Το σημάδι του Αβελ 18

Μέρος Δεύτερο ΑΒΕΛ Και προσέθηκε τεκείν το αδελφόν αυτού, τον Αβελ. Και εγένετο Αβελ ποιμήν προβάτων, Κάϊν δε ην εργαζόμενος την γην. Και εγένετο μεθ ημέρας ήνεγκε Κάϊν από των καρπών της γης θυσίαν τω Κυρίω. Και Αβελ ήνεγκε και αυτός από των πρωτοτόκων των προβάτων αυτού και από των στεάτων αυτών. Και επείδεν ο Θεός επί Αβελ και επι τοις δώροις αυτού, επί δε Κάϊν και επί ταις θυσίαις αυτού ου προσέσχε. Και ελυπήθη Κάϊν λίαν, και συνέπεσε τω προσώπω αυτου. Το βρίσκω ανώφελο να αναλωθώ στην αναλυτική περιγραφή των 6 μηνών της ευτυχίας μας. Ξέρεις και ξέρω. Δεν το αμφισβητήσαμε ποτέ, πως εκείνο το χρονικό διάστημα υπήρξε από τα ομορφότερα και τα πιο ευτυχισμένα των βίων μας. Μα δες το παράδοξο: όσο τα σώματα και οι καρδιές μας συναινούσαν, όσο η απομάγευση απείχε ακόμα και κάθε μας ερωτική πράξη αναλογούσε με τη διάχυση του φωτός στα ερέβη της ύπαρξης, δεν ήταν μόνο η προσωπική μας περιπέτεια που ευημερούσε. Μαζί της ευημερούσαν οι ζωές μας σε όλα τα επίπεδα. Η δουλειά μου πήγαινε καλά παρότι την παραμελούσα, μάλιστα στη διάρκεια επαναλαμβανόμενων των ταξιδιών μου βρήκα πράγματι έναν νέο γερμανό συγγραφέα που θα μπορούσα να μεταφράσω κι έκλεισα μια επωφελή συμφωνία με τον οίκο του. Έτσι δεν έλεγα πια ψέματα ως προς αυτό. Η σχέση μας, με έναν τρόπο φαινομενικά παράδοξο αλλά στο βάθος του κατανοητό, προκαλούσε το καλό και στα υπόλοιπα πεδία του βίου. Εσύ περνούσες ακόμα την καλή σου περίοδο με τον Μάρτιν, ενώ εγώ, όταν δεν ήμασταν μαζί καθόμουν κι έπαιζα με τα παιδιά χαρούμενος, περισσότερο από όσο πριν, εντοπίζοντας στα σγουρά τους μαλλιά και στις ασυνάρτητες λεξούλες το νόημα του είδους μας. Με την Αλεξάνδρα ένοιωθα να περνώ δεύτερο μήνα του μέλιτος, ήμουν τόσο ευτυχής που το πρόσωπό μου έλαμπε και της μετέδιδα τη χαρά, τη συνέπαιρνα, την ξεκούραζα, την αγαπούσα ξανά από την αρχή, κι όλο αυτό δεν ήταν η προσποίηση του μοιχού, αλλά η αλήθεια μου, μια αλήθεια που παρουσίαζε τον εαυτό ως ηθοποιό, όμως ο σκοπός της παράστασης ήταν να ευτυχήσει ο θεατής, να χαρεί το έργο. Δεν ξέρω. Η μάλλον ξέρω, πως τώρα που τα διηγούμαι αυτά ο αναγνώστης θα σκέφτεται πως από τη διήγησή μου λείπει η αυθεντικότητα της αγάπης, πως δε μπορεί κανείς να εξαπατά τη γυναίκα του οχεύοντας άλλη και την κοινωνική θέσμιση επιλέγοντας για παρτενέρ την αδελφή του. Το επιλέξαμε όμως αλήθεια; Κι αυτό που ένοιωθα, ήταν ψεύτικο; Τι έπρεπε να κάνω; Να χώριζα την Αλεξάνδρα εξηγώντας της ότι ερωτεύτηκα το αίμα μου; Μα τι είναι αληθινό, αν όχι αυτό που οδηγεί στην ευτυχία; Όπως κι εσύ, έτσι κι εγώ δεν βίωσα ποτέ ανταγωνιστικά τη σχέση μας. Ήταν το στήριγμα για να μπορούμε να αντέχουμε τα χρόνια της εξοικείωσης με τους άλλους μας, ήταν το αναγκαίο ψέμα, που όμως δεν οδηγεί στην εξαπάτηση του άλλου αλλά στην εγκαθίδρυση μιας σιωπηρής συναίνεσης: η ζωή είναι αβίωτη αν δεν την κάνεις παράσταση, αν δεν αγαπάς τον θεατή, αν δεν φυσήξεις το συννεφάκι να υψωθεί στον αέρα και δεν το μπολιάσεις με τη ροζ μπογιά των σκηνικών. Με δυο λόγια, ο έρωτάς μου για σένα θέριευε ταυτόχρονα τον πόθο μου για ζωή, δεν με αποσπούσε από την προσωπική μου ευδαιμονία, αντίθετα μεγάλωνε την επιθυμία μου να είμαι καλός πατέρας και σύζυγος. Δεν ανταγωνιζόταν, αλλά στήριζε τους γάμους μας. Σκέπτομαι τώρα κάτι ακόμα. Όταν παντρεύτηκα την Αλεξάνδρα, όπως νομίζω σου είπα πριν, είχα αποφασίσει ότι εκείνη ήταν η γυναίκα της ζωής μου. Πέρασαν βέβαια τα χρόνια κι ο πόθος κόπασε. Τι έπρεπε λοιπόν να κάνω για να είμαι εντάξει προς το κοινό περί αλήθειας αίσθημα; Να εγκαταλείψω την αγαπημένη μου επειδή σε ερωτεύτηκα, κι έπειτα εσένα αν τύχαινε να ερωτευτώ μιαν άλλη; Αυτή είναι η αλήθεια που ονειρεύονται οι αυθεντικοί, μια αέναη αλλαγή προσώπων υπό το πρόσχημα του νέου έρωτα και της αλήθειας προς τον παλιό; Είναι οι άνθρωποι λοιπόν αντικαταστάσιμοι όταν τελειώσει το πάθος, αρκεί να βρεις τη δικαιολογία; Και οι εσωτερικοί μου όρκοι πως κι αν πέθαινε ο πόθος, η αγάπη μου για εκείνη δεν θα πέθαινε ποτέ; Το γεγονός ότι τη λάτρευα παρότι σε γαμούσα; Το ότι μόλις τελειώναμε το σεξ μιλούσαμε επί ώρες για τον Μάρτιν και την Αλεξάνδρα και σπρώχναμε ο ένας τον άλλον πίσω στην αγκαλιά τους; Όλα αυτά είναι η ξιπασιά δυο μιασμάτων; Δεν ξέρω. Μπορεί να δίνω άλλοθι σε ένα κακούργημα, όμως ειλικρινά ποτέ δεν το είδα έτσι. Κακούργημα έγινε τη στιγμή που πάψαμε να είμαστε ευτυχισμένοι. Τότε παραλίγο η δική μου σχέση να καταστραφεί και η δική σου καταστράφηκε. Τότε όμως, ήθελα να είσαι ευτυχισμένη και ήσουν, ήθελες να ευτυχώ και ευτυχούσα και ξέραμε κι οι δυο ότι η ευτυχία μας μονάχα έτσι μπορούσε να υπάρχει, μονάχα αν αναλαμβάναμε το βάρος της προδοσίας αδιαμαρτύρητα, αν κάθε σταγόνα ιδρώτα που χύναμε μαζί δεν δημιουργούσε τη λύσσα για περισσότερες, αλλά μας ηρεμούσε και, σαν το ντόμινο, προκαλούσε τη διάθεση να χύσουμε ιδρώτα και με τους ανθρώπους μας. Ναι, μαζί σου κατάλαβα πως δεν είναι ανέφικτο να αγαπάς έναν άνθρωπο και να ερωτεύεσαι έναν άλλον, όταν δεν υπάρχει στη μέση η κτητικότητα. Κι αν όλο αυτό είναι ένα πελώριο ψέμα για οποιονδήποτε τρίτο, δεν έχω τι να του πω, ξέρω μόνο πως στην απολογία μου, εάν είχα δικαίωμα, θα γύμνωνα την ψυχή μου και θα ζητούσα από το δικαστή να μου υποδείξει για ποιόν λόγο η αλήθεια είναι αυτό που βλέπει εκείνος και όχι αυτό που έβλεπα εγώ. Κι εγώ έβλεπα δυο οικογένειες να ευτυχούνε με τη βοήθεια της απόκρυψης μιας αλήθειας που έτσι κι αλλιώς, λόγω της συγγένειάς μας, δε θα μπορούσε ποτέ να δημοσιοποιηθεί. Ποτέ εμείς οι δυο δε θα μπορούσαμε να γίνουμε ζευγάρι ακόμα κι αν τους εγκαταλείπαμε. Και κυρίως, ποτέ δε θα μπορούσαμε να κάνουμε παιδιά. Το ξέραμε καλά αυτό. Πάντα οι άνθρωποί μας θα ήταν άλλοι. Εμείς πάντα θα μέναμε ετεροθαλή αδέρφια. Η μοναδική διαφορά, ήταν ότι πηδιόμασταν. Αυτή ήταν η αλήθεια που η κοινωνία θα ήθελε να εξακοντίσουμε σαν πύραυλο εναντίον τους, να υποστούμε τις συνέπειες και να διαλύσουμε δυο οικογένειες; Ε όχι, τη φτύνω αυτή την κοινωνία που αναγάγει το δικό της κατασκεύασμα σε πανανθρώπινη αξία. Για μένα η αλήθεια ήταν πως αγαπούσα απόλυτα τη γυναίκα μου και ταυτοχρόνως γαμούσα την αδερφή μου. Τις όποιες τύψεις μου θα τις έπαιρνα στον τάφο. Μπορεί να είμαι ένας φριχτός άνθρωπος για κάποιους, όμως εγώ ξέρω πως είναι επίσης αλήθεια το να μυρίζουν οι πατούσες σου μετά από μια μέρα σκληρής δουλειάς, αλλά το βράδυ δεν πας να της χώσεις στη μούρη της καλής σου για να αισθάνεσαι αυθεντικός κι αληθινός. Τις πλένεις, καθαρίζεσαι, ξεβρομίζεις. Γι αυτό και οι δυό μας σπάνια συζητούσαμε ως πρόβλημα της σχέσης μας και εμπόδιο, την ύπρξη του Μάρτιν και της Αλεξάνδρας. Αν ήμασταν δυό κοινοί μοιχοί πιστεύω ότι θα μας απασχολούσε περισσότερο. Όμως τι νόημα έχει να αισθάνεσαι τύψεις για την απιστία στον άντρα σου, όταν ο εραστής σου ήμουν εγώ; Είχαμε ανέβει επίπεδο στην ακολασία. Το πρωταρχικό πρόβλημα δεν ήταν ότι απιστούσαμε, αλλά η συγγένεια. Το πρόβλημα έφευγε από την τάξη της ιδιωτικότητας και αφορούσε πια την ίδια την κοινωνία. Η σχέση μας ήταν εξ ορισμού μια ρουκέτα στα θεμέλιά της, παρότι σε άλλες κοινωνίες και εποχές, θα ήταν απλά μια ακόμα σχέση. Που μάλιστα επέλεγαν συνήθως οι βασιλείς και γενικά οι γαλαζοαίματοι… Έτσι λοιπόν, το ξενοδοχείο της Λουτζοπλατζ κι ένα αντίστοιχο στην Κηφισιά, τις τρεις φορές που ήρθες εσύ στην Αθήνα να με δεις, στέγαζαν και υπέθαλπαν συστηματικά τους αναστεναγμούς και την αμαρτία μας. Έχοντας πια αποδεχθεί την παντοτινή μας ενοχή, απολαμβάναμε χωρίς πολλές πολλές τύψεις την λαγνεία. Στην αρχή δεν μιλούσαμε συναισθηματικά, μόνο το κάναμε. Όταν δεν πηδιόμασταν, με ξεναγούσες στα βιβλιοπωλεία και στις εκθέσεις, μιλούσαμε για τα κινήματα της τέχνης, επισκεπτόμασταν ό,τι δεν είχα δει στο Βερολίνο, μιλούσαμε για τις ζωές μας πριν γνωριστούμε κι όλα αυτά χωρίς καμιά προφύλαξη. Φερόμασταν δηλαδή σαν κανονικό ζευγαράκι και μάλιστα προχωρούσαμε στο δρόμο σχεδόν αγκαλιά, αφού ακριβώς αυτό που έκανε τη σχέση μας απαγορευμένη, ήταν και το άλλοθι που δεν θα επέτρεπε σε κανένα περίεργο μάτι να μας παρεξηγήσει και να μιλήσει στον Μάρτιν: πάνω απ’ όλα, ήμασταν αδέρφια.

Δε θα σου περιγράψω λοιπόν αναλυτικά όσα συνέβαιναν. Θα σταθώ μονάχα στα τρία περιστατικά που μας σημάδεψαν. Στη μέρα που εξομολογηθήκαμε τον έρωτα, τη μέρα της τηλεπάθειας και τη μέρα που χάλασαν όλα.

buzz it!

3 σχόλια:

sylfaen είπε...

πες τα! μιλα κι αλλο!!!
βαθια ανασα πήρα με το σημερινό σου κείμενο.
Είμαι έτοιμη να το αντιγράψω και να το διαβάζω κάθε πρωί, να ξεδιψώ, να ονειρεύομαι να δικαιώνομαι και να χαίρομαι που υπάρχεις.
Θέλω να το τυπώσω και να το διαβάσω μεγαλόφωνα ("σα μεταμεληθείς εκραύγασε")σε όσους φίλους/ες σηκώνουν τα χέρια ψηλά όταν τους μιλάω για τους ανθρώπους που ερωτεύομαι κι αγαπώ ταυτοχρονα...
σου ζητώ την άδεια να αναδημοσιεύσω ένα κομμάτι απο το σημερινό σου ποστ στο blog μου φυσικά με εγκωμιαστική αναφορά του δικου σου. Αν δεν θέλεις δεν με πειράζει, μου αρκεί που γράφεις.(οπότε Θα παραπέμψω στην σελίδα σου και πάλι αν θέλεις.)
Να είσαι καλά!

Nomad είπε...

Κατ αρχήν συγνώμη που σε προηγούμενη απάντηση σε έκανα...αρσενικό. Κάνε ο,τι θες. Σε ευχαριστώ πολύ για το σχόλιο. Είναι χαρά μου να αναδημοσιεύσεις ο,τι θες. Για μένα όλα αυτα που γράφω είναι μια άσκηση. Ως τώρα, έγραφα και διόρθωνα χωρίς να βλέπει κανείς το προσχέδιο (γιατι αυτό εδώ το κείμενο, όπως και τα αλλα της ενότητας είναι προφανώς προσχέδια ενός μυθιστορήματος) και μετά, όταν υπήρχε κάποιο αποτέλεσμα που να με ικανοποιήσει, δημοσίευα παραδοσιακά, σε χαρτί. Το μπλογκ, δια της αναδρασης, μου δίνει τη δυνατότητα να εισπράττω, ως ένα βαθμό, την επίδραση στους άλλους πριν ολοκληρωθεί το τελικό κείμενο. Είναι κάτι νεο για μένα.
Δεν ξέρω αν το χαρτί θα υπάρξει ξανά, ανακαλύπτω όμως ότι η "εμπορική" χρήση των σκέψεων δε δίνει την ίδια χαρά με αυτήν που δίνει ένα σχόλιο. Να είσαι καλά.

sylfaen είπε...

θενξ!
το κείμενο της niemandrose το σημερινό... κοιτα το. Καλό, ε? Σαν να μας γνέφει κι αυτό.
Δεν με πειράζει που με έκανες αρσενικό, νομίζω ότι μου άρεσε (για λίγο. είπαμε).