Το σημάδι του Αβελ 23

Εκατοντάδες φορές στα χρόνια που πέρασαν, σκέφτηκα πόσο σε χάλασα εκείνη τη νύχτα. Έχω τόσο πολύ μετανοιώσει που δεν έχει νόημα να σου πω πως μπήκα στο πετσί σου. Εκ των υστέρων… Από τη δική σου πλευρά, ανεξοικείωτη όπως ήσουν με τέτοιες ερωτικές πρακτικές και αδιάφορη για άλλα γυναικεία σώματα, η νύχτα εκείνη, και ο άγαρμπος τρόπος που συμπεριφέρθηκα, επέφερε το ράγισμα. Σου ήταν αδύνατον, όπως κατάλαβα ευθύς αφού ξεμέθυσα, να δεις αυτή τη συμπεριφορά όπως την έβλεπα εγώ. Σα να ζητούσα από τον κάτοικο του κόσμου δύο διαστάσεων σε κείνη την υπέροχη νουβέλα του Αμποτ να κατανοήσει την έννοια του ύψους. Στο κάτω-κάτω κάτι τέτοιο ήταν άγνωστη γη για σένα, ενώ για μένα γνώριμος τόπος. Ένοιωσες να σε ευτελίζω. Το σεξ ενδύθηκε τη ντροπή. Ξύπνησες εκείνη τη στιγμή εκπεσούσα οριστικά από τον παράδεισο. Φόρεσες το φύλλο της συκιάς. Δεν ήταν πια δικό μας, μόνο δικό μας αυτό που είχαμε. Σε συνδυασμό με τις τύψεις, δια μιας ο ρομαντισμός και η αθωότητα στη συνενοχή μας γκρεμοτσακίστηκαν, κατέρρευσαν, έγιναν πύργος από τραπουλόχαρτα συναισθημάτων που αποδεικνύονται κακοστημένα,, τι έρωτας μοιραίος είναι ετούτος που με εξωθεί σε ξένες αγκαλιές, σκεφτόσουν, τη μοναδική φορά που απάτησα τον άντρα μου. Μου είπες αργότερα ότι αν ήθελες να κάνεις κάτι τέτοιο στη ζωή σου δε θα ήμουν εγώ, αλλά ο Μάρτιν που θα το ζούσε. Πως τόλμησα; Δικαίως. Επέτρεψέ μου όμως ακόμα και τώρα που σου γράφω να μη μπορώ να αποφασίσω πως θα αντιμετώπιζες εκ των υστέρων το ίδιο γεγονός, αν στη θέση της Κάτιας ήταν ένας φίλος μου αγαπημένος. Θα μπορούσα να είχα προτείνει στον Στέλιο να μας συνοδεύσει εκείνο το βράδυ. Ο Στέλιος, αδελφικός φίλος, είναι επίσης κοινωνός μερικών εμπειριών του είδους. Σε κάποιες μαζί μου. Θα μπορούσα να τον είχα προσκαλέσει και σε διαβεβαιώνω, ότι όπως τον αισθάνομαι κι αυτόν αγαπημένο, αν ήμουν έτσι μεθυσμένος πιθανότατα θα σε έσπρωχνα στην αγκαλιά του, παρότι εγώ δεν θα τον αγκάλιαζα, τον τριχωτό αρκούδο. Αλλά με το Στέλιο μας ενώνουν πολλά για να τον θεωρήσω αντεραστή. Αν ήταν άντρας λοιπόν κι όχι γυναίκα το «διακύβευμα» αυτής της εμπειρίας σου, η μετέπειτα στάση σου προς εμένα θα ήταν άραγε ίδια; Ακόμα κι αν πάλι αρνιόσουν να μοιραστείς, θα με αντιμετώπιζες μετά έτσι απόλυτα όπως με αντιμετώπισες, θα αρνιόσουν τόσο επίμονα και για τόσο πολύν καιρό την αγάπη μου; Θα αρνιόσουν και τότε να με συγχωρήσεις, να μου αναγνωρίσεις τουλάχιστον το ελαφρυντικό της μέθης; Κι αν δεν ήμουν εγώ αλλά ο Μάρτιν που έπραττε έτσι, θα τον χώριζες με το ίδιο μαχαίρι που δια μιας κατέκοψες εμένα; Δεν θα μάθουμε ποτέ αυτές τις απαντήσεις. Αν και χαρακτηριστικό του ανθρώπου είναι να μπορεί να μελετά τα υποθετικά ερωτήματα, ποτέ δε μου απάντησες ξεκάθαρα σε αυτά. Καιρό μετά, έπειτα από δεκάδες γράμματα με ηλεκτρονικό και συμβατικό ταχυδρομείο που ανταλλάξαμε και άπειρες ώρες συζητήσεων, τσακωμών, εχθροπραξιών, συνεχών οχλήσεων, ξαφνικών ταξιδιών-αστραπή στο Βερολίνο κι απονενοημένων διαβημάτων μου, την εποχή που ακόμα προσπαθούσαμε να βρούμε τον τρόπο να μείνουμε φίλοι κι αδέρφια παρότι δεν θα ήμασταν πια εραστές, σε μια κρίση γλύκας σου μου εξήγησες επιτέλους πως ακριβώς ένοιωσες με ένα σου γράμμα. Το θυμάσαι; Σου είχα γράψει ακόμα ένα παρανοικό μέιλ που έσταζε απελπισία, εκλιπαρούσε συμπόνια, δήλωνε αδυναμία ζωής μακριά σου και κατέληγε με μια φράση από ένα παλιό βιβλίο: "Ο θάνατος είναι και δεν είναι βέβαιος. Είναι βέβαιος, αφού είναι αναπόφευκτος. αλλά και δεν είναι, αφού μερικές φορές δεν είναι σίγουρο ότι είμαστε νεκροί" Ζακ Μπενίν Γουίνσλοου, Διατριβή περί της αβεβαιότητας των οιωνών του θανάτου, της αναίτιας κηδείας και της βεβιασμένης ταρίχευσης, 1742. Και μου απάντησες. «Νικήτα, διάβασα προσεκτικά ό,τι μου έγραψες, προσεκτικά μεν, με δυσκολία δε. Στέκομαι για αρχή στις τελευταίες σου λέξεις για να σου πω ότι τώρα δα, διαβάζοντας σε και έχοντας τη σκέψη μου σε σένα, και αυτό που αισθάνομαι είναι θλίψη, κόμπος, πόνος εν ολίγοις. Πόνο διττό. Από τη μια, συναισθάνομαι όσα μου γράφεις με συνέπεια να νιώθω υπεύθυνη για ό,τι (σου) συμβαίνει, από την άλλη, με αποπροσανατολίζει το εξής παράδοξο: Ναι, η ιδιομορφία και το ξεχωριστό της σχέσης μας υπάρχει, ξέρω ποιος είσαι, ξέρω ότι δεν θα μου δημιουργήσεις ποτέ πρόβλημα, ξέρω ότι υπάρχει μόνο αλήθεια στα λόγια και τα αισθήματά σου, αισθάνομαι αγάπη και σ’ όλα αυτά έρχεται ένα «όχι» και ένα «μη», εντελώς αντίθετο με αυτά, σχήμα οξύμωρο, όμως υφίσταται και δεν μπορώ να το αγνοήσω. Δεν θέλω να επανέρχομαι στο θέμα της Κυψέλης, σου μιλάω ειλικρινά, δεν υπάρχει κάτι που σου κρατάω, που κρατάω στον Νικήτα που ξέρω και νοιάζομαι γι’ αυτόν και αγαπάω και δεν έχει πια θέση γκόμενου για μένα. Ό,τι, όμως, έγινε εκείνη την ημέρα, ένιωσα ότι παραβίασε το ιδιωτικό μας αφενός. Σχεδόν αισθάνθηκα να με κατασκοπεύουν, να με παίρνουν μάτι, να είμαι σε κοινοβιακή κατάσταση όπου όλοι είμαστε άνετοι με όλους. Ένιωσα έντονο αντιερωτισμό και άσχημα με την Λίζα. Είμαι πολύ άνετη με το θέμα αυτό όσον αφορά στο φίλο μου, τον αδερφό μου το Νικήτα. Άλλωστε μου είπες ότι είμαι από τα ελάχιστα άτομα, αν όχι το μοναδικό, που γνωρίζουν το είδος της σχέσης σου με την (ξέχασα και το όνομά της). Μου προκάλεσε εμπόδιο, όμως, στην άλλη μου σχέση μαζί σου, με κόλλησε, με φρέναρε, ένιωσα εμπλοκή σε κάτι ξένο. Καταλαβαίνεις τι θέλω να σου πω; Δεν ξέρω πώς να το εκφράσω σωστότερα, άλλωστε η εμπειρία του άλλου είναι, τελικά, σχεδόν αμετάφραστη στους άλλους, και δεν είναι κάτι για το οποίο θέλω να αισθάνεσαι ότι κρίνεσαι σε καμιά περίπτωση. Απλά, δεν μπορώ να το δεχτώ. Είναι δικό μου θέμα. Αντιλαμβάνεσαι για ποιο παράδοξο σου μιλάω τώρα; Να κατανοώ το ξεχωριστό της σχέσης μας αλλά να έχω απεμπολήσει το ερωτικό..!! Και ξέρω ότι είναι μονόπατη η βάρκα, ξέρω ότι αισθάνεσαι να σου επιβάλλω μια κατάσταση αλλά δεν έχω τέτοια πρόθεση, σου μιλάω ειλικρινά. Δεν αποφεύγω να σε βλέπω, αποφεύγω οποιαδήποτε νύξη περί ιδιωτικής συνεύρεσης, ναι…» Αυτή ήταν η στάση σου. Κι αυτό το βίωμά σου. Το σεβόμουν, αλλά μου ήταν αδύνατο να αποδεχτώ το τέλος έτσι απότομα. Τη μέρα που ξαναμιλήσαμε «μετά Κυψέλης», εκείνη την πρώτη κιόλας μέρα στο νέο μου ημερολόγιο που ορίζεται από το μ.Κ, σου είπα κατ' ουσίαν για πρώτη φορά πόσο βαθιά σε αγαπούσα. Τόσον καιρό που το βιώναμε στο είχα πει μονάχα τη νύχτα που μου εξομολογήθηκες τον έρωτά σου, αφού εγώ έπρεπε να κρατάω τη μπαλάντζα μη μας πάρει μακριά από τους ανθρώπους μας η θύελλα που μας σάρωνε. Τώρα τα γκέμια τα είχες εσύ. Κι εγώ σ’ αγαπούσα ολόκληρος ο μισός. Και πλέον στο έλεγα. Κι ακουγόταν πια τόσο πικρό, τόσο παρακλητικό, τόσο αδύναμο. Μα ήταν η αλήθεια μου. Κι από τότε δεν σταμάτησα μια μέρα να στη λέω. Εσύ δεν το ξαναείπες ποτέ.

buzz it!

5 σχόλια:

sylfaen είπε...

με αποζημίωσε.
:)

πολλές αποζημιώσεις μαζεύω τελευταία... έρχονται απαντήσεις που δεν περίμενα.
Μάταιη εποχή του θερισμού της σκόνης. Δεν θα ξαφνιαζομαι πια.

Σκάψε κι άλλο (στο κεφάλι μου). Σκέψου. Έσκυψα.
Ψαγμένη ψύξη άψυχη, καρπός της πίκρας.
Στις αξίνες μας ψίχουλα από ένα ψωμί που πετάχτηκε στο χώμα.
Δικό σου.

5 pink flowers είπε...

@nomad εισαι συντροφια ειναι αληθεια κι εσυ και καποιοι καλοι σου επισκεπτες γι αυτο μαλλον συναντιουνται οι τοποι μας και οι μνημες δεν εξηγειται αλλιως..η εξηγειται..παντως ειστε συντροφια ..εγω ξερεις σε εχω και στις αποσκευες και που και που ανατρεχω κι αυτο συντροφια ειναι..τι βασανα ειναι και τουτα που επιλεγουμε ενω οι πολεις οι θαλασσες ειναι τοσο φιλοξενα ομορφες και εμεις γιατι τοσο καρδοχτυπι εκει που αλλοτε μας ακουν κι αλλοτε οχι ..αδικο η εμμονη τρελλη και αγιατρευτη..αναζητω τη σοφια του νομαδα με το αποφθευγματικο υφος που ειναι γιατρικο ευχαριστω ουτως η αλλιως

sylfaen είπε...

ροζ λουλουδι!!!!!!! τι θα γινει με τα σημεια στιξης!!!!
με λαχανιαζεις να σε διαβαζω.
λολ

5 pink flowers είπε...

αχ ειναι που γραφω βιαστικα,απο μερη μακρυνα,με δανεικους υπολογιστες, αλλα γραφω,το ξερω και συγγνωμη ζητω,ολοι οι φιλοι μου οι λογιοι,αναρωτιουνατι γιατι εμεις που παιζουμε με τις εικονες δεν αγαπαμε τα σημεια στιξης..δεν εχω απαντηση ..υποσχομαι να το ψαξω ομως..Νομαντ τι κειμενο και αυτο του Στραους..κι εγω διαβαζα τον καφε καποτε αλλα φοβηθηκα απο τα βρισκουμενα και εγκατελειψα το σπορ

Nomad είπε...

συλφαεν,

υπάρχει κάπου ένας κήπος που ανθεί με λίπασμα νεκρών. Υπάρχουν δάση που ήταν άνθρωποι. Και είναι πέτρες που υπήρξαν δάση. Κι έτσι τίποτα δεν πέθανε ποτέ.

5 ροζ,

τα βάσανα, όπως κάθε τι, μας επιλέγουν. Η δική μας επιλογή είναι η άρνηση και η συμπάθεια. Χαίρομαι γιαα την παρέα μας.