Το Χειρόκμητον

«Το μυστικό του ο μέγας Γεωμέτρης πολύ σοφά απο ανθρώπους κι απο αγγέλους έκρυψε και δεν εκοινολόγει» Μίλτον, Χαμένος Παράδεισος Κωνσταντινούπολη 13 Απρίλιου 1204 Ξημερώματα και ο αρχικωδικογράφος Δημήτριος δούλευε ακόμα στο εργαστήριο της βιβλιοθήκης των Βλαχερνών. Με μάτια κόκκινα απο την αυπνία, πάλευε με τα τέρατα των αρχαίων. Οφειλε να επιλέξει ποιά χειρόγραφα που δεν είχαν ακόμα αντιγραφεί θα φυγαδευτούν και ποιά θα παραμείνουν. Με την καταστροφή σχεδόν βέβαιη πια, το ένοιωθε ευθύνη βαρειά. Αισθανόταν καθαρά την πίεση της ιστορικής στιγμής στον κόμπο του λαιμού, στις ιδρωμένες παλάμες, το σφίξιμο του στομαχιού του. Δυο σκέψεις τον τυρρανούσαν εξίσου. Να καταφέρει να σώσει την Δέσπω του, την κυρά του, τον Αγγελο και την Αννα, τα δυο τους παιδιά και να διαλέξει τα σωστά βιβλία. Για τους υπόλοιπους δεν μπορούσε να κάνει τίποτα πέρα απο προσευχές. Οποιος κατανοεί πως γίνεται συνένοχος της ιστορίας και δεν ιδρώνει, καλύτερα να ελέγξει τους αδένες του. Το ίδιο βέβαια θα έπρεπε να κάνει κι αν ιδρώνει πολύ γρήγορα, θάλεγε ο φίλος του ο Χριστιανός. Εκείνου οι αδένες πάντως δούλευαν τώρα ολοταχώς. Μακάριοι οι οσφυοκάμπτες, σκεφτόταν, ότι αυτοί κληρονομήσουν τελικά τη βασιλεία των πολιτισμών. Η μάλλον των ερειπίων τους. Μα ο Δημήτριος δεν μπορούσε να μοιραστεί με κανέναν το ρίγος που ένοιωθε, γιατί ήταν ολομόναχος με τον ιδρώτα του στο υπόγειο αρχειοφυλάκιο, το τμήμα των αταξινόμητων κωδίκων κάτω απο την τεράστια αίθουσα της βιβλιοθήκης. Αυτός και μερικές εκατοντάδες βιβλία. Ειχε ανάψει όλα τα καντήλια. Κανένας άλλος, ούτε φίλος, ούτε κωδικογράφος έπρεπε να μάθει για το σχέδιο που είχε αποφασιστεί το προηγούμενο βράδυ. Αλλιώς θα κινδύνευε να αποτύχει, με τόσα στόματα να μην ξέρουν να σωπάσουν σ αυτή την δύστυχη πόλη, ακόμα κι όταν ο εχθρός βρίσκεται στις πύλες. Οσο συνειδητοποιούσε τη στιγμή, το εσωτερικό βάρος μεγάλωνε. Δίσταζε να επιλέξει. Τι να αφήσει, τι να σώσει; Στο τμήμα αυτό σώζονταν τα πιο αρχαία, τα ειδωλολατρικά και τα απόκρυφα χειρόγραφα, πολλά απο τα οποία ανήκαν στον ίδιο τον Πορφυρογέννητο, που άλλα είχε συλλέξει προσεκτικά στις εκστρατείες κι άλλα είχε διασώσει απο καταστροφές πριν απο κάπου 250 χρόνια. Ομως, με τις συνεχείς αναστατώσεις των τελευταίων καιρών, η βιβλιοθήκη και οι αντιγραφές παραμελήθηκαν και το μεγαλύτερο πλήθος των χειρογράφων δεν είχε κάν καταγραφεί, κατανεμηθεί και αριθμηθεί ακόμα. Μπροστά του, εκατοντάδες ανεκτίμητα αρχαία χειρόγραφα, μερικά τόσο παλιά, που κανείς δεν μπορούσε καν να χρονολογήσει. Αιγυπτιακοί κυλινδρικοί πάπυροι, κατσικοδέρματα απο την Πέργαμο, Ελληνικά κείμενα των ηρωικών χρόνων, εβραικά και περσικά περίτεχνα χειρόγραφα, ακόμα και μερικά σανσκριτικά ιερογλυφικά και σώματα κειμένων τόσο παλιά που λεγόταν πως ξεπερνούσαν τη γνωστή ιστορία κι αποκάλυπταν πρώτες γνώσεις του ανθρώπου. Κάποια σε γλώσσες άγνωστες σήμερα, χαμένες στο βάθος των χρόνων κι άλλες εξωτικές, όλα εδώ, ανάκατα μπροστά στα πόδια του. Η μεγάλη μας κληρονομιά στο μέλλον, η κιβωτός της συνέχειας πρέπει να χωρέσει σε μια βαρκούλα, σκεφτόταν. Κι απο τη μια οίκτιρε την Εκκλησία με τις διχόνοιες της που καθυστέρησαν την καταγραφή των ειδωλολατρών λογίων, απο την άλλη προσευχόταν στη χάρη της Υπερμάχου. Που όμως, εδώ και λίγες μέρες απουσίαζε κι αυτή. Η εικόνα είχε για πρώτη φορά πέσει όμηρος, στα χέρια των πολιορκητών. Δεν μπορεί να συμμαζέψει το μυαλό του, να δεί στα γρήγορα το υλικό. Αλλά δεν έχει κι άλλη επιλογή απο το να πάρει απόφαση. Και μάλιστα γρήγορα, οσο γρηγορότερα γίνεται. Η αποστολή, δεν μπορεί ούτε να περιμένει πολύ, ούτε να μεταφέρει περισσότερους απο πεντακόσιους, το πολύ εξακόσιους κώδικες. Εχει ηδη ξεχωρίσει σχεδόν τετρακόσιους, αλλά αυτό ήταν η εύκολη δουλειά. Χριστιανικοί κι επιστημονικοί, κώδικες αριθμημένοι, γνωστοί. Απαυγάσματα της σοφίας του Κυρίου κι οι μεγάλοι κλασσικοί, δουλειά σχεδόν αυτόματη με την εμπειρία του. Τώρα όμως πρέπει να ξεχωρίσει την ήρα απο το σιτάρι γρήγορα, κι οταν βιάζεσαι δε δέχεσαι άλλον οδηγό απο τη διαίσθησή σου. Τα πιο πολύτιμα χειρόγραφα, λέει το σχέδιο του Λάσκαρη, θα φύγουν σε λίγη ώρα μυστικά απο την πόλη για να πάνε στη Νίκαια, όπου θα φυλαχτούν, θα εξεταστούν και, επιτέλους, θα κωδικοποιηθούν αν οι συνθήκες επιτρέψουν αυτη την απαιτητική εργασία. Οχι μόνο οι κώδικες των Αγίων Πατέρων, οχι μόνο Πλάτωνας κι Αριστοτέλης, είχε προστάξει. Ο Δημήτριος, όφειλε να περιλάβει τουλάχιστον εκατό απο τους αταξινόμητους. Κρίμα που δεν αποφάσισε την αναλογία αντίστροφα, σκεφτόταν τώρα ο αρχικωδικογράφος, διστακτικός ακόμα στις αποφάσεις του. Δεν ήταν μόνο ο όγκος που τον τρόμαζε. Με κόπο προσπάθησε για μια ακόμα φορά να συγκεντρωθεί και να διώξει για λίγο απο το μυαλό του όλες τις έννοιες, για να επιλέξει σωστά. Μα η Δέσπω και τα παιδιά δεν έλεγαν να παραμερίσουν εύκολα. Εσφιξε τα δόντια, σκούπισε τον ιδρώτα απο το μέτωπο και τα γένια κι έσκυψε να ελέγξει άλλον έναν κώδικα. Εξω στα τείχη, οι μάχες είχαν ξεσπάσει άγριες 3 μέρες τώρα. Πάλι καλά που φτάσαμε ως εδώ έτσι όπως εξελίχθηκε η κατάσταση, τούλεγε το βράδυ ο Χριστιανός. Τώρα θα περιπολούσε κι αυτός τα τείχη. Κόντευε να χαράξει για τα καλά. Οι Σταυροφόροι κι οι Βενετοί, βρίσκονταν κοντά ένα χρόνο τώρα έξω απο την Πόλη, περιμένοντας την υπέρογκη αμοιβή τους. Αλλά ο Αλέξιος Δ’ ο προδότης, που τους την έταξε για να εκθρονίσουν τον συνονόματό του αυτοκράτορα Αλέξιο Γ΄και να ενθρονίσουν ξανα τον πατέρα του Ισαάκιο Αγγελο που ο σφετεριστής είχε ρίξει στη φυλακή, είναι πια νεκρός. Σκοτωμένος απο τον ίδιο τον Αλέξιο Δούκα τον Μούρτζουφλο, τώρα αυτοκράτορα Αλέξιο Ε΄. Τρείς Αλέξιοι αυτοκράτορες σε ένα χρόνο! Κι ο γερο-ξεκούτης συναυτοκράτορας πατέρας του Δ΄, ο τυφλός Ισαάκιος, που είχε φυσικά συνυπογράψει το επαχθές συμφωνητικό του γιού του, πέθανε κι αυτός πρίν λίγο καιρό. Αρα, δεν σας χρωστάμε πια τίποτα, διεμήνυσε ο Μούρτζουφλος στον δόγη Δάνδολο, τον μαρκήσιο Βονιφάτιο, τον ιππότη Βιλεαρδουίνο και τους άλλους αρχηγούς Βενετσιάνων και σταυροφόρων. Οχι και τόσο σίγουρος πως θα μπορούσε να τους αντιμετωπίσει κατά μέτωπο. Αλλα δεν είχε και άλλη επιλογή. Kανείς σώφρων δεν πίστευε πλέον οτι οι σταυροφόροι θα κινούσαν επιτέλους για τους Αγιους Τόπους. Είχαν απο την αρχή ξεκινήσει για την Πόλη, διαδιδόταν στην αγορά, και δε θα δίσταζαν να επαναλάβουν τις ασχήμιες της Ζάρας, της Δαλματικής πόλης που είχαν σχεδόν ισοπεδώσει στον ερχομό τους πρός το Βυζάντιο, κατά παραγγελία των δόγηδων που την ήθελαν ξανά υποτελή στη Βενετία. Ελεγαν πως την «απελευθέρωσαν» απο το ζυγό των Ουγγροσέρβων που την είχαν καταλάβει. Ο,τι κι άν έλεγαν όμως, η Ζάρα ηταν μια χριστιανική πόλη, με χριστιανούς κατοίκους, τώρα τους περισσότερους νεκρούς... Οι πολεμιστές είχαν αποκρούσει ήδη δυο επιθέσεις. Απο το χθεσινό βράδυ όμως, ο Μούρτζουφλος ήταν άφαντος μαζί με τους δικούς του και μερικούς απο τους πιστότερους Βαράγγους του. Οι υπόλοιποι, όταν ο μάγιστρος τους ρώτησε που είναι ο αυτοκράτορας, έφτυναν στο χώμα κι έλεγαν οτι γύρισε κι αυτός την πλάτη, σαν τον δειλό Αλέξιο Γ‘, που μόλις είδε τους σιδερόφρακτους Φράγκους μάζεψε οσα μπορούσε κι εγκατέλειψε την Πόλη στη μοίρα της καταφεύγοντας στη Δεβελτό. Ωραίος αυτοκράτορας. Ωραίοι αυτοκράτορες όλοι τους... Εβριζαν οι Βαράγγοι και τους τρείς Αλέξιους και καταριόνταν αυτό το μοιραίο όνομα, γιατί είχανε φέρει τη δυστυχία και τους Φράγκους ξανά στη χώρα, έλεγαν. Και δεν είχαν άδικο. Αλλά πόσο παράξενο ακουγόταν που μιλούσαν έτσι οι ίδιοι οι Βαράγγοι. Σήκωσε ενα αραβικό χειρόγραφο με εξαιρετικά περίτεχνη εικονογράφηση και το έβαλε στο κιβώτιο χωρίς να το περιεργαστεί άλλο. Ο χρόνος που του είχε δοθεί πλησίαζε πια στο τέλος του. Κάτω απο αυτό διέκρινε το περίεργο στάχωμα ενός άλλου κώδικα, μικρών διαστάσεων. Είχε καλύμματα απο ξύλινους πίνακες, δεμένους με σκούρο καστανό δέρμα παράξενης υφής, που δεν μπορούσε να καταλάβει απο που η από τι προερχόταν, αν και η ποιότητά του ήταν έξοχη. Στον μπροστινό πίνακα, είδε καρφωμένο ενα στόλισμα, σαν χρυσόβουλλο με σκαλισμένο ένα παράξενο κυκλικό σχήμα επάνω του. Ανοιξε γρήγορα στην πρώτη σελίδα και διάβασε στα Ελληνικά τις λέξεις «Χειρόκμητον Εν» και το ονομα «Ζώσιμος», που ήταν γραμμένα στα Ελληνικά, στην πάνω πλευρά της σελίδας. Στο κάτω της μέρος υπήρχε η ένδειξη, μάλλον αφιέρωσης, «Θεοσεβείαν». Ο αρχικωδικογράφος είχε ακουστά για τον Ζώσιμο απο την Αλεξάνδρεια, έναν ελλάσονα φιλόσοφο σύγχρονο του Ψευδοδημοκρίτου, που είχε ζήσει στην Αλεξάνδρεια πρίν απο κάπου 700 χρόνια και αφιέρωνε τα έργα του στην ετεροθαλή αδελφή του Θεοσέβεια. Για τις θεωρίες του όμως δε γνώριζε περισσότερα απο αυτά που κυκλοφορούσαν ως διαδόσεις και φήμες απο τις παλιές εποχές στους κόλπους των λογίων της Πόλης. Λεγόταν οτι ο Ζώσιμος είχε ανακαλύψει νέος σε έναν αρχαίο ναό κοντά στην Πανόπολη, τη γενέθλια πόλη του, κάποιες παλιές αιγυπτιακές δοξασίες που τάχα επιβεβαίωναν τον Πλάτωνα! Και πως ασχολιόταν με μια τέχνη που ονόμαζε «χημεία», δηλαδή με τις ιδιότητες της μαύρης αιγυπτιακής γής, της «χεμ». Αλλες λεπτομέρειες ο Δημήτριος δεν γνώριζε. Φυλλομέτρησε τον κώδικα και είδε αρκετά τετράδια απο καλή περγαμηνή κατσικιού. Στα τετράδια, κοίταξε απορημένος την ανάπτυξη μιας παράξενης γλώσσας. Ηταν ακατάληπτη και φαινόταν πως χρησιμοποιούσε γράμματα διαφόρων γλωσσών στις ίδιες λέξεις, που μάλιστα πολλές φαίνονταν σταθερά επαναλαμβανόμενες. Οσα μπορούσε να αναγνωρίσει ήταν σύμφωνα. Ο Δημήτριος, δεν ήταν τυχαία αρχικωδικογράφος. Απο τα 25 του βρισκόταν στην αυτοκρατορική βιβλιοθήκη και στα 12 χρόνια που πέρασαν γνώρισε αρκετά, ενω είχε δεί πάμπολλα αλφάβητα, γλώσσες και διαλέκτους. Κι όμως, παρότι αναγνώριζε ελληνικά, εβραικά, χαλδαικά γράμματα, ακόμα κι αιγυπτιακά ιεροσκαλίσματα στο κείμενο, του ήταν αδύνατο να βγάλει νόημα έστω και μιας λέξης σε οποιαδήποτε απο αυτές τις γλώσσες. Αλλα η μεγαλύτερη έκπληξη τον περίμενε στην εσώτερική πλευρά του πίσω πίνακα. Εκεί είδε σκαλισμένους στο ξύλο δυο διπλούς ομόκεντρους κύκλους. Οι εσωτερικοί καλύπτονταν ο ένας με ενα χρυσό μετάλλιο με επίσης παράξενο σκάλισμα και ο άλλος με ενα ασημένιο με ανάλογη παράσταση. Δεν είχε ξαναδεί κάτι τέτοιο παρότι έχει αντιγράψει πολλά αρχαία χειρόγραφα, ακόμα και απο πάπυρο σε κύλινδρο, ακόμα κι μια πανάρχαια γεωμετρική πραγματεία που λεγόταν πως την είχε γράψει ο ίδιος ο Πυθαγόρας, αλλά το όνομά του δεν υπήρχε πουθενά. Καθώς δεν είχε πια χρόνο να το επεξεργαστεί και του έκανε μεγάλη εντύπωση, πήρε γρήγορα την απόφαση να το φυλάξει ο ίδιος για να το ερευνήσει μετά, και να μην το δώσει να φύγει μαζί με τα άλλα. Εκείνη τη στιγμή όμως έσπασε η πόρτα της βιβλιοθήκης. Οι σταυροφόροι εισέβαλαν και το τελευταίο που ένοιωσε ο Δημήτριος ήταν η παγωμένη λεπίδα στο λαιμό του. Ο Πρίμο, γενοβέζος έμπορος στον καιρό της ειρήνης αλλά τώρα βουτηγμένος στο αίμα, καθάρισε το σπαθί στα ρούχα του νεκρού και το θηκάρωσε. Οι υπόλοιποι σταυροφόροι βγήκαν αμέσως από την αίθουσα μόλις κατάλαβαν πως είχαν βρεθεί σε βιβλιοθήκη. Η Πόλη καιγόταν και βιάζονταν να αρπάξουν καλύτερα λάφυρα από παλιές περγαμηνές. Ο Πρίμο όμως σήκωσε τον κώδικα και τον περιεργάστηκε. Εκπληκτος κοίταξε τα δυο μετάλια πάνω στα ξύλινα καλύμματα. Αυτα θα πρέπει να αξίζουν πολλά, σκέφτηκε. Με το μικρό μαχαίρι τα αφαίρεσε αρκετά εύκολα απο το ξύλο. Οπως τα έβαλε μαζί στην παλάμη του, το χρυσό και το ασημένιο μετάλλιο ήρθαν σε επαφή μεταξύ τους. Τότε μια ξαφνική λάμψη τον τύφλωσε κι έφερε ασυναίθητα το ελεύθερο χέρι στα μάτια. Οταν κατόρθωσε να δει ξανά, βρισκόταν σε μια γνώριμη αίθουσα, που καμία σχέση δεν είχε με τη βιβλιοθήκη των Βλαχερνών. Κρατούσε ακόμα στο χέρι τα μετάλια προσπαθώντας ταυτόχρονα να καταλάβει τι είχε συμβεί. Η αίθουσα ήταν ολόιδια με τη σάλα χορού στο παλάτι των Δόγηδων, πίσω στη Βενετία. Ο Πρίμο την ήξερε πολύ καλά, αφού ο ίδιος πριν λίγα χρόνια είχε μεταφέρει εκεί τα μάρμαρα που κοσμούσαν το μεγάλο τοίχο, που είχε προμηθευτεί από τη Λουτέσια πληρώνοντας ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό για τη μεταφορά με 20 άμαξες. Στην αίθουσα επικρατούσε αναβρασμός. Ο Πρίμο δεν μπορούσε να καταλάβει τι είχε συμβεί και σταμάτησε έναν αυλικό, που αλλόφρων έτρεχε προς την έξοδο. Αλλα προτού προφτάσει να τον ρωτήσει, η τεράστια ξύλινη πόρτα έσπασε με τον πάταγο που κάνει ο πολιορκητικός κριός κι αμέσως ο χώρος φωτίστηκε από τον ήλιο και μέσα από τη σκόνη ξεπρόβαλαν φιγούρες στρατιωτών. Ο Πρίμο πάγωσε και άνοιξε το στόμα έκπληκτος. Ηταν Βυζαντινοί! Μαζί τους ξεχώρισε τις μαύρες στολές των Βαράγγων και όπως καθόταν ακίνητος και σαστισμένος στη μέσαη της τεράστιας σάλας ενώ όλοι οι άλλοι λατίνοι δίπλα του ούρλιαζαν κι έτρεχαν σαν τρελοί, πρόφτασε να δει τον πορφυρό μανδύα του αυτοκράτορα προτού ένας πελώριος στρατιώτης του πάρει το κεφάλι. Τα μετάλλια έπεσαν από το χέρι του καθώς σωριαζόταν. -Σταματήστε αμέσως! φώναξε ο Μούρτζουφλος. Κάντε περίμετρο. Οι Βαράγγοι υπάκουσαν γρήγορα κι άνοιξαν το χώρο γύρω από τον αυτοκράτορα, ενώ οι υπόλοιποι στρατιώτες συνέχιζαν να καταδιώκουν τους Βενετσιάνους μέσα κι έξω από το παλάτι. Η Βενετία είχε παραδοθεί στις φλόγες εδώ και ώρα κι ο στόλος της είχε βυθιστεί στα ρηχά νερά της λιμνοθάλασσας. Ο Μούρτζουφλος διέσχισε την αίθουσα περνώντας πάνω από τα πτώματα και πλησίασε τον Πρίμο. Δίπλα του βρισκόταν ο Δημήτριος. -Αυτά είναι; τον ρώτησε δείχνοντας τα δυο μετάλλια. Ο Δημήτριος έσκυψε και τα σήκωσε ένα-ένα, προσέχοντας να μην τα φέρει σε επαφή. -Φέρε τον κώδικα, είπε στον φρουρό που ακολουθούσε. Εκείνος του έδωσε ένα βιβλίο με παράξενο στάχωμα και ξύλινα καλύμματα. Ο Δημήτριος το άνοιξε και απέθεσε τα μετάλλια σε δυο μικρές τρύπες στα εξώφυλλα. Ταίριαζαν ακριβώς. -Αυτά είναι βασιλιά μου, είπε με φωνή που έτρεμε από συγκίνηση ο αρχικωδικογράφος. Ο Μούρτζουφλος πήρε τον κώδικα απο τα χέρια του με προσοχή και ευλαβικά φίλησε τρις φορές το κάθε ξύλινο κάλυμμα. -Μεγάλη η χάρη Της, είπε, η αποστολή μας εδώ ολοκληρώθηκε. Χρειάστηκαν 500 χρόνια, αλλά έχουμε πίσω τον Κώδικα του Χρόνου πλήρη ξανά. Μετά στράφηκε στον υπασπιστή του κι έδωσε την εντολή να τελειώνει ο στρατός το πλιάτσικο γρήγορα και να ανασυνταχθεί ώστε το πρωί να ξεκινήσει προς Φερράρα και Λυών. -Θα μπω στην Κλερμόν σε ένα μήνα και θα πιάσω αυτόν τον τραγόπαπα από τα αυτιά, μονολόγησε χαμογελώντας. Το Φθινόπωρο θα θεμελιώσουμε μια ακόμα μεγαλοπρεπέστερη Αγία Σοφία στο Παρίσι! Τότε ο αρχικωδικογράφος Δημήτριος με βλέμμα χαμηλό, του είπε: -Βασιλιά μου, επέτρεψέ μου να ασφαλίσω το Χειρόκμητο. Ο Ζώσιμος έγραψε πως δεν πρέπει τα χρυσόβουλλα να έρθουν σε επαφή από χέρι ανθρώπου που δεν είναι μυημένος και προετοιμασμένος γιατί το ταξίδι στο χρόνο τότε δεν είναι ασφαλές. Εγραψε στο Βιβλίο του Σμαραγδένιου Μυστικού πως αν κάποιος ενώσει το παρελθόν και το μέλλον χωρίς να ξέρει τη διαδικασία, τότε αυτός ο ασεβής θα συνειδητοποιήσει πως ο χρόνος δεν αστειεύεται και θα βρεθεί μονομιάς σε μια διαφορετική πραγματικότητα από εκείνη που ξεκίνησε, χωρίς καμιά δυνατότητα επιστροφής. Φαντάζεσαι βασιλιά μου να παραπέσει ο κώδικας και ξαφνικά αντί για εμάς να επελαύνουμε στη Δύση, βρεθεί η Δύση έξω από τα τείχη της βασιλεύουσας; -Μη λες τρέλες Δημήτριε, είπε ο Μούρτζουφλος χαμογελώντας, δεν τα πιστεύω αυτά. Νομίζω πως ήταν μύθος του Ζώσιμου για να μην πειράξουν οι ασεβείς το βιβλίο του Μυστικού Χρόνου. Αλλά καλού - κακού ασφάλισε τον Ιερό Κώδικα καλά, ποτέ δεν ξέρει κανείς... Κατόπιν βγήκαν όλοι στην πλατεία που ακόμα κάπνιζε και μύριζε σάρκα. Μέσα στη μέση, είχαν τοποθετήσει το δικέφαλο λάβαρο κι έναν πελώριο ξύλινο σταυρό.
πρώτη δημοσίευση multiforums.gr

buzz it!

4 σχόλια:

Xνούδι είπε...

Την Πέμπτη μαζί με τις μουσικές, θα διαβάζω και κείμενα ανθρώπων που εκτιμώ την γραφή τους. Ψάχνω από χτες στα χαρτιά σου. Θα μου επιτρέψεις να δανειστώ κάτι και να το μοιραστώ με τους υπόλοιπους?

Τα φιλιά μου όπως πάντα.

Βάσκες είπε...

Ο τέλειος συνδυασμός ιστορικού μυθιστορήματος και επιστημονικής φαντασίας.

Καλησπέρα

Ανώνυμος είπε...

πω πω τι γράφατε κάτω από την κουβέρτα σας.....

το τυπώνω για το πρωινό τσάι

(μα τι κουβέρτα είναι αυτή ; θα μπορούσα να τη δανειστώ για λίγες μέρες ; )

Nomad είπε...

Χνούδι,

χαρά μου. Μακαρι να καταφέρω να σε ακούσω...Είναι λίγο απαγορευτική η ώρα για μένα, αλλα που θα παει;

:)

Βασκες,

καλησπέρα. Παω να σου αφήσω ενα σχόλιο στο ιστιοπλοικό σου
:)

ΚΚΜοίρη,

βεβαίως να τη δανειστείτε, μετά χαράς. Αλλά νομίζω έχετε τη δικιά σας που λειτουργεί αναλόγως.

:)