Το σκάλισμα

Προτού διαβάσετε το ακόλουθο (το οποίο είναι διασκευασμένη αναδημοσίευση από αλλού και όλα τα ιστορικά τα στοιχεία που αναφέρει, εκτός του μυθοπλαστικού, είναι ακριβή) διαβάστε αυτό: http://kkmoiris.yooblog.gr/2008/06/12/409/ Η κατανόηση στο τέλος θα είναι καλύτερη -χώρια που εξ ' αιτίας του θυμήθηκα ότι είχα γραψει αυτό το κείμενο κάποτε. (Για το γεγονός ότι μπορεί κανείς να ερωτευτεί μια μπουγάτσα, δαχτυλίδι, γάτα, δέντρο, βιβλίο, αυτοκίνητο, κοκ, εξίσου με εναν άνθρωπο, θα μιλήσουμε άλλη φορά) ~~~ Κοίταξε ξανά τα ακατανόητα γράμματα. Ήταν χαραγμένα πάνω σε ένα μισοκαμένο κομμάτι ξύλου που του έδειχνε ο πατέρας του. Ζ η μ υ ας α πω-1 09-Β. η σασ ν ψ υτι ος Τ Ο πατέρας του έλεγε ότι είχε βρει το ξύλο σε μια κατεδάφιση. -Κοίτα τι παράξενα γράφει εδώ ρε Μάρκο, είχε πει στον επιστάτη του όταν το είδε, συνεχίζοντας να κοπανάει με τον κασμά του ανάμεσα στα αποκαίδια, για να κατεδαφίσει ακόμα ένα τοιχίο που είχε παραμείνει άθικτο από τη φωτιά. Στο σημείο αυτό του παμπάλαιου σπιτιού που κατεδάφιζαν μετά από την πυρκαγιά που είχε ξεσπάσει πριν μέρες στην οδό Αγίας Θέκλας, στο κέντρο σχεδόν του Ψυρρή, έπρεπε να βρισκόταν κάποια ντουλάπα ενός παλιού δωματίου. Οτιδήποτε ξύλινο είχε ήδη καταστραφεί και τώρα οι εργάτες ολοκλήρωναν την κατεδάφιση για να έρθουν οι μπουλντόζες. Κάποια νέα οικοδομή θα χτιζόταν κατόπιν. Ο Μάρκος ο επιστάτης κοίταξε αυτό που του έδειχνε ο Σταμάτης. Ήταν ένα μικρό καρβουνιασμένο κομμάτι ξύλου, με σκαλισμένα επάνω του μερικά γράμματα σε παλιό στυλ και μάλλον τρεμάμενο γραφής, που φαίνονταν να σχηματίζουν μια πρόταση με δυο παραγράφους τη μια κάτω από την άλλη και κάποιους αριθμούς. Όμως ορισμένα από τα γράμματα είχαν πια γίνει τόσο αχνά που δεν έβγαζες νόημα. -Ναι, κάποιο παιδάκι φαίνεται θα σκάλιζε τα ξύλα παλιά. Δε νομίζω να είναι τίποτα σπουδαίο, συνέχισε. Ο Σταμάτης όμως, νοιώθοντας μια απροσδιόριστη γλυκύτητα για τα ορνιθοσκαλίσματα ενός παιδιού που τώρα πια θα έπρεπε να είναι εδώ και πολλά χρόνια νεκρό καθώς το οίκημα, ένα παλιό νεοκλασικό είχε χτιστεί λίγο πριν το 1800, έβαλε το παλιόξυλο στον σάκο του κι έπειτα συνέχισε να χτυπάει με τον κασμά. Το βράδυ στο σπίτι, ο Σταμάτης το έδειξε στον γιο του, φοιτητή στο ιστορικό-αρχαιολογικό της Αθήνας και του διηγήθηκε πως το βρήκε. Ο νεαρός δεν μπορούσε να καταλάβει.Ζήτησε να το πάρει για να το δείξει την επομένη στον κύριο Αναστασίου, τον καθηγητή ιστορίας. -Και που το βρήκες αυτό νεαρέ, ρώτησε ο καθηγητής. -Ο πατέρας μου το βρήκε σε κάποια κατεδάφιση στου Ψυρρή. -Μμμμ…Μπορείς να μου πεις τη διεύθυνση; Ο φοιτητής πήρε τηλέφωνο τον πατέρα του και την είπε στον καθηγητή. -Αγίας Θέκλας πόσο είπες; Και αμέσως μόλις άκουσε τον αριθμό, το πρόσωπο του Αναστασίου έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον. -Είσαι σίγουρος; Ρώτησε. -Ναι, ήταν σαφής ο πατέρας μου. -Ώστε αυτό ήταν που έπιασε φωτιά… είπε ο καθηγητής. Θεέ μου…Θεέ μου…Γιατί σκοτώνεις έτσι την ιστορία αυτής της λυπημένης πόλης… -Δεν καταλαβαίνω… Ο Αναστασίου πήγε στη βιβλιοθήκη του κατέβασε έναν τόμο. Έψαξε λίγο και έδειξε στον νεαρό μια γκραβούρα που απεικόνιζε ένα μελαγχολικό κορίτσι με πολύ όμορφα χαρακτηριστικά και ολόμαυρα μάτια. -Να’ την!, είπε. -Ποια είναι; -Η Τερέζα. -Τερέζα; -Η Τερέζα Μακρή. Σε αυτή τη γκραβούρα είναι μεγαλύτερη, πρέπει να έχει ήδη παντρευτεί τον άγγλο πρόξενο Μπλακ. Πάντα έλεγαν πως είχε θλιμμένη ομορφιά, όμως εδώ πρέπει να είναι πραγματικά μελαγχολική. -Κύριε καθηγητά, δεν μπορώ να καταλάβω τι εννοείτε. Και τι σχέση έχει αυτή με το ορνιθοσκάλισμα που σας έδειξα. Ο Αναστασίου βαριαναστέναξε. -Αχ οι νέοι, είπε με παράπονο. Βέβαια δίκιο έχεις, που να καταλάβεις. Κάθισε λοιπόν αγαπητέ μου και θα σου εξηγήσω τι είναι αυτό το παλιόξυλο που βρήκες. Είμαι βέβαιος πως δεν μπορείς να νοιώσεις τη μαγεία ενός μισοκαμένου ξύλου. Κι όμως, έχει μαγεία. Ο νεαρός κάθισε απέναντί του. -Στις αρχές του 19ου αιώνα, είπε ο Αναστασίου ανάβοντας την πίπα του, στη συνοικία του Ψυρρή ξεχώριζαν αρκετές οικογένειες γκαγκαραίων, δηλαδή Αθηναίων που γενιές επί γενιών ήταν Αθηναίοι. Πολλές από τις κοπέλες εκείνων των παλιών οικογενειών έμειναν στην ιστορία για την ομορφιά τους. Μια από αυτές ήταν η πανέμορφη Θηρεσία Μακρή, η Τερέζα που σου έδειξα, που το αρχοντικό της οικογενείας της βρισκόταν στην οδό Αγίας Θέκλας. Ηταν το σπίτι που κάηκε και βρήκες το ξύλο σου. Ο πατέρας της Τερέζας, ο Θεόδωρος Μακρής, ήταν ο υποπρόξενος της Αγγλίας στην Αθήνα. Σ' αυτό το σπίτι λοιπόν της οικογένειας, ένας παράξενος βρετανός ταξιδιώτης νοίκιασε κατά το 1809, τρία δωμάτια. Ο Μακρής είχε πια πεθάνει και η οικογένεια, δηλαδή η μητέρα, η Τερέζα και οι δυο της αδελφές, εξίσου όμορφες κι εκείνες, είχαν μεγάλη ανάγκη χρημάτων. Έτσι η χήρα Μακρή, μόνη με τρεις θυγατέρες, για να τα φέρνει βόλτα αναγκαζόταν να νοικιάζει το μεγαλύτερο μέρος του σπιτιού της. Καθώς ο άντρας της είχε όσο ζούσε συχνές επαφές με τους Άγγλους, οι νοικάρηδές της ήταν κυρίως Βρετανοί που τύχαινε να ταξιδέψουν στην προεπαναστατική Ελλάδα. Ο περίεργος Εγγλέζος ήταν ένας γοητευτικός λόγιος και αριστοκρατικό άντρας με σγουρά μαλλιά, ευγενική καταγωγή και πολύ μεγάλα πλούτη. Παρότι χώλαινε ελαφρά, αυτό δεν εμπόδιζε την γοητεία που ασκούσε. Όταν πρωτοείδε την Θηρεσία, που τότε πρέπει να ήταν αν θυμάμαι καλά μόλις 13-14 χρονών, έμεινε σύξυλος. Κατόπιν είδε και τις δυο αδελφές της κι έμεινε πραγματικά εμβρόντητος. Ο άντρας αυτός, με ένα βλέμμα μόνο ερωτεύτηκε και τις τρεις κόρες της Θεοδώρας Μακρή. Αργότερα στα απομνημονεύματά του, βρέθηκε πως είχε γράψει: «Πεθαίνω από έρωτα για τρεις κόρες που κατοικούν στο ίδιο σπίτι. Την Τερέζα, την Μαριάνα και την Κατίγκω» Περισσότερο όμως, είχε ερωτευτεί την Τερέζα. -Ποιος ήταν αυτός ο Εγγλέζος, ρώτησε παραξενεμένος ο φοιτητής. Ο Αναστασίου χαμογέλασε. -Νεαρέ μου, αν σου πω ότι γι αυτήν την κοπελίτσα ο Βρετανός αριστοκράτης έγραψε, κατά το 1810, το περίφημο ποίημα: "Η κόρη των Αθηνών" θα καταλάβεις πιστεύω. Ανατρίχιασε. Μπορεί να ήταν νεαρός, αλλά αυτό το είχε ακούσει. -Μη μου πείτε! Φώναξε και σχεδόν πετάχτηκε από την καρέκλα του. Ο Αναστασίου ένευσε καταφατικά. -Θεέ μου, ο Λόρδος Βύρων! -Ναι, ακριβώς. Ο Μπάιρον. Που έζησε λίγους μήνες στο σπίτι του Μακρή κι ερωτεύτηκε την Τερέζα και τις αδελφές της. Και τώρα θα σου εξηγήσω τι πρέπει να λέει το ξύλο που έφερες, αφού όμως πρώτα σου πω ότι εκείνη την εποχή, ο Μπάιρον ήταν παντρεμένος με την Άννα Ισαβέλλα Μίλμπαγκ, μια αριστοκράτισσα με την οποία πολύ αργότερα χώρισε άσχημα -και μάλιστα εξαιτίας του διαζυγίου του αναγκάστηκε να φύγει από την Αγγλία καθώς είχε δημιουργηθεί σούσουρο και κατόπιν ήρθε στο Μεσολόγγι όπου πέθανε. Ο νεαρός καθόταν σε αναμμένα κάρβουνα. -Πείτε μου. -Αφού λοιπόν ο Βύρωνας ήταν παντρεμένος και η Τερέζα τόσο μικρή, αντιλαμβάνεσαι ότι για τα ήθη της εποχής εκείνης στην Ελλάδα δεν μπορούσε να υπάρξει εκδήλωση του έρωτά του, ούτε φυσικά ανταπόκριση. Βέβαια λέγεται πως ο Μπάιρον δεν είπε στις αδελφές πως ήταν παντρεμένος για να μη σταματήσουν να του δίνουν σημασία. Υπάρχει ακόμα μια φημολογία που δεν έχει επιβεβαιωθεί και θέλει τον Βύρωνα να ερωτοτρόπησε ένα βράδυ με την ανήλικη αλλά πανέμορφη Τερέζα στο δωμάτιό της. Λέγεται πως ανέπτυξαν μια σύντομη πλατωνική σχέση, αλλά η μητέρα Μακρή γρήγορα αντιλήφθηκε τη ζήλια της Μαριάννας και της Κατίγκως για την τρίτη κόρη κι έτσι κατάλαβε τι συνέβαινε. Για να μη δημιουργηθεί λοιπόν σκάνδαλο, ζήτησε από τον λόρδο να φύγει αμέσως από το σπίτι. Εκείνος πλήρωσε βασιλικά κι έφυγε. Τον επόμενο χρόνο έγραψε το πασίγνωστο ποίημα. Αυτό το φλογερό ποίημα, το έγραψε στα αγγλικά, όμως σε κάθε πέντε στίχους ανέφερε σαν επωδό στα ελληνικά, τη φράση: "Ζωή μου σας αγαπώ". Σου θυμίζει τίποτα; Συνεπαρμένος ο φοιτητής πήρε το ξύλο και το κοίταξε. Τώρα η πρώτη παράγραφος έβγαζε νόημα: Ζωή μου σας αγαπώ. Ο αριθμός πρέπει να ήταν η χρονολογία –1809. και το Β, βέβαια, το αρχικό του Μπάιρον. -Και η δεύτερη φράση; Τι λέτε να σημαίνει; -Αν προσέξεις καλύτερα θα δεις ότι τα γράμματα είναι διαφορετικά. Ναι, υποθέτω τι σημαίνει, αλλά θα ήθελα να το υποθέσεις κι εσύ, αφού μάθεις τη συνέχεια. -Ποια είναι; -Η συνέχεια αγαπητέ μου είναι ότι οι ποιητές εμπνέονται, αλλά η έμπνευσή τους έχει για βάση της τον έρωτα του ίδιου του έρωτα κι όχι του πραγματικού προσώπου. Τέτοιος έρωτας όμως, μπορεί να υπερβεί την πραγματικότητα. Έτσι κι ο Μπάιρον φαίνεται πως ερωτεύτηκε στη μελαγχολική μορφή της Τερέζας τον ίδιο τον έρωτα. Έδωσε στην Ελλάδα τη μορφή της. Η ιστορία δεν γράφει πολλά γι αυτό, αλλά υποθέτω πως όταν επέστρεψε στην Αθήνα λίγα χρόνια αργότερα, προτού καταλήξει στο Μεσολόγγι, πήγε να δει ξανά την όμορφη μελαχρινή "Κόρη των Αθηνών". Τη μεγάλη του αγάπη που του ενέπνευσε αυτό το παθιασμένο ποίημα. Εκείνη είχε μεγαλώσει και τον περίμενε. Ήθελε να γίνει δική του. Φαντάζομαι πως τόσο καιρό ζούσε περιμένοντάς τον. Είχε πιστέψει στην ποίησή του. Ένοιωθε μοναδική, ένοιωθε μούσα. Όμως εκείνος ήταν ήδη αλλού. Είχε τώρα ερωτευτεί μια επανάσταση. Της ανακοίνωσε λοιπόν την απόφασή του να πάει στο Μεσολόγγι, ενώ εκείνη περίμενε πως θα της ζητούσε να φύγουν μαζί. «Ζωή μου σας αγαπώ, γι αυτό πρέπει να βοηθήσω τον λαό σας να ελευθερωθεί», τον φαντάζομαι να της λέει. Να μιλάει σε μια συγκεκριμένη κι ερωτευμένη γυναίκα απρόσωπα, σα να ήταν ένας ολόκληρος λαός. Έτσι η Τερέζα μελαγχόλησε, λέγεται, ακόμα περισσότερο κι έκανε χρόνια να ξεπεράσει τον έρωτά της για τον Βύρωνα. Θεώρησε, λένε, προδοσία την απόφασή του. Πέρασαν πολλά χρόνια και η Θηρεσία παντρεύτηκε τελικά τον Άγγλο πρόξενο στην Αθήνα, κ. Black. Όμως, λέει ο μύθος, η καρδιά της δεν συνήλθε ποτέ από τον έρωτα του Βύρωνα, έστω κι αν είχε καταλάβει πια πως ήταν ένας έρωτας της στιγμής. Πες μου τώρα, μήπως μπορείς να αποκωδικοποιήσεις μόνος τη δεύτερη φράση; Και ο Τάσος ξανακοίταξε το καμένο ξύλο, μόνο που τώρα διάβασε χωρίς δυσκολία: -Ήσασταν ψεύτικος, Τερέζα. Το βράδυ ο Τάσος διηγήθηκε στον πατέρα του την ιστορία του καμένου ξύλου. -Βλέπεις παιδί μου, φαίνεται πως είναι ευκολότερο να ερωτευτείς μέχρι θανάτου μια ιδέα ή έναν λαό, παρά έναν άνθρωπο, είπε ο Σταμάτης…

buzz it!

9 σχόλια:

Βασιλική Παπαδημητρίου είπε...

τελικα μονο καλημερα θα πω...
ειναι η μονη λεξη που βρηκα, μετα απο αυτο που διαβασα...

Nomad είπε...

Ομορφη λέξη βρήκατε, Βασιλική.

:)

Βασιλική Παπαδημητρίου είπε...

μου ειπανε να την λεω...
οι οδηγιες αλλωστε ηταν σαφεις!

;)

Xνούδι είπε...

πολύ πολύ.

Ανώνυμος είπε...

η ιστορία σας με συνεπήρε νομάδα...

θα την ξαναβγάλω μπρος στα μάτια μου μόλις νυχτώσει

Ανώνυμος είπε...

Ως γνήσιος νομάδας έχετε τον τρόπο σας , εσείς και η καμήλα σας , να ανακαλύπτετε οάσεις.

Σελιτσάνος.

nelly είπε...

πολυ ωραιο και εμπνευσμενο.


(αλλα...οπως αντιλαμβανεσαι αν δε σταξει και λιγη χολη το στοματακι μου δεν την παλευω:γιατι εισαι fashion victim και εκανες καλοκαιρινο το φοντο?)

mamma είπε...

(Για το γεγονός ότι μπορεί κανείς να ερωτευτεί μια μπουγάτσα, δαχτυλίδι, γάτα, δέντρο, βιβλίο, αυτοκίνητο, κοκ, εξίσου με εναν άνθρωπο, ....)

!!!!

Σε κάποιους ανθρώπους η πείνα για έντονα συναισθήματα δεν μπορεί να κορεστεί με τίποτα. Προσωρινά μόνο καταλαγιάζει...

Nomad είπε...

Βασιλική,

καλά σας ειπαν.

:)

Χνου,

να είσαι καλα. Δεν σου κανω συνειρμό σήμερα διότι δε μπορώ να σκεφτώ τπτ είμαι εξοργισμένος με το απο πανω ποστ (οχι με το ποστ, αλλα με την ειδηση) για τα παιδάκια..

κΚΚΜοίρη,

το θέμα είναι να σας συνε...φέρει.
:)

Σελιτσάνε,

οασις ιζ ει στειτ οφ μαιντ. Αλλα το ξερετε ήδη.
:)

Νελλη,

ευχαριστώ πολύ.

(Κοιταξε, είτε με πιστευεις ειτε οχι, δεν εχω καμιά σχέση με φασιον. Το εκανα γιατί αισθάνθηκα ότι αυτό το βλογ αρκετά πέρασε τις μαύρες του και θελω επιτέλους ήλιο. Εξ ου το κιτρινο. Δυστυχώς σήμερα ξαναβυθίστηκα σε μια γενική μαυρίλα μιας χώρας μπουρδέλου με μπατσους ηλίθιους αν οχι εγκληματίες, που αφήνουν παιδάκια να πεθαίνουν γιατί βαριούνται. Τελος παντων, ας μη μαυρίζω κι εσένα)

Μαμα,

ετσι. Στην περίπτωση μου η καταστολή βέβαια τείνει να γίνει ευθεία γραμμή καρδιογραφήματος, αλλα ας μην το κανω θεμα.

:)

Καλο σκ σε όλους

-και σκατα στους ΜΠΑΤΣΟΥΣ που αφησαν τα παιδάκια στην Ορεστιάδα να πεθάνουν αψαχτα.
Συγνωμη ξανα συνδίκτυοι δεν τοχω χωνέψει ακόμα, ισως φταίει που εχω μικρά παιδιά.