο. Εκείνη βγήκε κι έκανε εμετό κοιτώντας μπροστά τα φώτα της πόλης. Μόλις επέστρεψε στο αυτοκίνητο, ο Κωνσταντίνος της ζήτησε να τον πάει στην Κηφισιά. Για μια ακόμα φορά η Αντιγόνη υπάκουσε. Σταμάτησαν έξω από κάποιο μπαρ, τη χάιδεψε απαλά στο μάγουλο, της έκλεισε το μάτι με σημασία που μόνο αυτός καταλάβαινε κι εξαφανίστηκε για πάντα από τη ζωή της. Μόνη τα ξημερώματα, η Αντιγόνη ξύπνησε μέσα στο ατελιέ. Την είχε πάρει ο ύπνος σε μια ανάπαυλα της δουλειάς, στην πολυθρόνα. Κοίταξε τον μισοτελειωμένο πίνακά της κι έβαλε για μια ακόμα φορά τα κλάματα. Αυτό που έβλεπε στο φόντο ήταν μια ρεαλιστική απεικόνιση ενός δρόμου, μάλλον της Πόλης, με κρεμασμένες μπουγάδες στα παράθυρα και μικρομάγαζα. Στο προσκήνιο όμως όλα ήταν σουρεαλιστικά. Ένας νεαρός ημίγυμνος Τούρκος έβγαινε από κάποιο χαμάμ. Δίπλα, δεκάδες ανθρωπάκια σχημάτιζαν μια παράξενη διαδήλωση. Άλλοι κρατούσαν ψάρια, άλλοι ανέμιζαν κροταλίες, άλλοι χτυπούσαν χταπόδια σαν τύμπανα ένα σε κάθε χέρι, μια γυναίκα με άσπρο νυχτικό χόρευε. Στην μέση μια ομάδα ύψωνε μια τεράστια σημαία. Ζωγραφισμένος πάνω στη σημαία, ένας πορτοκαλί ιπποπόταμος όμοιος σχεδόν με καρτούν, βοηθούσε μια γαζέλα να βγει από το νερό. Η Αντιγόνη δάκρυζε, γιατί αυτό το αστείο πλάσμα που η ίδια είχε βαφτίσει Πιραντέλο όμως όλοι τον ήξεραν σαν Πορτοκαλόδερμο, την είχε κάνει διάσημη. Ήταν πια το σήμα κατατεθέν της. Όταν ζωγράφισε τους πρώτους της πίνακες, καμία γκαλερί δεν ενδιαφέρθηκε. Ο σουρεαλισμός της, έλεγαν, ήταν άρτιος μα δεν πουλούσε. Τότε ο Άλκης της πρότεινε να ξεσπάσει ζωγραφίζοντας ένα αταίριαστο πλάσμα επάνω σε κάποιον πίνακα και να ξαναπάει στην γκαλερί. Υπολόγιζε ότι θα της έλεγαν πόσο καλός θα ήταν ο πίνακας αν έλειπε αυτό το αταίριαστο πλάσμα, οπότε εκείνη αφαιρώντας το θα μπορούσε να εκθέσει, επιτέλους! Τον άκουσε κι έτσι γεννήθηκε ο Πιραντέλο, αυτός ο αγαπημένος της εχθρός. Που τον ερωτεύτηκαν οι τεχνοκριτικοί. Που έκλεψε τη φήμη της. Που ο Κωνσταντίνος Βαφέας, ο διασημότερος ίσως τεχνοκριτικός της χώρας, είχε χαρακτηρίσει «το γοητευτικότερο παχύδερμο της νέας Ελληνικής ζωγραφικής μετά τον υπουργό Παιδείας!» –ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν ένας παχουλός πρώην ζωγράφος. Που όλοι πια την ήξεραν ως δημιουργό του Πορτοκαλόδερμου. Που γεννήθηκε με σκοπό να εξαλειφθεί. Και που τελικά τη νίκησε κατά κράτος. Τι παράξενος κόσμος, σκεφτόταν ετοιμάζοντας λίγο πορτοκαλί. Ερωτεύεσαι εκεί που όλα είναι ανάποδα. Θες αυτό που δεν έχεις. Εκεί που δεν είσαι θες να πας. Όλα αλλιώς. Άλλα πράγματα αγαπάμε κι άλλα μας χαράζουν πορεία, ή μάλλον ένας απροσδόκητος συνδυασμός συνθηκών. Αυτό που θεωρούμε σημαντικό αποδεικνύεται ασήμαντο κι εκείνο που δεν μας γεμίζει το μάτι, συνειδητοποιούμε ξαφνικά πως είχε μια δύναμη κρυμμένη μέσα του, που περίμενε ένα βλέμμα από την κατάλληλη γωνία για να φανερωθεί. Ανάμεσα στα δάκρυα και επηρεασμένη ακόμα από το όνειρο, η Αντιγόνη θυμήθηκε μια ιστορία που είχε ακούσει παλιά: Μια φορά, σε έναν χορό μεταμφιεσμένων είχε πάει και Ο Τσάρλι Τσάπλιν. Στο χορό έγινε διαγωνισμός καλύτερης μεταμφίεσης Σαρλώ. Ο Τσάρλι Τσάπλιν ο αυθεντικός, βγήκε τρίτος. Τότε συνειδητοποίησε τη διαφορά του Τσάρλι Τσάπλιν από το μασκάρεμα σαν Τσάρλι Τσάπλιν. Που μπορεί να είναι πιο εντυπωσιακό από τον ίδιο, αφού έχουμε συνηθίσει να το βλέπουμε έτσι εξαιτίας της πεποίθησής μας ή επειδή κάποιοι τρίτοι θεωρούν ότι ο Τσάπλιν δεν μπορεί παρά να μοιάζει πάντα με τον Σαρλώ. Με αναφιλητά ανακάλυψε μπροστά στον Πιραντέλο που την κοιτούσε χαρούμενος, τη διαφορά εκείνου που πράγματι είναι με αυτό που θεωρούμε πως είναι επειδή δεν βλέπουμε όλη την εικόνα. Τουλάχιστον σε εκείνο το ιλαροτραγικό όνειρο, ο Κωνσταντίνος είχε αποδειχθεί πραγματικά διδακτικός εκεί που απέτυχε, ίσως γιατί δεν ήταν διάσημος ζωγράφος ονείρων, ο Αλκης.
Ο Πιραντέλο στη λάθος θέση ήταν το δημιούργημα.
*ελλείψει έμπνευσης, αναδημοσιεύω αυτό το παλιό αλλά πάντα επίκαιρο κείμενο, που αποτελεί αυτοτελές απόσπασμα μια ευρύτερης ενότητας κειμένων που αποτελούν σύνολο, δημοσιευμένου εντύπως προ 3 ετών.

buzz it!

22 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

κόντεψε να εξαρθρωθεί ο δείκτης από το scroll

θα το τυπώσω, είναι αδύνατο να διαβάσω Πιραντέλο από οθόνη

Nomad είπε...

κΚΚΜοίρη,

αυτό σημαίνει οτι θα σχολιάσετε εν ευθέτω χρόνω, δεν παω πουθενά αν δε δω σχολιανό σας, μου το ταξατε, εδώ θα κάτσω!

:ΡΡΡ

Ανώνυμος είπε...

έτσι είναι αν έτσι νομίζετε

(να ποτίσω πρώτα τα λουλούδια που κοντεύουν να χτικιάσουν ; )

Xνούδι είπε...

Θα το πάρω να το πάω μια βόλτα στην θάλασσα, θα το κεράσω και δυο-τρία Μοχίτος και αφού το διαβάσω δεύτερη φορά, θα το ξαναφέρω. Θα το προσέχω, υπόσχομαι.


υ.γ μπορώ να έχω έναν συνειρμό παρακαλώ από εκείνους τους ξέρεις εσύ? :) ***********

Ο άλλος είπε...

Φίλε μου πρόκειται για εκπληκτικό κείμενο πρωτότυπης γραφής και τόσο αληθινό που το θεωρώ βιωματικό σε μεγάλο βαθμό(ναι ξέρω με όλες τις υπερβολές, τις υπερβάσεις και το κρυφτό του συγγραφέα με το εαυτό του)
Είναι από τις ιστορίες εκείνες με ρομαντικό κυνισμό και δύναμη. Τελικα:
Η δύναμη της πρωτοτυπίας βρίσκεται συχνά στην αντίφαση.
Αυτές τις αντιφάσεις περιγράφεις
και εύχομαι να την έχεις και μέσα σου
Υποκλίνομαι

sadcharlotte είπε...

λαθος στιγμή το διαβασα. επρεπε να το διαβασω βραδυ με σκοταδι, βοτανια στο μυαλο και φωνες καταραμενες στο βαθος.. ακομα και ετσι ομως δεν μπορω παρα να εκφρασω τον θαυμασμο μου.. εξαιρετικο απο την αρχη εως το τελος!!!
και κατα καποιο διεστραμμενο τροπο τοσο οικειο..

Ανώνυμος είπε...

Δεν μου άρεσε.

nelly είπε...

"Το πρόστυχο σεξ αντίθετα, είναι νομίζω η πιο ρομαντική και λυτρωτική εμπειρία όταν συμβαίνει στον κατάλληλο χρόνο".
Συμφωνω και επαυξανω.

Γιατι εκανες την Αντιγονη χαζουλα και με ροπη στους γερους?(σε σχεση με την ιδια γερους,μην παρεξηγηθω κιολας)

Nomad είπε...

κΚΚΜοίρη,

να υποθέσω ότι διαθέτετε ολόκληρη ζούγκλα;;;;



Χνου;

Τώρα που το ξαναβλέπω είναι υγρό, έχει μαζέψει αρμύρα, μυρίζει αλκοολ και μέντα και μου φαίνεται τσαλακωμένο. Αρα καλοπέρασε, μερσί!!

Μια μέρα κάποιος ξύπνησε και οτιδήποτε ακουγε, απο το ραδιόφωνο μέχρι τη φωνή της γυναίκας του, ήταν σε μια ακαταληπτη γλωσσα. Δεν καταλαβαινε τπτ. Πηγε να μιλήσει κι αυτός κι αρχισε να μιλάει στην ιδια γλωσσα. Ενω ηξερε τι ελεγε, τα λογια που ελεγε δεν τα ήξερε.
Κατόπιν αυτού επινόησε τα συννεφάκια τύπου κόμικ. Εφτιαχνε πανω του ένα συννεφάκι και έγραφε μεσα στο συννεφάκι αυτό που δε μπορούσε να πει. Οταν μαζεύτηκαν ομως πολλά συννεφάκια έπιασε βροχή κι έγινε μουσκίδι.
Τότε κατάλαβε ότι μερικές φορές, να μην καταλαβαίνεις σε κρατάει στεγνό.




αλλε,

σε ευχαριστώ πολύ φίλε. Δεν είναι βιωματικό, είναι ετερωνυμικό. Φτιάχνω ετερώνυμους και τους αναθέτω αποστολές που ο ίδιος δεν μπορώ να κάνω. Μετα κάθομαι και κοιτάω πως τα πήγαν. Ο επόμενος θα ανέβει στο Εβερστ



Λυπημένη καρλότα,

σε ευχαριστώ πολύ. Δε νομίζω να είναι διεστραμμένος ο τρόπος. Ο άλλος, προ ημερών, είχε καταγράψει σε ενα κείμενό του κάτι επίσης "διεστραμμένα οικείο" σε μένα, και οταν του το είπα απανατησε ότι αυτό καταδεικνύει και τις ομοιότητες στις ζωές των ανθρώπων.

Ανώνυμε,

δεκτόν. Σε ευχαριστώ που διάβασες τέτοιον όγκο πάντως.

Nomad είπε...

Νελλυ,

διότι βρίσκομαι σε τέτοια ηλικία και διότι ...δεν σε έχω γνωρίσει

:ΡΡΡΡΡ

Βασιλική Παπαδημητρίου είπε...

βουιζουν ακομη οι λεξεις μεσα στο κεφαλι μου...
ανατρεπτικα ανθρωπινο...

mamma είπε...

Εξαιρετικό. Τόσα επίπεδα, τόσα θέματα. Και απελευθερωτικό, δεν μπορώ να το εξηγήσω αυτό, απλά έτσι το αισθάνθηκα.

NinaC είπε...

Μου άρεσε. Έχω την αίσθηση πως την εκδικήθηκες την ηρωίδα σου. Αυτό που αρνήθηκε στον Άλκη, της επιβλήθηκε από τον Κωνσταντίνο, και μάλιστα χωρίς την απόλυτη καύλα, πνευματική και σωματική, που τη συνέδεε με τον πρώτο. Προφανώς για τον Κωνσταντίνο ήταν τυχαία επιλογή, η πρώτη που απάντησε στο τηλέφωνό της. Για τον Άλκη, ακόμα κι αν στην τελική της ζητούσε το ίδιο που απάιτησε και πήρε από αυτήν ο Κωνσταντίνος, ήταν απόλυτα συνειδητή επιλογή, η εκλεκτή μία.

Μου άρεσε.

Ανώνυμος είπε...

nomad θα πω κάτι πάρα πολύ κοινότυπο αλλά γράφετε πολύ καλά για βλόγερ


(θα σας χρεώσω τα λουλούδια που ψόφησαν μεχρι να τελειωσω το διάβασμα)

cynical είπε...

Νομάδα, πολύ ζουμερό κείμενο. Έπαθε αγκύλωση ο δάχτυλός μου στο σκρολ. Θα ακολουθήσω την τακτική του κ. Μοίρη, γιατί δεν θέλω να μου ξεφύγει ούτε μια γωνίτσα από το λαβυρινθώδες ανδρικό μυαλό. Και μετά σου λένε για τις γυναίκες ότι είναι ...άβυσσος η ψυχή τους.
Θα επανέλθω με κριτική αναλυτική επί των σημείων.
Σ'ευχαριστώ για την πληροφορια που αφησες στην θυρίδα του κ. Μοίρη. Το δικό μου το σπλάχνο είναι του 13,14 οπότε δεν κινδυνεύει από τους 19 άρηδες. Είμαστε εκτος συναγωνισμού εμείς.

Nomad είπε...

Βασιλική,

καλώς όρισες. Εύχομαι οι λέξεις, ανασυγκροτώντας το ομοίωμα του κόσμου στους νευρώνες σου, να δημιουργήσουν μια όμορφη συστάδα δέντρων κάτω απο τη σκιά των οποίων θα πιείς μια δροσερή πορτοκαλαδα καλοκαίρι.

μάμα,

αν έτσι το αισθάνθηκες έτσι είναι.
Μπήκα για λίγο στο μπλογκ σου, θα επανέλθω. Ζώντας σε ενα περιβάλλον ΄ποπου το βασικό θέμα της διαπραγματευσής σου είναι πολύ διαδεδομένο συγκριτικά με τον γενικό πληθυσμό, θα είχα ίσως να σου μεταφέρω εμεπιρίες φιλενάδων μου. Εν καιρώ. Καλως ηλθες.


Νίνα,

οχι θα την αφηνα τη βλαμμένη! Οταν ήμουν παιδί, ζωγραφισα τον φόνο ενός συμμαθητή μου που δε χώνευα και ρωτησα τον πατερα μου: Μπαμπα, κοίτα, αν μπορώ να σκοτώσω με τη σκέψη μου εναν βλακα ανθρωπο, δε χρειάζεται να τον σκοτώσω στ αλήθεια για να νοιώσω καλύτερα, έτσι δεν είναι;;;
-Ευτυχως παιδάκι μου έχεις δίκιο κι έτσι θα κοιμάμαι ήσυχος, μου απαντησε.
:ΡΡΡΡ

κΚΚΜοίρη,

αν δεν είχα κάνει ήδη τη μικρή μου βόλτα στον κόσμο των βλογς, μπορεί και να καμαρωνα. Αλλα τώρα νομίζω πως αισθανόμαστε πια μια οικειότητα ανάμεσά μας που επιτρέπει κάποιες υπερβολές. Σας ευχαριστώ πολύ.

Κυνική,

εαν δεν πιάσεις το πόνημα για τη χέστρα, σου δίνω προθεσμίας ως τη δευτέρα. αν δε δω σχόλιό σου μέχρι τότε, ουτε πονημα χεστρας στο βλογ σου, θα σου αφιερώσω το επόμενο πόνημά μου που θα είναι διατριβή πανω στις σεξουαλικές συνήθειες των βουσμάνων. Ευχαριστώ
ΥΓ. Να σκρολάρεις με το βελακι, ετσι δεν κουνας πολύ το δάχτυλο
:ΡΡ

cynical είπε...

Πάντως Νομάδα, πολύ εμνευσμένο κείμενο. Ρόμπα τις κάνεις τις γυναίκες.
ΥΓ. σχετικά με το πονημα της χεστρας, για να επισπευσθει η διαδικασία, θα πρεπει να συνεισφέρετε το κατι τις σας. Οι τιμες λιανικής για παραγγελιες αναρτησεων έχουν γραφτεί σε μια μια παλιοτερη αναρτησή μου. Συμβουλευτείτε την

γιώργος είπε...

θα μπορούσαμε κάλλιστα να μιλάμε για Αρχαία Ελληνική Τραγωδία...
ακόμη και τα ονόματα ταιριάζουν...
Άλκης, Αντιγόνη, Κωνσταντίνος...
ακόμη και 'από μηχανής θεός' υπάρχει...
ο πορτοκαλί Πιραντέλο...
για να μην αναφέρουμε τις φιλοσοφικές αναφορές ή τις sic εκφάνσεις του ερωτισμού...

χάρηκα που σας βρήκα...

την καλησπέρα μου...

sylfaen είπε...

Γεια σου Νομάδα,
μετά από καιρό! Ταυτίστηκα... όπως αναμενόταν. Αλλά είναι κι οι καιροί περίεργοι. Γιατί να διάλεξες τώρα να το βάλεις; που μόλις το έζησα. Μάλλον μας επηρεάζουν με τον ίδιο τρόπο οι αλλαγές της θερμοκρασίας.
Ευτυχώς (στην δική μου ιστορία), τίποτα δεν με αηδίασε (γιατί η μεγάλη αρετή της παρατήρησης με σώζει σε τέτοιες στιγμές), μόνο που έπρεπε να φύγω διακοπές στο εξωτερικό για καταλάβω ποιο σώμα είναι πατριδα.
όπως και νά 'χει η στιγμή που το διαβασα ήταν σαν να περπάταγες δίπλα.

Nomad είπε...

Κυνική,

καλημεροβδομάδα, δε συμφωνώ. Αφενός μια γυναίκα δεν είναι "οι γυναίκες", αφεδύο ήθελα να καταδείξω τη διαφορά ανάμεσα στο είναι και το φαίνεσθαι, ομολογώ με λίγο ακραίο τρόπο. Συνεπώς δεν είναι θέμα φύλου.
Οσο για το δικό σου πόνημα θα σε πληρώσω με δωρεάν εισιτήρια για την επόμενη συναυλία του Νταλαρα.
(Καθότι αρτίστας σχετικός με τη χέστρα)


Γιώργο,

σας ευχαριστώ για τα λόγια σας. Καλώς ορίσατε.
:)

Συλφαέν,

καλωστην ξανά, ελπίζω η εμπειρία σου να σε έκανε σοφότερη. Δεν ξέρω αν περπατούσαμε δίπλα, ξέρω όμως ότι όταν κάποιος κατανοεί κάποιον άλλον δια της εμπειρίας αντί του λόγου, τότε τον κατανοεί μέχρι το μεδούλι του. Οσο για το σώμα-πατρίδα, πράγματι, δεδηλωμένοι απάτριδες υπαρχουν πολλοί, δεδηλωμένοιασώματοι όχι.

:)

Kwlogria είπε...

Καλά, άφωνη. Θα γινόταν μια υπέροχη ταινία. Εξαιρετικό!

Nomad είπε...

Κωλόγρια,

σε ευχαριστώ πολύ! Οταν θα με ανακαλύψει ο Σπίλπεργκ, θάθελες να παίξεις το...ιπποποταμάκι;;;;

:ΡΡ